(Ματθ. στ´ 14-21) Είπεν ο Κύριος· εάν αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος· εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο πατήρ υμών αφήσειτά παραπτώματα υμών. ῞Οταν δε νηστεύητε, μη γίνεσθε ώσπερ οι υποκριταί σκυθρωποί· α-φανίζουσι γαρ τα πρόσωπα αυτών όπως φανώσι τοις ανθρώποις νηστεύοντες· αμήν λέγω υμίν ότι απέχουσι τον μισθόν αυτών. συ δε νηστεύων άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι, όπως μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων, αλλά τω πατρί σου τω εν τω κρυπτώ, και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ αποδώσει σοι εν τω φανερώ.
Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσι· θησαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σης ούτε βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν· όπου γαρ εστιν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών. Απόδοση στη νεοελληνική: Είπε ο Κύριος· αν συγχωρήσετε τους ανθρώπους για τα παραπτώματά τους, θα σας συγχωρήσει κι εσάς ο ουράνιος Πατέρας σας. ῍Αν όμως δεν συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ούτε κι ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τα δικά σας παραπτώματα.
῞Οταν νηστεύετε, να μη γίνεστε σκυθρωποί, όπως οι υποκριτές, που παραμορφώνουν την όψη τους για να δείξουν στους ανθρώπους πως νηστεύουν. Σας βεβαιώνω πως έτσι έχουν κιόλας λάβει την ανταμοιβή τους. ᾿Εσύ, αντίθετα, όταν νηστεύεις, περιποιήσου τα μαλλιά σου και νίψε το πρόσωπό σου, για να μη φανεί στους ανθρώπους η νηστεία σου, αλλά στον Πατέρα σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις· και ο Πατέρας σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις, θα σού το ανταποδώσει φανερά.
Μη μαζεύετε θησαυρούς πάνω στη γη, όπου τους αφανίζει ο σκόρος και η σκουριά, κι όπου οι κλέφτες κάνουν διαρρήξεις και τους κλέβουν. ᾿Αντίθετα, να μαζεύετε θησαυρούς στον ουρανό, όπου δεν τους αφανίζουν ούτε ο σκόρος ούτε η σκουριά, κι όπου οι κλέφτες δεν κάνουν διαρρήξεις και δεν τους κλέβουν. Γιατί όπου είναι ο θησαυρός σας εκεί θα είναι και η καρδιά σας. http://perivolipanagias.blogspot.gr/
Το Αποστολικό Ανάγνωσμα (Ρωμ. ιγ´ 11-ιδ´ 4) Αδελφοί, νυν γαρ εγγύτερον ημών η σωτηρία η ότε επιστεύσαμεν. ῾Η νυξ προέκοψεν, η δε ημέρα ήγγικεν. ᾿Αποθώμεθα ούν τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα όπλα του φωτός. ῾Ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν, μη κώμοις και μέθαις, μη κοίταις και ασελγείαις, μη έριδι και ζήλω, αλλ᾿ ενδύσασθε τον Κύριον ᾿Ιησούν Χριστόν, και της σαρκός πρόνοιαν μη ποιείσθε εις επιθυμίας.
Τον δε ασθενούντα τη πίστει προσλαμβάνεσθε, μη εις διακρίσεις διαλογισμών. ῞Ος μεν πιστεύει φαγείν πάντα, ο δε ασθενών λάχανα εσθίει.
῾Ο εσθίων τον μη εσθίοντα μη εξουθενείτω, και ο μη εσθίων τον εσθίοντα μη κρινέτω· ο Θεός γαρ αυτόν προσελάβετο. Συ τις ει ο κρίνων αλλότριον οικέτην; Τω ιδίω Κυρίω στήκει η πίπτει· σταθήσεται δε· δυνατός γαρ εστιν ο Θεός στήσαι αυτόν.
Απόδοση στη νεοελλληνική: Αδελφοί, τώρα η τελική σωτηρία βρίσκεται πιο κοντά μας παρά τότε που πιστέψαμε. ῾Η νύχτα όπου να ᾿ναι φεύγει, και η μέρα κοντεύει να ᾿ρθεί. Γι’ αυτό ας πετάξουμε από πάνω μας τα έργα του σκότους, κι ας φορέσουμε τα όπλα του φωτός.
῾Η διαγωγή μας ας είναι κόσμια, τέτοια που ταιριάζει στο φως. ῍Ας πάψουν τα φαγοπότια και τα μεθύσια, η ασύδοτη κι ακόλαστη ζωή, οι φιλονικίες κι οι φθόνοι. Ντυθείτε τον Κύριό μας ᾿Ιησού Χριστό και μην αφήνετε τον αμαρτωλό εαυτό σας να σας παρασύρει στην ικανοποίηση των επιθυμιών σας.
Να δέχεστε όποιον έχει ασθενική πίστη, χωρίς να επικρίνετε τις απόψεις του. Για παράδειγμα, ένας πιστεύει πως μπορεί να φάει απ’ όλα, ενώ κάποιος άλλος, που έχει ασθενική πίστη, τρώει μόνο χόρτα.
Αυτός που τρώει απ’ όλα, ας μην περιφρονεί εκείνον που δεν τρώει· κι εκείνος που δεν τρώει, ας μην κατακρίνει εκείνον που τρώει, γιατί ο Θεός τον έχει δεχτεί στην εκκλησία του. Ποιος είσαι εσύ που θα κρίνεις έναν ξένο υπηρέτη; Μόνο ο Κύριός του μπορεί να κρίνει αν στέκεται η όχι στην πίστη του, γιατί ο Θεός έχει τη δύναμη να τον στηρίξει. http://perivolipanagias.blogspot.gr/
Η νηστεία ενισχύει την προσευχή. Γίνεται φτερό στην πορεία της προς τον ουρανό. Είναι μητέρα της υγείας, παιδαγωγός της νιότης, στολίδι των γηρατειών.
Είναι συνοδοιπόρος των ταξιδιωτών και ασφάλεια των συγκατοίκων. Ο άνδρας δεν αμφιβάλλει καθόλου για τη συζυγική πίστη της γυναίκας του, όταν τη βλέπει να συζεί με τη νηστεία. Η γυναίκα δεν λιώνει από ζήλεια, όταν βλέπει τον άνδρα της να νηστεύει.
Ποιος ζημιώθηκε ποτέ από τη νηστεία; Υπολόγισε την οικονομική κατάσταση του σπιτιού σου σε μια μέρα νηστείας. Υπολόγισέ την και σε μια συνηθισμένη μέρα. Θα διαπιστώσεις έτσι εύκολα, πόσο μεγάλο κέρδος έχεις με τη νηστεία.
Σκέψου πως ακόμα και οι εφοριακοί αφήνουν τους φορολογουμένους να ζήσουν λίγο καιρό ήσυχοι και ανενόχλητοι. Ας επιτρέψει λοιπόν και η σάρκα μια μικρή ανάπαυλα στο στόμα. Ας κάνει μια μικρή ανακωχή αυτή, που, όταν χορτάσει, φιλοσοφεί γύρω από την εγκράτεια, ενώ, όταν πεινάσει, ξεχνάει όσα δέχτηκε πριν.
Όποιος νηστεύει, δεν έχει ανάγκη από δάνεια ούτε χρειάζεται να πληρώνει τόκους. Η νηστεία γίνεται αφορμή να ευφραίνεται ο άνθρωπος. Γιατί όπως η δίψα κάνει γλυκό το πιοτό και η πείνα ευχάριστο το τραπέζι, έτσι και η νηστεία κάνει απολαυστικά τα φαγητά.
Αν θέλεις λοιπόν να ‘ναι ευχάριστο το τραπέζι σου, δέξου την αλλαγή της νηστείας. Αν όμως είσαι πάντα κυκλωμένος από πλούσια φαγητά, αδικείς τον εαυτό σου, γιατί εξαφανίζεις την απόλαυση με την άμετρη φιληδονία.
Τίποτα δεν υπάρχει, που να μην περιφρονηθεί με τη συνεχή απόλαυσή του. Ενώ, αντίθετα, συχνά επιθυμούμε εκείνα τα φαγητά, που σπάνια γευόμαστε. Γι’ αυτό και ο Δημιουργός μας επινόησε την ποικιλία στη ζωή μας, ώστε να νιώθουμε την απόλαυση όλων των αγαθών Του.
Παρατήρησε τί συμβαίνει στη φύση: Ο ήλιος δεν είναι λαμπρότερος μετά τη νύχτα; Ο ύπνος δεν είναι γλυκύτερος μετά την αγρυπνία; Η υγεία δεν είναι περισσότερο επιθυμητή μετά τη δοκιμασία της αρρώστιας;
Έτσι και το τραπέζι γίνεται περισσότερο ευχάριστο μετά τη νηστεία. Αυτό μάλιστα ισχύει για όλους. Και για τους πλουσίους, που έχουν άφθονα φαγητά, και για τους φτωχούς, που διαθέτουν λιγότερη τροφή. Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος πηγή
Αρκεί τελικά μόνο η τυπική νηστεία για να έχει επιτελέσει ένας χριστιανός το χρέος του;
«Η Μεγάλη Σαρακοστή είναι χριστιανική χρονική περίοδος νηστείας. Είναι η αρχαιότερη από τις μεγάλες νηστείες της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καθιερώθηκε τον 4ο αιώνα μ.Χ. Αρχικά διαρκούσε έξι εβδομάδες ενώ αργότερα προστέθηκε και η έβδομη εβδομάδα. Ονομάζεται «Σαρακοστή» γιατί περιλαμβάνει σαράντα ημέρες νηστείας, δηλ. από την Καθαρή Δευτέρα μέχρι και την Παρασκευή πριν το Σάββατο του Λαζάρου, οπότε ακολουθεί η Κυριακή των Βαΐων και η Μεγάλη Βδομάδα. «Μεγάλη» Σαρακοστή ονομάζεται όχι για τη μεγάλη διάρκειά της αλλά για τη σημασία της που γίνεται σε ανάμνηση των Παθών του Χριστού. Αποτελεί την προετοιμασία των πιστών για τη γιορτή της Ανάστασης του Χριστού. Στη πραγματικότητα μαζί με την εβδομάδα των Αγίων Παθών είναι πεντηκονθήμερη περίοδος.»
Γιατί νηστεύουμε;
Διαβάζουμε στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο 4:1-4
1 Και ο Ιησούς, πλήρης Αγίου Πνεύματος, επέστρεψε από τον Ιορδάνη· και φερόταν από το Πνεύμα στην έρημο, 2 πειραζόμενος από τον διάβολο 40 ημέρες· και δεν έφαγε τίποτε εκείνες τις ημέρες·και αφού αυτές τελείωσαν, ύστερα πείνασε. 3 Και ο διάβολος είπε σ’ αυτόν: Αν είσαι Υιός τού Θεού, πες σε τούτη την πέτρα να γίνει ψωμί. 4 Και ο Ιησούς απάντησε σ’ αυτόν, λέγοντας: Είναι γραμμένο, ότι: «Μονάχα με ψωμί δεν θα ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με κάθε λόγο τού Θεού».
Βλέπουμε εδώ ότι ο ίδιος ο Χριστός ήταν ο εμπνευστής της σαρακοστής, ο οποίος για 40 μερόνυχτα νήστεψε χωρίς να φάει καθόλου . Βλέπουμε πως αυτός που τον οδηγεί σ’ αυτή την μεγάλη δοκιμασία είναι ο ίδιος ο Πατέρας Θεός διαμέσου του Αγίου Πνεύματος και αυτό δεν γίνεται χωρίς λόγο. Αποτέλεσμα η μεγάλη διακήρυξη «Μονάχα με ψωμί δεν θα ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με κάθε λόγο τού Θεού» . Ο Χριστός ο «ζωντανός λόγος του Θεού» ποτέ δεν μιλά μόνο με λόγια αλλά πάντα τα λόγια του είναι ζωή και πράξη. Η νηστεία λοιπόν αποδεικνύει ότι η ζωή του ανθρώπου δεν εξαρτάται μονάχα από το ψωμί που θα φάει αλλά και από κάθε λόγο του Θεού. Ο άνθρωπος με άλλα λόγια δεν είναι μόνο σάρκα και ψυχή ώστε να χρειάζεται μόνο τροφή για να διατηρηθεί στην ζωή. Είναι και Πνεύμα το οποίο για να ζήσει του είναι αναγκαίο να φάει πνευματική τροφή της οποίας η γεύση και η ευωδιά είναι ασύγκριτα απολαυστικότερη και αναγκαιότερη γι’ αυτόν.
Η νηστεία – όπλο μας ενάντια στον διάβολο.
Ο Χριστός λοιπόν είναι το παράδειγμα και πρότυπο μας στην νηστεία. Αυτή είναι λοιπόν και η έννοια της σαρακοστής : «να ακολουθήσουμε στα βήματα του Χρίστου και μαζί του έμπρακτα να διακηρύξουμε ότι για να ζήσουμε έχουμε ανάγκη τον ζωντανό λόγο του Θεού». Ο πειρασμός του διαβόλου μας φέρνει αντιμέτωπους με την δικιά του διακήρυξη βάση της οποίας έχει ονομαστεί “ο άρχοντας του κόσμου τούτου” : « Στην σάρκα σου είναι η ζωή, ακολούθησε τις επιθυμίες της…. Αν δεν της δώσεις αυτό που σου ζητά θα πεθάνεις». Η λογική αυτής της διακήρυξης επικρατεί στον κόσμο σήμερα και αποτελεί τον κανόνα της ζωής για τους περισσότερους ανθρώπους εδώ κάτω στην γη: «Το σώμα χρειάζεται μονάχα τροφή για να ζήσει, οι ορμές τις σάρκας πρέπει να ικανοποιούνται ανεμπόδιστα, χωρίς χρήμα δεν πας πουθενά, χωρίς δύναμη και επιρροή δεν έχεις στον ήλιο μοίρα». Με την νηστεία ο άνθρωπος υποτάσσει τις επιθυμίες της σάρκας του διακηρύττοντας ότι Μονάχα με τροφή και όλα τα άλλα τα αποκαλούμενα “αναγκαία” δεν θα ζήσει ο άνθρωπος. Ο λόγος του Θεού είναι αυτό που χρειάζεται περισσότερο και από την ίδια την τροφή για να μπορέσει να δει τον Θεό και σ’ αυτόν να βρει την ολοκλήρωση.
Όχι στην τυπολατρία!
Νηστεία χωρίς πείνα και νηστεία χωρίς προσευχή δεν είναι λοιπόν νηστεία αλλά κάτι άλλο. Καθώς η σάρκα πεινάει και δεν της δίνεται καμία τροφή παρά μόνο προσευχή ο άνθρωπος συνειδητοποιεί την εξάρτηση του και την απόλυτη ανάγκη του για την ζωή που προσφέρει ο Θεός διαμέσου του Ιησού Χριστού. Κάθε τι άλλο είναι μια καλή δίαιτα, αποτοξίνωση από βλαβερές τροφές μια απεργία πείνας. Σήμερα βλέπουμε τα εστιατόρια να προσφέρουν νηστίσιμα μπιφτέκια, νηστίσιμα γλυκά και όλες τις αγαπημένες μας τροφές σε νηστίσιμη μορφή. Η διαφήμιση τους θυμίζει πολύ την διακήρυξη βάση της οποίας ο διάβολος έχει την διακυβέρνηση αυτού του κόσμου : «Νήστεψε χωρίς να πεινάσεις, στην σάρκα σου είναι η ζωή γιατί να την ταλαιπωρείς με την πείνα;». Καταντά λοιπόν η νηστεία τυπολατρία την οποία ο Θεός απεχθάνεται και την θεωρεί πράξη υποκρισίας. Την καταδικάζει μάλιστα ο ίδιος ο Χριστός στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο λέγοντας «Καλά προφήτευσε ο Ησαϊας για σας τους υποκριτές, όπως είναι γραμμένο: Ο λαός αυτός με τιμάει με τα χείλη, η καρδιά τους όμως απέχει μακριά από μένα· 7 και μάταια με σέβονται, διδάσκοντας διδασκαλίες, εντολές ανθρώπων».
Η νηστεία μας λοιπόν πρέπει να δηλώνει την πείνα μας για τον Θεό και την δίψα της καρδιάς μας για τον λόγο του. Σαν τέτοια πρέπει να είναι αυστηρά προσωπική χωρίς να ζητά να φανερωθεί στους γύρω της ενώ πάντα θα πρέπει να είναι συνοδευόμενη από πνευματική τροφή ( τον λόγο του Θεού και την προσευχή). Στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο 6 διαβάζουμε : 16 Και όταν νηστεύετε, μη γίνεστε σαν τους υποκριτές, σκυθρωποί· επειδή, αφήνουν άπλυτα τα πρόσωπά τους, για να φανούν στους ανθρώπους ότι νηστεύουν· σας διαβεβαιώνω, ότι έχουν ήδη τον μισθό τους.17 Εσύ, όμως, όταν νηστεύεις, λούσε το κεφάλι σου, και πλύνε το πρόσωπό σου·18 για να μη φανείς στους ανθρώπους ότι νηστεύεις, αλλά στον Πατέρα σου που είναι στον κρυφό χώρο· και ο Πατέρας σου που βλέπει στον κρυφό χώρο, θα σου ανταποδώσει στα φανερά.
Μια παθιασμένη εκζήτηση του Θεού
Είναι λάθος βέβαια να πιστεύει κανείς ότι όταν φάει κάτι που δεν είναι νηστίσιμο την περίοδο αυτή θα τον μολύνει. Κοιτάξτε τι λέει ο λόγος του Θεού στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο 7:
15 δεν υπάρχει τίποτε που, απέξω από τον άνθρωπο, μπαίνει μέσα του, το οποίο μπορεί να τον μολύνει, αλλά αυτά που βγαίνουν απ’ αυτόν, εκείνα είναι που μολύνουν τον άνθρωπο.
18 Και τους λέει: Έτσι ασύνετοι είστε κι εσείς; Δεν καταλαβαίνετε ότι κάθε τι απέξω, που μπαίνει μέσα στον άνθρωπο, δεν μπορεί να τον μολύνει; 19 Επειδή, δεν μπαίνει μέσα στην καρδιά του, αλλά στην κοιλιά· και αποβάλλεται στο αποχωρητήριο, καθαρίζοντας όλα τα φαγητά. 20 Έλεγε, μάλιστα, ότι: Αυτό που βγαίνει από μέσα από τον άνθρωπο, εκείνο μολύνει τον άνθρωπο· 21 επειδή, από μέσα από την καρδιά των ανθρώπων βγαίνουν οι κακοί συλλογισμοί, μοιχείες, πορνείες, φόνοι, 22 κλοπές, πλεονεξίες, πονηρίες, δόλος, ασέλγεια, πονηρό βλέμμα, βλασφημία, υπερηφάνεια, αφροσύνη. 23 Όλα αυτά τα πονηρά βγαίνουν από μέσα, και μολύνουν τον άνθρωπο. Νηστεία δεν είναι κάποιος καθαρισμός που αν δεν τον ακολουθήσω θα μολυνθώ αλλά μια παθιασμένη εκζήτηση του Θεού που αν ο πιστός την αγνοήσει στερείτε σημαντικά πνευματικά σκαλοπάτια της πίστης. Προσοχή λοιπόν, η νηστεία δεν είναι το καθήκον μας απέναντι στον Θεό αλλά η έμπρακτη εκδήλωση της εξάρτησης μας σ’ αυτόν και ο χορτασμός της ψυχής και του Πνεύματος μας με τον λόγο του.
Συμπέρασμα
Συμπεραίνουμε ότι η αληθινή νηστεία είναι πολύ ωφέλιμη για τον πιστό όταν αυτή δεν γίνεται από τυπολατρία. Πόσο θα νηστέψεις και σε τι βαθμό έχει σημασία μόνο όταν στέκεσαι μόνος σου μπροστά στον Θεό. Η νηστεία μας για να έχει αποτέλεσμα πρέπει να γίνεται αυστηρά μεταξύ μας και του Θεού και να συνοδεύεται από προσευχή και εκζήτηση του προσώπου του. Καθώς η σάρκα μας δοκιμάζεται ο Θεός μας καλεί σε μια μάχη την οποία κερδίζοντας την διακηρύττουμε μαζί με τον Χριστό ότι «Μονάχα με ψωμί δεν θα ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με κάθε λόγο τού Θεού». Τέτοια νηστεία έχει θαυματουργικές ιδιότητες αφού αγγίζει την καρδιά του παντοδύναμου και πολυέλεου Θεού.
Η αληθινή νηστεία
Ολοκληρώνοντας δεν πρέπει να παραλείψουμε το μεγαλείο της νηστείας όπως μας περιγράφεται στο βιβλίο του προφήτη Ησαΐα στην Παλαιά Διαθήκη: Ησαΐας 58: 6Η νηστεία που εγώ διάλεξα, δεν είναι τούτη; Το να λύνεις τούς δεσμούς της κακίας, το να διαλύεις βαριά φορτία, και το να αφήνεις ελεύθερους τους καταδυναστευμένους, και το να συντρίβεις κάθε ζυγό;7.Δεν είναι το να μοιράζεις το ψωμί σου σ’ αυτόν που πεινάει, και να βάζεις μέσα στο σπίτι σου τους άστεγους φτωχούς; Όταν βλέπεις τον γυμνό, να τον ντύνεις, και να μη κρύβεις τον εαυτό σου από φόβο μην δεις τη σάρκα του;
Διαλύω βαριά φορτία καθώς φορτώνομαι προσωπικά το βάρος τους.
Αφήνω ελεύθερους τους καταδυναστευμένους και συντρίβω κάθε ζυγό διακηρύττοντας με την ζωή μου τα καλά νέα : “ Ο Χριστός πλήρωσε την τιμωρία της αμαρτίας μας ώστε καθ’ ένας που πιστεύει σ’ αυτόν να απελευθερωθεί από το βάρος και τον ζυγό της.”
Η ζωή μου είναι γεμάτη από αγαθοεργίες και φιλανθρωπίες που πηγάζουν από αγνή αγάπη για τον Θεό.
Για να γίνουν όλα αυτά χρειάζεται όλο σου το θέλω όλο σου το μυαλό και υποταγή όλων σου των συναισθημάτων, δηλαδή η υποταγή και παράδοση στον Θεό όλης σου της ψυχής. Ο Θεός δεν θέλει να θυσιάσεις γι’ αυτόν κάτι αλλά ζητά η θυσία που θα κάνεις να είναι η εκδήλωση της έμπρακτης αγάπης που θα δείξεις στον συνάνθρωπο σου.
Ποιός μπορεί να διηγηθεί τις αταξίες, που κάνουν οι Χριστιανοί κατά την περίοδο των Αποκρέων, και μάλιστα στα νησιά; Στ’ αλήθεια, θα μπορούσε να πεί κανείς, ότι τότε οι Χριστιανοί δαιμονίζονται όλοι, διότι χορεύουν, παίζουν, τραγουδούν ασυνείδητα, μέχρι και αυτοί οι πλέον γέροντες. Καί, όποιος δεν χορέψει ή δεν τραγουδήσει, θεωρείται τρελός, διότι οι άνδρες φορούν γυναικεία φορέματα και οι γυναίκες ανδρικά· διότι ντύνεται ο καθένας με διαφορετικά ρούχα και μάσκες, τις κοινώς αποκαλούμενες μουτσούνες· τότε δεν έχει διαφορά η ημέρα από την νύκτα· διότι επίσης με την ημέρα και όλη η νύκτα ξοδεύεται σε χορούς και μασκαριλίκια· τότε δεν διαφέρουν οι λαικοί από τους κληρικούς και τους ιερωμένους· διότι όλοι εξ ίσου ατακτούν· τότε, για να πώ έτσι, πανηγυρίζει η ασέλγεια· γιορτάζει η ακολασία· ευφραίνεται η μέθη· αγάλλεται η τρυφή και η ασωτεία· χορεύει ο διάβολος με δέκα μανδύλια και μαζί με αυτόν χορεύει όλο το πλήθος των δαιμόνων· διότι το κέρδος, που κάνουν μόνο στις αποκριές, δεν μπορούν να το αποκτήσουν σε ολόκληρο τον χρόνο. Λυπάται δε η αρετή· στενοχωριέται η σωφροσύνη· οδύρεται η χριστιανική σεμνότητα και η ευταξία· διώχνεται ο φόβος του Θεού και ο φόβος της κολάσεως και της κρίσεως· πενθεί ο Χριστός και θρηνούν όλοι οι άγγελοι και οι δίκαιοι.
«Ω, και ποιός να μη κλάψει; και ποιός να μη χύσει καρδιοστάλακτα δάκρυα, βλέποντας την απώλεια και την ανοησία αυτών των Χριστιανών;
Αυτοί είναι τόσο ανόητοι, πού αντί να κερδίσουν από την νηστεία της Αγίας Τεσσαρακοστής, περισσότερο ζημιώνονται από τις απόκριες, και, για να κερδίσουν ένα, χάνουν εκατό· και κάνουν οι άθλιοι σαν τους ανόητους εμπόρους, τρέχοντας σε ζημία και όχι σε κέρδος· διότι ασύγκριτα μεγαλύτερη είναι η βλάβη που δέχονται κατά τις απόκριες, παρά ηωφέλεια που λαμβάνουν από την Τεσσαρακοστή που έρχεται· ίλεως, ίλεως, ίλεως να γίνη ο Θεός. Καί μακάρι αυτός να φωτίση τους άγιους Αρχιερείς και τους πνευματικούς και τους διδασκάλους, να εμποδίσουν αυτά τα κακά με αφορισμούς και με επιτίμια, όπως ορίζει και ο ξβ’ Κανόνας της αγίας και Οικουμενικής Συνόδου:
«Τας ούτω λεγομένας Καλάνδας, και τα λεγόμενα Βοτά, και τα καλούμενα Βουμάλια…κατά τι έθος παλαιόν και αλλότριόν του των Χριστιανών βίου, αποπεμπόμεθα, ορίζοντες μηδένα άνδρα γυναικείαν στολήν ενδιδύσκεσθαι ή γυναίκα την ανδράσιν αρμόδιον αλλά μήτε προσωπεία κωμικά ή σατυρικά ή τραγικά υποδύεσθαι· μήτε το του βδελυκτού Διονύσου όνομα την σταφυλήν εκθλίβοντος εν τοις ληνοίς επιβοάν…. Τούς ούν από του νυν τι των προειρημένων επιτελείν εγχειρούντας, εν γνώσει τούτων καθισταμένους, τούτους, ει μεν κληρικοί είεν, καθαιρείσθαι προστάσσομεν, ει δε λαικοί, αφορίζεσθαι».
*«Χρηστοήθεια των Χριστιανών», Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Λόγος Β’, Μεταφραστής: Βενέδικτος Ιερομόναχος Αγιορείτης, Εκδότης: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου Νέα Σκήτη Αγίου Όρους, Έτος έκδοσης: 2010
Την επίκληση «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς» πολλοί την παρεξηγούν. Νομίζουν ότι δι’ αυτής η Θεοτόκος κηρύσσεται ως κύρια πηγή σωτηρίας, αξίωμα που ανήκει μόνο στον άχραντο τόκο της, τον Θεάνθρωπο Κύριο. Γι’ αυτό αντικαθιστούν την επίκληση, που θεωρούν δογματικά εσφαλμένη, με άλλη: «Υπεραγία Θεοτόκε πρέσβευε υπέρ ημών». Η αντικατάσταση αυτή, ορθή στο νόημα και τη διατύπωσή της, δεν έρχεται ωστόσο σε αντίθεση προς την πρώτη επίκληση. Και οι δύο εκφράζουν το ίδιο πράγμα.
Κατά τη δογματική πίστη της Εκκλησίας μας, η Θεοτόκος ουδέποτε λαμβάνεται ως πρώτη και κύρια πηγή σωτηρίας, κάτι που θα ερχόταν σε αντίθεση με το λυτρωτικό αξίωμα του Χριστού, «ως μόνου μεσίτη μεταξύ Θεού και ανθρώπων και ως μόνης πηγής σωτηρίας».
Σε μια τέτοια περίπτωση η πρόταση θα ήταν δογματικώς επιλήψιμη, η δε Εκκλησία δεν θα τη χρησιμοποιούσε στη λατρεία της. Το ρήμα σώζω («σώσον») εδώ έχει άλλη σημασία, κυρίως σε ο,τι αφορά στο όργανο δια του οποίου τελείται η σωτηρία.
Η Θεοτόκος σώζει τον άνθρωπο όχι ως πρώτη και κύρια πηγή σωτηρίας, αλλά κατά δεύτερο λόγο και έμμεσα, δια της προσευχής, των δεήσεων και της χάρης της, ως πάναγνης Μητέρας του σαρκωθέντα Λόγου του Θεού.
Αυτό ισχύει και για την προσευχή και το μεσιτικό αξίωμα όλων των Αγίων. …Σε τελική ανάλυση και εφόσον η σωτηρία παρέχεται από το Θεό δια της πρεσβείας της αγνής Θεομήτορος, οι δύο επικλήσεις εκφράζουν το ίδιο πράγμα και δεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστικός προβληματισμός σ’ εκείνους που γνωρίζουν τα δογματικά ζητήματα της πίστεως μας. Στα αστήρικτα βέβαια πνεύματα μπορεί να υπάρξει κάποιος «σκανδαλισμός», σ` αυτά όμως πρέπει να φωτίζει και να καθοδηγεί στην αλήθεια η διδάσκουσα αρχή της Εκκλησίας.
Η ζωή του ανθρώπου στη γη αυτή είναι γεμάτη πειρασμούς, είτε από την εσωτερική φύση του ανθρώπου, η οποία, επιρρεπής στην αμαρτία αυτοπειράζεται, είτε από το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο ο άνθρωπος ζει, ο κόσμος που είναι γεμάτος από παγίδες, κακότητα και πορνική φιληδονία, είτε και από συμβάντα ζωής έκτακτα και αναπάντεχα, τα οποία θέτουν σε κίνδυνο την αντοχή και την ψυχική ευστάθεια του ανθρώπου.
Οι πειρασμοί, οι τόσο συχνοί στη ζωή μας, έχουν διπλή όψη, θετική και αρνητική. Από τη μια δοκιμάζουν τον άνθρωπο, αυξάνοντας την αντοχή, την υπομονή και την πίστη του στην πρόνοια του Θεού, εκτρέφοντας την ελπίδα και τη γλυκιά αίσθηση του σωτηρίου στο οδοιπορικό του πιστού προς την ουράνια θεία βασιλεία· από την άλλη όμως, δεδομένης της αδυναμίας της φύσεως, είναι δυνατό να οδηγήσουν τον άνθρωπο σε πτώση, με ο,τι αυτό συνεπάγεται στην ηθική και την πνευματική ζωή του. Κι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Κύριος, στην προσευχή που μας παρέδωσε, μας είπε να προσευχόμαστε: «Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν».
Οι πιστοί, έχοντας παρρησία προς την αειπάρθενη Μητέρα του Χριστού, καταφεύγουν στη χάρη της, ζητώντας απ’ αυτή λύτρωση από τις δυσχέρειες και τα δεινά, που καθημερινά τους ταλαιπωρούν και τους συνθλίβουν.
Ο Άγιος Χαράλαμπος
ο Ιερομάρτυς και θαυματουργός, γεννήθηκε στην Μαγνησία το 90 μ.Χ.
περίπου και μαρτύρησε στα χρόνια των μεγάλων διωγμών της Χριστιανοσύνης.
Η Μαγνησία αυτή κατά πάσαν πιθανότητα ήτανε στη Θεσσαλία. Τα ερείπιά
της σώζονται ακόμη κοντά στο χωριό που λέγεται «Μηλιές». Είχε το
ευτύχημα να γεννηθή από γονείς ευσεβείς χριστιανούς που κρατούσανε την
πίστι τους στο Χριστό με κίνδυνο της ζωής τους στους δύσκολους, αλλά
ηρωικούς εκείνους χρόνους των διωγμών.
Στην
Μαγνησία έζησε όλη του την ζωή ο Άγιος Χαράλαμπος. Εκεί σαν νέος, ήτανε
φωτεινό παράδειγμα συνετής ζωής. Αργότερα η πίστις του στο Χριστό έγινε
πιο φλογερή και η επιθυμία του να βοηθήση τους Χριστιανούς και τους
ειδωλολάτρες, να σωθούνε, πιο μεγάλη. Δεν μπορούσε να ησυχάση, όταν
σκεπτότανε, ότι υπάρχουν άνθρωποι μακρυά από το Χριστό, που δεν ξέρουν
ποιος είναι ο προορισμός τους και γιατί ζουν εδώ στη γη.
Είναι
κρίμα, έλεγε, είναι τρομερό, είναι αδιανόητο να ζούνε οι άνθρωποι στην
πλάνη της ειδωλολατρείας και να πάνε κατόπιν στην Κόλασι.
Αφιερώθηκε,
λοιπόν, εις την υπηρεσία του Χριστού. Έγινε ιερέας το 130 μ.Χ. Από την
θέσι του τώρα αυτή, από το θείο αυτό αξίωμα της Ιερωσύνης, ανέλαβε τον
μεγάλον αγώνα, αφ’ ενός ν’ ανοίξη τα μάτια του κόσμου και να δουν τον
κίνδυνον από την ειδωλολατρικήν πλάνην και αφ’ ετέρου ν’ αγιάζη με τα
μυστήρια τους πιστούς και να τους οδηγή στην τελειότητα. Μπροστά σε
Χριστιανούς και ειδωλολάτρες, άρχισε τα φλογερά χριστιανικά κηρύγματά
του. Καίτοι σ’ όλη του τη μακρά ζωή — έζησε 113 χρόνια — έγιναν πολλοί
διωγμοί των Χριστιανών και αυτός ποθούσε το μαρτύριο, και δεν ελάμβανε
κανένα μέτρο, εν τούτοις επέζησε, διότι ο Θεός τον εφύλαττε γι’
αργότερα. Εμαρτύρησε το 202 μ.Χ.
Γαλήνιος μπροστά στον οργισμένο άρχοντα.
Τότε
αυτοκράτορας στη Ρώμη ήτανε ένας ασεβής και χριστιανομάχος, ο Σεβήρος
(193-211 μ.Χ.). Ο αυτοκράτορας αυτός και τα γράμματα αγαπούσε και τις
τέχνες υποστήριζε και λαμπρές υπηρεσίες στη νομοθεσία προσέφερε. Μένει
όμως εις αίσχος και εντροπήν του το ότι, όχι μόνο τον Χριστιανισμό δεν
μπόρεσε να εννοήση, αλλά και τους Χριστιανούς σκληρά τους κατεδίωξε.
Είχε κηρύξει φοβερό διωγμό εναντίον των Χριστιανών. Σε όλες τις μεγάλες
πόλεις είχε διορίσει ηγεμόνες ειδωλολάτρες και είχε δώσει αυστηρές διαταγές. Όποιος ήτανε Χριστιανός, όποιος καταφρονούσε τα είδωλα, όποιος δεν ακολουθούσε τις διαταγές του, τον περίμεναν σκληρά βασανιστήρια και φρικτός θάνατος.
Ηγεμόνας
στην περιοχή εκείνη της Μαγνησίας, που ζούσε ο Άγιος Χαράλαμπος, ήτανε
τότε ένας κακόψυχος και θηριόψυχος, Λουκιανός ονομαζόμενος. Αυτός
σκόρπιζε γύρω του την απειλή και την
φοβέρα. Μόλις μάθαινε, ότι σε κάποια πόλι ή επαρχία υπήρχαν Χριστιανοί
και ότι καταφρονούσαν τα είδωλα, έτρεχε εκεί μανιασμένος. Μάζευε τους
Χριστιανούς και τους φυλάκιζε. Έπειτα άρχιζαν τα βασανιστήρια.
Πλημμύριζαν με το αγνό τους αίμα οι πλατείες, οι χώροι συγκεντρώσεων, τα
στάδια και οι δρόμοι.
Όταν
έμαθε ο ηγεμόνας Λουκιανός την χριστιανική δραστηριότητα του Ιερέως
Χαραλάμπους, ωργίσθηκε πολύ. Έξαλλος από το κακό του, έστειλε στρατιώτες
στην Μαγνησία να τον συλλάβουν και να
τον φέρουνε μπροστά του. Πράγματι οι απεσταλμένοι του Λουκιανού φέρανε
σιδηροδέσμιο τον γέροντα κληρικό μπροστά στον ηγεμόνα. Ήτανε τότε
υπέργηρος. Εκατόν δέκα τριών (113) ετών.
Ο ηγεμόνας τον κοίταξε με βλοσυρό και άγριο βλέμμα, και τον ρώτησε απειλητικά:
— Γιατί, Γέροντα, καταφρονείς και παραβαίνεις τις βασιλικές διαταγές; Και γιατί μιλάς εναντίον των θεών μας;
— Εγώ,
του απήντησε ο Άγιος, υπακούω και υποτάσσομαι στον Βασιλέα των Ουρανών,
τον Χριστόν μου. Γονατίζω ευλαβικά στα δικά Του προστάγματα, γιατί ξέρω
πως είναι ποτισμένα με δικαιοσύνη, με αγάπη και σωτηρία της ψυχής. Ο
δικός σας βασιλεύς διατάζει παράλογα πράγματα. Σας προστάζει να
προσκυνάτε Θεούς αναίσθητους, νεκρά στοιχεία, είδωλα άψυχα. Σας νεκρώνει
την ζωή και σας σκοτώνει την ψυχή. Ο ιδικός μου Βασιλεύς, ο Χριστός,
μας οδηγεί στην λύτρωσι, στην αιωνία ζωή. Όποιος ζητήση με θερμή
προσευχή και πίστι την δύναμίν Του, γίνεται και αυτός ισχυρός. Με την
δύναμί Του γίνεται δυνατός. Με την δύναμί Του, εξαφανίζονται οι
αρρώστειες και συντρίβονται οι δαίμονες...
— Φθάνει,
Γέροντα... αρκετά! Δεν έχω όρεξι ν’ ακούω τις ανοησίες σου. Το κήρυγμά
σου, κράτησέ το για άλλους. Εγώ ένα έχω να σου πω. Κι’ αυτό είναι το
συμφέρον σου. Προσκύνα τα είδωλα, γιατί έτσι μονάχα θα μπορέσης να
γλυτώσης τα βασανιστήρια, που σε περιμένουν... Τ’ ακούς, ξεροκέφαλε;
Ο Άγιος χαμογέλασε και του είπε:
— Κακώς
νόμισες, ότι έναν ιερέα του Χριστού θα τον τρομάξουνε οι φοβέρες για
βάσανα και θάνατο. Εγώ έπρεπε να είχα κοιμηθή προ πολλού. Και εάν με
θανατώσης, θα μου δώσης εκείνο, που περιμένω. Άλλωστε ημείς οι
Χριστιανοί τα βάσανα και το θάνατο δεν τα αποφεύγομε, αλλά τα θέλουμε
και τα ποθούμε. Γιατί ημείς είμεθα εξοικειωμένοι με τους αγώνες και τους
πολέμους και όπως οι γενναίοι στρατιώτες, δεν επιθυμούμε τον ήσυχο
θάνατο της κλίνης, αλλά τον δοξασμένο της μάχης.
— Είσαι γέροντας και λυπούμαι τα γεράματά σου, να σε βάλω σε βασανιστήρια, είπε ο Λουκιανός.
— Ας είμαι
γέροντας. Μη με λυπάσαι καθόλου. Αλλά να μάθης, ότι στους ιδικούς μας
αγώνας το παν είναι η ψυχή. Αυτή δεν γηράσκει με την ηλικία.
Αμφιβάλλεις, Έπαρχε, γι’ αυτό; Δοκίμασε. Και θα
δης, ότι οι δήμιοί σου θα κουρασθούνε και ο ιερεύς Χαράλαμπος, με την
χάριν του Χριστού, δεν θα τους πη να τον λυπηθούνε. Άλλωστε, χωρίς
στερήσεις, χωρίς υπομονή και χωρίς βάσανα, πως θα κερδίσουμε την
Βασιλεία των Ουρανών; Αυτά, άρχοντά μου, τα βάσανα, μας ανοίγουν τις πόρτες
της αιωνίου ευτυχίας. Υπάρχει καλλίτερο από τα βάσανα; Αυτά μας
φέρνουνε κοντά στον Χριστό μας. Γιατί, λοιπόν, να τ’ αποφεύγουμε; Έπειτα
όλα αυτά περνούν τόσο γρήγορα!
Τον γδέρνουν!
Έπειτα
από την σταθερή αυτή απάντησι το συμβούλιο των αρχόντων τα έχασε. Του
φέρανε όμως μπροστά του όλα τα σύνεργα των βασανιστηρίων, για να τον
φοβίσουν και για να τον κλονίσουν. Του τα δείξανε ένα προς ένα. Του
είπανε, πώς σχίζονται με αυτά οι σάρκες, πώς τσακίζονται τα κόκκαλα και
πώς βγαίνουν τα νύχια. Ο Άγιος τα κοίταζε με αδιαφορία και απάθεια.
— Ξεροκέφαλε, του λέγει ο Έπαρχος, μη σκέφτεσαι καθόλου. Θυσίασε στους μεγάλους θεούς μας. Το καταλαβαίνεις;
— Αυτό,
τους αποκρίθηκε, δεν θα γίνη ποτέ. Δεν είμαι ανόητος να ζητώ την
καταστροφή μου. Δεν πουλάω την ψυχή μου στον Σατανά. Μια ζωή ολόκληρη
προσφέρω θυσία στο Χριστό και τώρα να την προσφέρω στο Σατανά; Θεός
φυλάξοι!
Από
τα λόγια του αυτά οι άρχοντες των ειδωλολατρών αγριέψανε και γίνανε
θηρία. Οργή και μίσος απάνθρωπον και κακία απερίγραπτος φούντωσε στις
καρδιές τους. Διέταξαν αμέσως να γδάρουν τον υπέργηρον Ιερέα του Υψίστου
ζωντανόν! Δεν λυπηθήκανε οι αλητήριοι τα βαθειά γηράματά του. Δεν
σεβαστήκανε τα 113 του χρόνια!
Τον
γύμνωσαν αμέσως, του πετάξανε καταγής την ιερή στολή του και αρχίσανε
το απάνθρωπο γδάρσιμο. Αρχίσανε από την κεφαλήν και κόβανε και χωρίζανε
το δέρμα από τις σάρκες. Ο πόνος ήτανε φοβερός, τρομερός, αβάστακτος. Ο
Άγιος όμως σφίγγει τα δόντια του. Κρατάει γερά. Προσεύχεται καιλέγει:
— Θεέ
μου, Σε ευχαριστώ, διότι μου έκανες την μεγάλην τιμήν και μου έδωσες
την περιπόθητη ευκαιρία να καταταγώ μεταξύ των Μαρτύρων. Θεέ μου βοήθησέ
με. Δος μου υπομονή να μείνω πιστός. Σας ευχαριστώ και σας, παιδιά μου,
που μου βασανίζετε το σώμα. Μ’ αυτό, που κάνετε, μου χαρίζετε την
ευτυχία της ψυχής και την ατελείωτη χαρά της Βασιλείας του Θεού.
Ενώ
όμως έλεγε αυτά ο Άγιος, όλοι όσοι τον βλέπανε (οι στρατιώτες, οι
δούλοι, οι βασανισταί και οι άρχοντες), μένανε με το στόμα ανοιχτό. Δεν
μπορούσανε να καταλάβουνε ποιο ήτανε εκείνο που μέσα σ’ αυτόν τον μεγάλο
πόνο, έδιδε στον Μάρτυρα τόση δύναμι και τόση ευτυχία. Δύο μάλιστα
δήμιοι, που τον γδέρνανε, ο Πορφύριος και ο Βάπτος, όταν είδανε την
υπομονήν του Μάρτυρος, για να κερδίση την Βασιλεία του Θεού, πιστέψανε.
Πετάξανε τα μαχαίρια και φωνάξανε:
— Είμαστε και ημείς Χριστιανοί! Φιλούσανε έπειτα τον Άγιο και του ζητούσανε να τους συγχωρέση.
Ο Έπαρχος τότε διέταξε και τους απεκεφάλισαν. Με χαρά το δέχτηκαν. Τότε και τρεις γυναίκες είπανε δυνατά:
— Και εμείς πιστεύουμε στο Χριστό !
Χαρούμενες
και αυτές μαρτυρήσανε για το Χριστό. Η Εκκλησία τους γιορτάζει και
τους 5 την 10ην Φεβρουαρίου μαζί με τον Άγιον Χαράλαμπον.
Στομώνουν οι χειράγρες
Του είχανε γδάρει το κεφάλι οι δυο δήμιοι, που μαρτυρήσανε. Οι άλλοι, που τους διεδέχθησαν, αρπάξανε τιςχειράγρες. Αυτέςήσανε
κάτι σαν σιδερένια χέρια με μυτερά νύχια. Αρχίσανε λοιπόν μ’ αυτές,
απάνθρωπα να τους ξεσχίζουν τις σάρκες. Τρομερό το μαρτύριο. Ο Άγιος
παρέμεινε προσευχόμενος.
Ξαφνικά
όμως, συνέβη κάτι το περίεργο και θαυμαστό: Οι χειράγρες, τα σατανικά
δηλ. όργανά τους, με τα οποία τραβούσανε λωρίδες από το κορμί του Αγίου,
στομώσανε! Δεν μπορούσανε να σχίσουν το δέρμα και τις σάρκες του Αγίου!
Τότε οι βασανισταί λέγανε κατάπληκτοι:
— Τί
συμβαίνει; Μήπως αυτός εδώ είναι ο ίδιος ο Χριστός και ήλθε να μας
τιμωρήση; Μήπως ο Θεός, που πιστεύει ο Χαράλαμπος, είναι αληθινός και
γι’ αυτό στομώνει τις χειράγρες;
Τότε
ένας δούκας, που άκουσε αυτές τις συζητήσεις, θύμωσε πολύ. Σηκώθηκε και
βρίζοντας στρατιώτες, δούλους και βασανιστάς, τους είπε:
— Είστε
χαμένοι, είστε παράλυτοι, είστε ανίκανοι, τρέμουνε τα χέρια σας... Τώρα
θα του δείξω εγώ... Αρπάζει αμέσως, αυτός μόνος του, τις χειράγρες και
μανιασμένος θέλησε να τις μπήξη στο γέρικο υπεραιωνόβιο και ασκητικό
κορμί του Ιερομάρτυρα. Ο Θεός όμως, για να ενισχύση την πίστι του Αγίου
και για να του δείξη, ότι βρίσκεται κοντά του και παρακολουθεί τους
πόνους του, έκαμε το θαύμα Του. Κόπηκαν αμέσως τα χέρια του δούκα από
τους αγκώνας και κάτω και μείνανε κολλημένα με τις χειράγρες στο σώμα
του Αγίου! Τρομαγμένος τότε ο δούκας, πονώντας και αυτός αφόρητα, έπεσε
χάμω, φωνάζοντας, κλαίγοντας και λέγοντας:
— Βοηθήστε με. Αυτός εδώ είναι επικίνδυνος. Μου έκοψε τα χέρια. Σώστε με... Σώστε με. Βοηθήστε με... Είναι μάγος...
Τότε
ο ηγεμόνας πλησίασε και σαν είδε τα χέρια του δούκα κρεμασμένα από το
σώμα του Μάρτυρα, από το κακό του έγινε έξω φρενών και έφτυσε τον Άγιο
στο πρόσωπο. Ο Θεός όμως του το έδωσε και αυτού αμέσως το θαύμα.
Στράβωσε αμέσως ο λαιμός του και κύτταζε τώρα το πρόσωπό του προς την
πλάτη του! Ήτανε ο δυστυχής ένα ελεεινό και αξιολύπητο θέαμα.
Ο λαός της Μαγνησίας, που έβλεπε αυτές τις τιμωρίες του Θεού φοβήθηκε και παρακαλούσε τον Άγιο, λέγοντας:
— Σταμάτα,
σε παρακαλούμεν, Άγιε, την οργήν του Κυρίου. Μην ανταποδίδης κακόν αντί
κακού. Αλλά όπως λέγει ο Χριστός, ευεργέτησε εκείνους, που σε μισούν.
— Ζη
Κύριος ο Θεός μου, αποκρίθηκε ο Άγιος. Σας βεβαιώ, δεν το κάνω εγώ από
κακία, αλλά τους τιμωρεί ο Κύριος, διότι είναι κακοί και ασεβείς. Το
κάνει ο Κύριος ακόμη και διότι θέλει να τα βλέπετε σεις και να γίνουν
παράδειγμα, για σας. Θέλει να Τον πιστέψετε, να Τον ακολουθήσετε και να
σας δώση την αιώνια ζωή και Βασιλεία.
Το πλήθος τότε φώναξε συγκινημένο προς τον Κύριο, λέγοντας:
— Μην
κάνης να χαθούμε, Δέσποτα. Αλλά συγχώρησέ μας σε ό,τι Σου φταίξαμε.
Τότε πολλοί από αυτούς, που είδανε με τα μάτια τους τη Δύναμι του Θεού
και τα θαύματα, πιστέψανε. Αλλά και ο δούκας τώρα παρακαλούσε τον Άγιο,
λέγοντας:
— Άγγελε
του Θεού και ουράνιε άνθρωπε, βοήθησέ με τον ταλαίπωρον. Εγώ υποφέρω
από πόνους τρομερούς, αλλά και συ έχεις επάνω σου το βάρος των κομμένων
χεριών μου. Γιάτρεψέ με σε παρακαλώ, για να απαλλαγώ εγώ από τους πόνους
και συ από το βάρος. Σου υπόσχομαι, ότι αν γιατρευθώ, θα πιστέψω στον
δικό σου τον Θεό. Ο Άγιος τον λυπήθηκε και προσευχήθηκε στον Κύριο ως
εξής:
— Σε
ευχαριστούμεν, Δέσποτα, διότι πάντοτε μας προστατεύεις. Ίδε τώρα την
ταπείνωσιν των πεπεδημένων δούλων Σου και λύσε τους από τα αόρατα αυτά
δεσμά, εις δόξαν του Αγίου Ονόματός Σου.
Μόλις είπεν τα λόγια αυτά,ακούστηκε από τον Ουρανό φωνή, που του έλεγε:
—Χαίρε,
αθλητά Χαράλαμπε, συνόμιλε των Αγγέλων και ομότροπε των Αποστόλων.
Ήκουσα την δέησίν σου και δίδω την ίασιν εις τους ασεβείς.
Αυτοστιγμεί
τότε γιατρεύτηκαν όλοι, όσοι τιμωρήθηκαν! Ο δούκας που του
αποκαταστάθηκαν τα χέρια του σαν πρώτα, πίστεψε στον Χριστό και
βαφτίστηκε. Και ο ηγεμόνας που επανήλθε το πρόσωπό του στη θέσι του,
σταμάτησε τον διωγμό κατά των Χριστιανών μέχρις ότου αναφέρει τα
γενόμενα στον βασιλέα.
Ο
Άγιος μεταφέρθηκε εν συνεχεία στο σπιτάκι του. Αυτό το σπίτι του έγινε
προσκύνημα. Πηγαίνανε οι κάτοικοι της Μαγνησίας και των περιχώρων και
τον βλέπανε. Κατάκοιτος και εξαντλημένος από όσα έπαθε, από το κρεββάτι
του, τους δίδασκε τι πρέπει να κάνουν, για να σωθούνε. Εξωμολογούντο τιςαμαρτίες τους. Αλλά και πολλοί ειδωλολάτρες πιστεύανε και εβαπτίζοντο.
Τότε,
μετά το μαρτύριό του, ο Άγιος έκανε πολλά θαύματα και πολλές θεραπείες
ασθενών. Τυφλοί αναβλέπανε, κουτσοί περιπατούσανε, δαιμονιζόμενοι
απαλλάσονταν από τα δαιμόνια και βρίσκανε γαλήνη. Και πολλές άλλες
αρρώστειες με την ευχή του Αγίου εξαφανιζόντανε. Ακόμη και αναστάσεις
νεκρών έγιναν με την προσευχή του Αγίου.
Καρφιά στη ράχη του
Ο
ηγεμόνας όμως βλέποντας αυτά τα θαυμάσια, σηκώθηκε και πήγε μόνος του
στο βασιληά. Του ανέφερε καταλεπτώς δια τον Άγιο όλα όσα συνέβησαν. Ο
ασεβής Σεβήρος, αντί να πιστέψη, μόλις τ’ άκουσε, άναψε από τον θυμό του
και έλεγε:
— Γιατί
αμελείτε θεοί αιώνιοι, και δεν εξολοθρεύετε από προσώπου της γης αυτούς
τους ασεβείς, που σας υβρίζουνε, και σας εμπαίζουνε;
Αμέσως
κατόπιν έστειλε αρκετούς στρατιώτες με την διαταγή να καρφώσουν σ’ όλη
τη ράχη του Μάρτυρος καρφιά κατόπιν να τον σύρουν από την Μαγνησία σε
κάποια άλλη πόλι, Αντιόχεια ονομαζομένη. Δεν φαίνεται να ήταν η μεγάλη
Αντιόχεια της Συρίας, διότι ήτανε πολύ μακρυά. Κατά δε την αρχαιότητα
υπήρχαν και άλλες είκοσι οκτώ πόλεις, που έφεραν το όνομα Αντιόχεια.
Πράγματι!
Πήγανε οι στρατιώτες και μπήξανε τα καρφιά με πολλή σκληρότητα και
ασπλαχνία στο σώμα του Μάρτυρος. Κατόπιν τον δέσανε από την μεγάλην
γενειάδα του και τον τραβούσανε αλύπητα οι απάνθρωποι, χωρίς καθόλου να
σκεφθούν τα βαθειά γεράματά του.
Στην φωτιά να τον κάψουν
Έπειτα
από αυτό οι στρατιώτες φοβηθήκανε και πήγανε τον Άγιο με άνεσιν στην
Αντιόχεια. Δεν θελήσανε όμως και να παραβούν το πρόσταγμα τουάρχοντός των.
Αλλά ο διάβολος μετασχηματίστηκε σαν γέροντας και φάνηκε στον Σεβήρο λέγοντας:
— Αλλοίμονό
σου, βασιλεύ. Εγώ είμαι ο βασιλεύς των Σκυθών και ήλθε στην πατρίδα μου
ένας μάγος, που τον λένε Χαραλάμπη, αυτός μου πήρε όλους τους
στρατιώτες και ήλθα να σου το πω για να φυλαχθής να μη πάθης και συ το
ίδιο.
Αυτό τον εξαγρίωσε τον Σεβήρο εναντίον του Αγίου. Γι’ αυτό όταν φέρανε μπροστά του τον Άγιο διέταξε να του καρφώσουν στο στήθος μια μεγάλη σούβλα. Κατόπιν να φέρουν ξύλα, ν’ ανάψουν φωτιά και να καίνε τον Άγιο, ώσπου να ξεψυχήση.
Περάσανε
λοιπόν τη σούβλα στον Άγιο και επί πολλή ώρα τον καίγανε, αλλά δεν
έπαθε τίποτε ο Άγιος, διότι η φωτιά έσβυσε. Ο Άγιος λες και ξανάνοιωσε.
Στεκότανε ευθυτενής και ροδοκόκκινος.
Τότε ο βασιλεύς είπε να τον λύσουν και να τον πάνε κοντά του. Πράγματι τον λύσανε. Και ο βασιλεύς, δια να δικαιολογηθή του είπε:
— Σου
τα έκαμα αυτά τα μαρτύρια από φόβο διότι μου είπε ο βασιλεύς των Σκυθών
ότι είσαι μεγάλος μάγος... Σε παρακαλώ να μην μνησικακήσης εναντίον μου
και σε ό,τι σε ερωτήσω να μου απηντήσης. Πες μου πρώτα πόσων χρονών
είσαι.
— Εκατόν δέκα τριών χρονών, του απάντησε ο Άγιος.
— Αφού
λοιπόν τόσα χρόνια έζησες, πώς δεν έχεις λίγο μυαλό να γνωρίσης τους
αθανάτους θεούς, παρά κάθεσαι και προσκυνάς τον Χριστόν, σαν να είσαι
ανόητος;
— Επειδή,
του αποκρίθηκε ο Άγιος, τόσα πολλά χρόνια έζησα, εγνώρισα την Αλήθεια
και προσκυνώ τον Αληθινό Θεό, τον Παντοδύναμο και Πανοικτίρμονα!
Τα δύο θαύματα
— Άκουσα, λέγει ο βασιλεύς, ότι μπορείς και νεκρούς ν’ αναστήσης.
— Αυτό,
του απήντησε, μόνον ο Δεσπότης — Χριστός μπορεί να το κάμη, όχι
άνθρωπος. Τότε ο Σεβήρος διέταξε και φέρανε εκεί ένα δαιμονισμένο, που
βασανιζότανε ο δυστυχής από τον σατανά 36 χρόνια. Όταν αυτός έφθασε
κοντά στον Άγιο, λες και καιγότανε από φωτιά, πονούσε τρομερά, γι’ αυτό
φώναζε ο δαίμονας:
— Σε
παρακαλώ, δούλε του Χριστού, μη με βασανίσης, αλλά ειπέ ένα λόγο και
βγαίνω. Και αν θέλης να διατάξης, θα σου πω, διατί μπήκα σε αυτόν τον
άνθρωπον.
— Λέγε, ακάθαρτο πνεύμα, του είπε ο Άγιος.
— Αυτός,
είπε το πονηρόν πνεύμα, έκλεψε τα πράγματα του γείτονά του και κατόπιν
εσκότωσε τον κληρονόμον του. Και αφού τον βρήκα σε τέτοια αμαρτία, μπήκα
μέσα του και τον βασανίζω τώρα 36 χρόνια.
Τότε ο Άγιος επετίμησε τον δαίμονα και εξήλθε.
—Πραγματικά,
Μέγας είναι ο Θεός των Χριστιανών, είπε θαυμάζοντας ο βασιλεύς. Έπειτα
από τρεις ημέρες, απέθανε κάποιος νέος. Και ο βασιλεύς λέγει στον Άγιο:
—Ανάστησέ τον αυτόν τον νεκρόν αν μπορής.
Ο Άγιος για να δοξασθή το όνομα του Θεού, έκαμε πολλή προσευχή και αναστήθηκε ο νεκρός. Αυτόέκαμε
μεγάλη κατάπληξιν σε όλους και πολλοί από τον όχλον πιστέψανε στον
Χριστό. Ο πορωμένος όμως έπαρχος Κρίσπος είπε στον βασιλέα:
—Θανάτωσέ τον επί τέλους αυτόν τον άνθρωπον, γιατί με τις μαγείες του κάνει αυτά τα τερατουργήματα.
Αμέσως τότε ο Σεβήρος άλλαξε γνώμην και λέγει προς τον Μάρτυρα.
— Θυσίασε, Χαράλαμπε, στους θεούς για ν’ απαλλαγής από τα βασανιστήρια.
— Όσο περισσότερο με βασανίσης, του είπε οΆγιος, τόσο περισσότερο ευφραίνεται η ψυχή μου.
Τότε
εξεμάνη ο βασιλεύς και διέταξε να του συντρίψουν με πέτρες τις
σιαγόνες, και να κάψουν με λαμπάδες την γενειάδα και το πρόσωπόν του. Το
πυρ όμως λες και είχε λογική, πήδησε και έκαψε όσους στεκόντουσαν
κοντά.
Θαυμάζοντας με αυτά,που
έβλεπε, ρωτούσε τους γύρω του άρχοντας ο βασιλεύς ποιος είναι ο
Χριστός, που κάμνει τέτοια τερατουργήματα. Ο Κρίσπος, που ήταν έπαρχος
είπε περιφρονητικά:
—Γεννήθηκε από μια γυναίκα, που την λέγανε Μαρία, ανύπαντρη και αμαρτωλή...
—Μη βλασφημάς έπαρχε, του είπε ο Αρίσταρχος, διότι εσύ δεν ξεύρεις από τέτοια μυστήρια.
Οι τύραννοι αιωρούνται
Τότε ο βασιλεύς μανιασμένος, γιατί δεν μπορούσε να κάμη τίποτε στον Άγιο γύρισε προς τον ουρανό και έρριχνε βέλη επάνω στον αέραλέγοντας.
— Κατέβα,
Χριστέ, αν είσαι Θεός στη γη να πολεμήσουμε. Τότε όμως έγινε μεγάλος
σεισμός. Φόβος και τρόμος κατέλαβε όλους. Από το σεισμό φαινότανε ο
ουρανός ότι εσείετο σαν ένα δένδρο. Αστραπές και βροντές μεγάλες
ηκούοντο και αίφνης ο βασιλεύς Σεβήρος και ο έπαρχος Κρίσπος
κρεμαστήκανε ψηλά στον αέρα.Φώναζε δε τότε ο βασιλεύς προς τον Άγιον λέγοντας:
— Κύριε
μου Χαράλαμπε, δίκαια τα παθαίνω. Παρακάλεσε όμως τον Κύριο και Θεό σου
να με γλυτώση από την τιμωρία αυτή και εγώ υπόσχομαι να γράψω σε όλες
τις πόλεις να δοξάζηται το Όνομά Του.
Τότε ήλθε εκεί και η κόρη του βασιλέως, που την λέγανε Γαλήνη και του λέγει:
—Πίστεψε
στον Κύριο για να σε γλυτώση και να σε λύση απ’ αυτά τα δεσμά, γιατί
είναι Οικτίρμων και Πανάγαθος. Πίστεψε, γιατί αυτός ο Χριστός είναι
Αληθινός, Θεός Αθάνατος. Όταν τα είπε αυτά προσκύνησε τον Άγιο και του
είπε:
—Παρακάλεσε
τον Κύριο ν’ απαλλάξη τον πατέρα μου από αυτούς τους πόνους και εάν μεν
πιστέψη θα γίνη μεγάλο καλό, εάν όχι θα έχης τουλάχιστον εσύ τον μισθόν
σου μετά θάνατον.
Τότε
προσευχήθηκε ο Άγιος και σταμάτησε η οργή του Θεού. Κατέβηκαν στη γη ο
βασιλεύς και ο έπαρχος και επήγανε στο παλάτι. Μείνανε τρεις ημέρες
έχοντας στο νου τους διαρκώς τον φόβον του Θεού και την οργήν Του.
Η Αγία Γαλήνη
Η κόρη του βασιλέως Γαλήνη είδε εν τω μεταξύ ένα όραμα και το ανέφερε στον Άγιο.
—Μου
φάνηκε, του είπε, πως βρέθηκα σε ένα περιβόλι ωραιότατο, που είχε
δένδρα ευωδέστατα και κρυστάλλινη πηγή. Εκεί κοντά ήτανε ο πατέρας μου
και ο έπαρχος, αλλά ο φύλαξ του κήπου τους έδιωξε με μια πύρινη ράβδο,
εμένα όμως με εσήκωσε και με έβαλε μέσα με τιμή και μου είπε:
— Σε
σένα δόθηκε η κατοικία αυτή και σε όσους σου ομοιάζουν για να
ευφραίνεσθε μαζί πάντοτε. Αυτά είδα και σε παρακαλώ, διδάσκαλε, να μου
τα εξηγήσης.
— Ο
κήπος, της αποκρίθηκε ο Άγιος, που είδες είναι ο Παράδεισος των δικαίων
και εναρέτων εις τον οποίον σε έβαλε ο Δεσπότης - Χριστός. Και τούτο
γιατί Τον πίστεψες. Τον πατέρα σου όμως και τον έπαρχο τους έδιωξε γιατί
δυστυχώς θα αποστατήσουν πάλιν από Αυτόν και θα μας κακοποιήσουν οι
δυστυχείς και αχάριστοι.
Έπειτα από τριάντα ημέρες ο Σεβήρος άλλαξε γνώμη. Κάλεσε τον Άγιον και του είπε:
— Θυσίασε στους θεούς. Μ’ αυτό θα υπακούσης στην εντολήν μου και θα τιμήσης τον εαυτόν σου.
— Τα
λόγια σου, βασιλεύ, είναι πικρά και ασύνετα. Δεν πρέπει να συμμορφωθώ
σ’ αυτά, εγώ είμαι δούλος του Θεού και σ’ Αυτόν υπακούω.
Του
κακοφάνηκε του βασιληά, που του αντιμίλησε. Γι’ αυτό διέταξε να βάλουν
στον στόμα του ένα χαλινάρι, σαν να ήταν άλογο, και να τον σύρουν σ’ όλη
την πόλι για να τον ρεζιλέψουν. Το είπαν και το κάμανε. Ο Άγιος όμως
στο διάστημα αυτό προσευχότανε λέγοντας:
— Δέσποτα
Κύριε Ιησού Χριστέ, Συ έπλασες τον άνθρωπον και τον τίμησες με την
θείαν Σου Εικόνα. Επίβλεψε και ίδε την μανίαν του εκτελεστού τυράννου
διότι τα παθαίνω αυτά για το Όνομά Σου το Άγιον.
Στο σπίτι της ακόλαστης χήρας
Τότε
θύμωσε ο τύραννος κι’ έστρεψε την οργή του στον Άγιο, που δίδαξε την
Γαλήνη. Και για να τον εξευτελίση διέταξε να τον παραδώσουν σε μια χήρα
και ακόλαστη γυναίκα για να τον φυλάξη στο σπίτι της. Αλλά ο Θεός τον
εφύλαξε από τον εξευτελισμόν ως εξής:
Μόλις
πήγε ο Άγιος στο σπίτι της ακούμπησε σε ένα ξηρόν ξύλινο στύλο. Και ω!
του θαύματος αμέσως ο ξηρός στύλος εβλάστησε κι’ έκανε τόσα κλωνάρια
ώστε εγέμισε όλο το σπίτι. Η χήρα εκείνη μόλις είδε τέτοιο παράδοξο
θαύμα προσκύνησε τον Άγιο και του είπε;
— Πήγαινε από το σπίτι μου κύριε, γιατί δεν είμαι αξίαγια να είσαι κοντά μου.
— Μηφοβάσαι παιδί μου, της είπε ο Άγιος, πίστεψε μονάχα στον Κύριο, που είναι Θεός σπλαχνικός.
Την άλλην ημέρα, που είδαν οι γείτονες της χήρας τέτοιο μεγάλο δένδρο μεάνθη και καρπούς μέσα στο δωμάτιό της, εθαύμασαν και μπήκανε μέσα στο σπίτι. Βρήκανε εκεί τον Άγιο, που δίδασκε και τον ερώτησαν:
— Πες μας, συ είσαι ο Χριστός, που λένε;
—Όχι,
τους απάντησε. Εγώ είμαι δούλος του Δεσπότου — Χριστού του Αληθινού
Θεού και με την Χάριν Του και την δύναμίν Του κάμνω τα θαύματα.
Τότε η γυναίκα εκείνη τους είπε την υπόθεσιν και εγκωμίαζε τον Άγιον. Όλοι τους δετον προσκύνησαν, πιστέψανε στον Χριστό και βαπτιστήκανε. Την άλλην ημέραανήγγειλαν στο βασιληά το θαυμαστό αυτό γεγονός. Και ενώ όλοι εθαυμάζανε, ο πορωμένος έπαρχος είπε:
—Πρόσταξε
βασιλεύ ν’ αποκεφαλίσουν αυτόν τον πλάνον, για να μην μείνη και κάνη
και άλλα τέρατα και σημεία και πιστέψουν στον Χριστό περισσότεροι.
Τέλος ειρηνικόν
Πράγματι
ο βασιλεύς εξέδωκε εναντίον του Αγίου την καταδικαστικήν απόφασιν. Οι
δήμιοι επήραν την απόφασιν, πήρανε και τον Άγιο και τον φέρανε στον τόπο
της θανατικής εκτελέσεως.
Ο Άγιος Χαράλαμπος καιόμενος επί της πυράς
ΟΆγιος
όμως στο δρόμο, καθώς έσερνε τα κουρασμένα και πληγωμένα και γέρικα
πόδια του, προσευχότανε με ψαλμούς προς τον Κύριον, που τους ήξερε απ’
έξω. Έλεγε μεταξύ των άλλων και τον εκατοστό ψαλμό:
«Έλεος και κρίσιν άσομαί Σοι Κύριε...».
Όταν ο Άγιος έφτασε εκεί σήκωσε τα χέρια του και τα μάτια του στον ουρανό και προσευχήθηκε:
— Σ’
ευχαριστώ, Κύριε, είπε, γιατί είσαι ελεήμων και φιλάνθρωπος. Συ
Παντοδύναμε εκτύπησες τον εχθρόν μας διάβολον. Συ εκτύπησες και τον Άδην
με το να απαλλάξης από τον θάνατο το ανθρώπινο γένος. Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη Βασιλεία Σου.
Τότε
συνέβη και το εξής θαυμαστόν. Ανοίξανε για μια στιγμή οι Ουρανοί,
φάνηκε ο Χριστός με πλήθος Αγγέλων. Κατέβηκε κοντά του και του λέγει:
— Έλα,
προσφιλέστατε και αγαπημένε μου Χαράλαμπε, που τόσο πολύ κακοπάθησες,
για τ’ Όνομά Μου. Ζήτησέ Μου ποίαν χάριν θέλεις και θ’ ακούσω την δέησίν
σου.
— Και το ότι αξιώθηκα, αποκρίθηκε ο Μάρτυρας, να ιδώτην
φοβεράν δόξαν της παρουσίας Σου, αυτό είναι μεγάλο χάρισμα σ’ εμένα τον
ελάχιστο. Αλλά επειδή η αγαθότης Σου, Κύριε, με προστάζει να Σου ζητήσω
χάρι, παρακαλώ να μου κάνης την εξής:
Σε
όποιο τόπο βρεθή τεμάχιο από το λείψανόν μου και σ’ όποια χώρα
γιορτάζουν το μαρτύριό μου, να μην γίνη εκεί ποτέ πείνα, ούτε πανώλης
που θαθανατώνη τους ανθρώπους πρόωρα. Ούτε πονηρός άνθρωπος που να βλάπτη τους καρπούς, αλλάνα είναι σ’αυτόν τον τόπον ειρήνη σταθερή, ψυχών σωτηρία και σωμάτων θεραπεία. Ναείναι αφθονία σίτου, οίνου, ελαίου, τετραπόδων και άλλων χρησίμων πραγμάτων.
Τύλαγε δε γερά τα βόδια και όλα τα τετράποδα ζώα των ανθρώπων για να γεωργούν τη γη και να δοξάζηται το Όνομά Σου. Συγχώρεσε, Κύριε, σεπαρακαλώ και τιςαμαρτίες των, ωςΑγαθός και Φιλάνθρωπος.
—Να γίνη πιστέ Μου δούλε, το θέλημάσου! Είπε ο Κύριος και αμέσωςεξηφανίσθη.
Μετά ταύτα, ο Άγιος παρέδωσε αμέσωςτην
αγιασμένη του ψυχή στο Χριστό ειρηνικά, πριν προλάβη ο δήμιος να του
κόψη την κεφαλήν! Ο Θεός δεν θέλησε να ταλαιπωρηθή περισσότερο. Αρκετά
βασανίστηκε.
Τα άγια λείψανά του θαυματουργούν
Το Άγιό του λείψανο το παρέλαβε κατόπιν η μακαρία Γαλήνη και το ενεταφίασε μέσα σεχρυσή θήκη, αφούτου
έβαλε πολύτιμα μύρα και αρώματα. Κατόπιν το Άγιο και πανσεβάσμιο
λείψανο του ενδόξου Ιερομάρτυρος Χαραλάμπους, μοιράστηκε χάριν ευλαβείας
στους απανταχού Ορθοδόξους Χριστιανούς. Διώχνει δε το Άγιο λείψανο τα
βάσανα και κάθε ασθένεια, από όσους τον παρακαλούνε.
Υπάρχουν και σήμερα σε πολλούς Ναούς και Μοναστήρια τεμάχια λειψάνων του Αγίου Χαραλάμπους. Η Αγία και πάντιμος Κάρα του βρίσκεται επάνω στα Μετέωρα της Θεσσαλίας, εις το Μοναστήρι του Αγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Κάμνει δε συχνά παράδοξα κι’ εκπληκτικά θαύματα. Υπάρχει εκεί και φυλλάδα, που περιέχει τα θαύματα του Αγίου.
Ιδίως
φυλάττει τους ανθρώπους από την φοβερή νόσο της πανώλους. Γι’ αυτό όσες
φορές ενέσκηπτε η φοβερή αυτή αρρώστεια, κατεβάζανε οι Πατέρες την Αγία
Κάρα του κάτω στις πόλεις και τοκακό σταματούσε αμέσως. Το 1812 η τρομερή αρρώστεια της πανώλους εθέριζε όλη την Ήπειρο.Τότε κάποιος, Μολοσσός ονόματι, πατέρας του Ζώτου Μολοσσού, που έγραψε το λεξικό των Αγίων Πάντων, επήγε στα Μετέωρα κι’ έφερε στην Ήπειρο την Τιμία Κάρα του Αγίου Χαραλάμπους και σταμάτησε το θανατικό.
Επίσης
πολλοί πιστοί την καλούνε στα σπίτια τους, την κατασπάζονται μ’
ευλάβεια και κάνουν Αγιασμό. Και έτσι απαλλάσσονται από κάθε κακό.
Το
1897 έγινε ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος. Τότε οι Τούρκοι πήρανε την
Αγία Κάρα και την εκτύπησαν με χίλιους δυο τρόπους για να ανοίξη και να
πάρουν μόνον το αργυρό κουτί της. Δεν μπορέσανε όμως να το ανοίξουνε. Ο
Θεός τους έδωσε την τιμωρίαν, γιατί κάνανε οι Τούρκοι και άλλες
ιεροσυλίες. Αρρωστήσανε δε όλοι τους βαριά. Πεθάνανε τότε 35.000 Τούρκοι
στην Θεσσαλία από τύφο δια θαύματος του Αγίου.
Όταν
έμαθε ο Σουλτάνος, ότι χάθηκε τόσος πολύς στρατός στην Θεσσαλία, έγραψε
στον Διοικητή του τουρκικού στρατού, Εδέμ, επίσημο γράμμα και τον
ρωτούσε:
—Πώς χάθηκε αυτός ο στρατός, αφού δεν έγινε καμμιά μάχη με τους Έλληνας; Και ο Εδέμ απήντησε τότε ως εξής!
—Όσοι
Τούρκοι χάλασαν Εκκλησίες και Μοναστήρια πεθάνανε από τύφο. Εγώ το χέρι
του Θεού δεν μπόρεσα να Το εμποδίσω. Όλοι οι κακοί Τούρκοι κακώς
απέθαναν!
ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΑΥΜΑΤΑ
Πολύ
τιμάται σήμερα ο Άγιος Χαράλαμπος εις όλην την Ελλάδα. Εις τας Αθήνας
υπάρχουν δύο Ναοί που γιορτάζουνε μεγαλοπρεπώς στις 10 Φεβρουαρίου. Ο
Ένας είναι στα Ιλίσσια και ο άλλος στο πεδίον του Άρεως. Ιδιαιτέρως όμως
τιμάται και μεγαλοπρεπώς εορτάζεται εις τα Φιλιατρά της Πελοποννήσου.
Το
σπουδαίον είναι εις τον Άγιον αυτόν, ότι η μνήμη του διατηρείται μέχρι
σήμερον τόσον ζωηρή, καίτοι πέρασαν αιώνες, και μολονότι δεν είχε
συγγράμματα που να διαβάζονταν και να τον φέρνουν στο μυαλό μας. Πού
οφείλεται αυτό; Ασφαλώς οφείλεται στην μεγάλην αγιότητά του, στα σκληρά
μαρτύριά του και στα πολλά θαύματά του, που έχει κάμει μέχρι σήμερα και
κάμει συνεχώς. Είναι δε τόσα πολλά τα θαύματά του, που για να γραφούν
δεν έφθανε όχι μόνον το βιβλιαράκι αυτό, αλλά και πολύτομα και πολυσέλιδα βιβλία.
Αναφέρομεν ενδεικτικώς μόνον δύο θαύματά του σύγχρονα.
Πως έσωσε την πόλιν των Φιλιατρών
Το
ένα έγινε στα Φιλιατρά το 1943, στο καιρό της μαύρης Κατοχής της
Ελλάδος από τους Γερμανούς. Το θαύμα αυτό συνεκίνησε και συγκινεί μέχρι
σήμερα, όχι μόνον τους Φιλιατρινούς, αλλά και όλους τους Έλληνας.
Το
Γερμανικό Στρατηγείο από την Τρίπολι διέταξε τον Γερμανό Διοικητή των
Φιλιατρών, Κοντάου ονόματι, για κάποιο σαμποτάζ που είχαν κάνει οι
αντάρτες, να κάψουν την πόλιν των Φιλιατρών, να σκοτώσουνε ένα αριθμόν
προκρίτων Φιλιατρινών και να συλλάβουνε 1.500 άλλους Φιλιατρινούς και να
τους στείλουν στη Γερμανία, από όπου φυσικά δεν επρόκειτο να γυρίση
κανένας πίσω.
Ο
αξιωματικός Κοντάου έδωσε με την σειρά του διαταγή στους στρατιώτες του
να προχωρήσουν την άλλη ημέρα στις έξη το πρωί με τα σύνεργα της
καταστροφής, χωρίς οίκτο στην εκτέλεσι της διαταγής.
Αυτό,
το έμαθε στην Τρίπολι ο ιεροκήρυξ Αρχιμανδρίτης Θεόδωρος Κωτσάκης, που
κατήγετο από τα Φιλιατρά, θλίψις και στενοχώρια κατέλαβε όλους, δεν
ξέρανε τι να κάνουνε για να γλυτώσουν τα Φιλιατρά και τους Φιλιατρινούς.
Επήρε κάποιον που εγνώριζε τα γερμανικά και πήγε στο σπίτι του Γερμανού
στρατηγού στη Τρίπολι. Σταθήκανε στο διάδρομο. Αλλά ακούσανε μέσα στο
γραφείο του στρατηγού φωνές, κακό, βρισιές, αναστάτωση μεγάλη. Κάποια
Ελληνίδα τον τράβηξε από το ράσο να φύγη, για να μην τους εκτελέσουν επί
τόπου και αυτούς.
Βγαίνοντας
τότε ο ιεροκήρυξ, ειδοποίησε όλα τα σπίτια των Φιλιατρινών στην Τρίπολι
να προσευχηθούν τη νύκτα στον Άγιο Χαράλαμπο, τον πολιούχο των
Φιλιατρών για να βάλη το χέρι του. Αυτός δε κλείστηκε στο δωμάτιό του
και προσευχότανε με πόνο. Το ίδιο κάνανε στα Φιλιατρά οι κάτοικοι, που
κάτι μυριστήκανε και αυτοί.
Ο
Άγιος άκουσε την προσευχή τους και έκανε το θαύμα. Ο Άγιος
παρουσιάζεται την νύκτα στον Κοντάου που κοιμότανε. Παρουσιάστηκε σαν
γέροντας σοβαρός, μεγαλοπρεπής, ιεροπρεπής, ιεροφορεμένος και με
κατάλευκη γενειάδα. Ήτανε μια φυσιογνωμία, που δεν την είχε δη ποτέ στη
ζωή του ο προτεστάντης ή μάλλον άπιστος Γερμανός. Ο σεβάσμιος γέροντας
του είπε με γλυκύτητα:
—Άκουσε, παιδί μου, τη διαταγή που έλαβες να μην την εκτελέσης.
Το
όνειρο ήταν ζωηρό και του έκανε εντύπωσι. Ξύπνησε και ξανακοιμήθηκε,
αλλά με την απόφασι να εκτελέση την διαταγήν. Ξανά παρουσιάζεται ο Άγιος
στον ύπνο του και του λέγει:
—Αυτό που σου είπα να κάμης. Την διαταγή να μη την εκτελέσης. Μη φοβηθής. Εγώ θα φροντίσω να μην τιιμωρηθής.
Ξαναξύπνησε
και στο μυαλό του στριφογύριζαν τα λόγια που του είπε. Αλλά ήταν
αδύνατο να μην εκτελέση την διαταγή, διότι θα εκτελούσαν αυτόν οι
Γερμανοί. Ξανακοιμήθηκε. Ξαναπαρουσιάζεται και εκ τρίτου ο σεβάσμιος
γέροντας και του λέγει:
—Σου
είπα να μην φοβηθής. Εγώ θα φροντίσω και δεν θα τιμωρηθής. Θα σε φυλάξω
δε εσένα και όλους τους άνδρας σου και θα γυρίσετε πίσω στα σπίτια σας,
χωρίς να πάθη κανένας τίποτε.
Στην
αρχή θέλησε να αρνηθή την εντολή του Αγίου Χαραλάμπους, και να
παραστήση τον γίγαντα. Αλλά παρ’ όλη την αθεΐα του, λύγισε, διότι εν
συνεχεία τη νύχτα εκείνη, ο Γερμανός αξιωματικός, όπως έλεγε ο ίδιος,
άκουσε στον ύπνο του φωνές και κλάμματα, σαν προέρχωνται από
τυραννισμένους ανθρώπους κάπου εκεί δίπλα στην αυλή του. Ύστερα
πλησίαζαν ζωντανές μορφές, που έμοιαζαν σαν γυναίκες, γυναίκες πολλές,
που κτυπούσαν κεφάλια και στήθια από αφόρητη δυστυχία και πόνο.
Θρηνούσαν, αγανακτούσαν και καταριόντουσαν από πόνο για την σφαγή των
παιδιών τους και των εγγονών τους, που επρόκειτο να γίνη. Όλες αυτές οι
φωνές γίνανε υστέρα σύννεφο και ανέβαιναν προς τα ύψη του Ουρανού, χωρίς
να πέφτη τίποτε στη γη.
Και
ακόμη έβλεπε στον ύπνο του ο Γερμανός αξιωματικός κάτι σκοτεινόμακρα
σύννεφα, που έβγαιναν από το δωμάτιό του και ανέβαιναν και σκίαζαν τον
ήλιον, ο οποίος κρυβότανε από τα σύννεφα αυτά σαν να ήτανε άνθρωπος και
σκοτείνιαζε τα πρόσωπα των στρατιωτών του. Άλλοι από τους Γερμανούς
τρόμαζαν και άλλοι ζητούσαν βοήθειαν, κάμνοντας τον Σταυρό τους. Και
όλοι τους τρέχανε να κρυφτούνε πίσω από τους κορμούς των ελαιών.
Από
τον τρόμο του ξύπνησε. Πήγε να μιλήση, αλλά δεν μπορούσε, παρά κρατούσε
ανοιχτό το στόμα του και κοίταζε την εικόνα του ονείρου του. Κοίταζε το
γέρο εκείνο, που τον είδε μέσα στο όνειρό του τρεις φορές και ο οποίος
είχε μορφή Αγίου της Ορθοδοξίας. Όταν συνήλθε από τους εφιάλτες, άρχισε
να σκέφτεται το κακό, που επρόκειτο να γίνη: Να σκοτώνωνται άνθρωποι και
σαν τα σκυλιά να μένουν άθαφτοι. Να καίγωνται σπίτια σε ένα λεπτό, που
απαιτούσαν αιώνες για να κτισθούν!
Οι σκέψεις αυτές τον αναστάτωσαν. Αλλά πάλιν έλεγε:
—Εγώ είπα να κάψω την πόλιν. Και θα την κάψω.
Τότε
έκλεισε τα μάτια του. Και ο γέρος, ο Άγιος Χαράλαμπος, εμφανίσθηκε ξανά
μπροστά του απειλητικός και επίμονος. Με φωνή δε δυνατή και επιτακτική
του είπε:
—Πρόσεξε! Η πόλις δεν θα καή και οι κάτοικοι δεν θα συλληφθούν. Είναι αθώοι. Το ακούς;
Σηκώθηκε
τότε ο Γερμανός, στερέωσε τα γόνατά του, που τρέμανε και πήρε το
τηλέφωνο. Με τρεμάμενη φωνή τηλεφωνούσε στη Τρίπολι, στο Γερμανό
Διοικητή της Πελοποννήσου. Και ο Διοικητής εκείνος άνοιγε το στόμα του,
για να δώση συμβουλές αλλά πάλιν κόμπιαζε. Πήγαινε να αγριέψη, για να
εκτελεστή η διαταγή του, αλλά δεν μπορούσε. Τί είχε συμβή; Και ο ίδιος
αυτός το ίδιο βράδυ είχε δη στο όνειρό του τον Άγιο Χαράλαμπο όπως τον
είδε και τον περιέγραψε στο τηλέφωνο και ο αξιωματικός του από τα
Φιλιατρά. Τελικά αποφάσισε και είπε στον αξιωματικό των Φιλιατρών:
—«Γράψατε. Αναστέλλω την καταστροφήν της πόλεως. Έλθετε αμέσως ενώπιόν μου αύριον μεσημβρία».
Όταν
ξημέρωσε ανακοινώθηκε η ανάκλησις της αποφάσεως των Γερμανών. «Το
εσπέρας αυλισθήσεται κλαυθμός και εις το πρωί αγαλλίασις». Ξεχύθηκαν στο
άκουσμα χαρούμενοι οι άνθρωποι στα καφενεία, στη πλατεία, στους
δρόμους...
Μια ομάδα,τότε
από Γερμανούς στρατιώτες και υπαξιωματικούς, έχοντες στη μέση τον
αξιωματικό τους Κοντάου και δυο Ορθοδόξους ιερείς, περνούσαν από τους
δρόμους και πηγαίνανε από τη μια Εκκλησία στην άλλη. Αρχίσανε από τον Άη
Γιάννη, από τον Άγιο Νικόλαο, τον Άγιο Αθανάσιο και τελικά
κατευθυνόνταν προς την Παναγιά.
Ο
αξιωματικός έψαχνε να βρη την Εικόνα του Αγίου, που είδε στον ύπνο του.
Όταν του ανοίξανε την πόρτα του Ναού της Παναγίας, ανεγνώρισε μέσα
στις εικόνες τον Άγιο Χαράλαμπο, που είδε στον ύπνο του και τον
πρόσταζε. Η φωνή του κόπηκε. Ντράπηκε για τον εγωισμό του. Σκέπασε με τα
χέρια του το πρόσωπό του. Σε λίγο τα κατέβασε. Έκαμε, αυτός ο
Προτεστάντης και άθεος, τον Σταυρό του. Είπε μερικές προσευχές στη
γλώσσα του, τις οποίες οι ιερείς δεν μπορέσανε να τιςερμηνεύσουν.
Ρώτησε
εν συνεχεία τους Ιερείς να του πούνε ποιος ήτανε ο γέροντας της
εικόνος. Του διηγηθήκανε, ότι αυτός είναι ο Άγιος Χαράλαμπος που υπέστη
πολλά μαρτύρια για το Χριστό. Του είπανε έπειτα για τα θαύματα που
έκανε, και κάμνει και άλλα πολλά.
Η
χαρά των Φιλιατρινών και η ευγνωμοσύνη τους στον Άγιο δεν
περιγραφότανε. Δοξάζανε το Θεό και ευχαριστούσανε τον Άγιο Χαράλαμπο για
το θαύμα του.
Όπως
δε του είπε του Φρουράρχου, ο Άγιος, αυτός και όλοι οι άνδρες της
φρουράς εκείνης επέστρεψαν, όταν τελείωσε ο πόλεμος, στη Γερμανία και
στα σπίτια τους, χωρίς να πάθη κανείς τους τίποτε.
Διετήρησε
δε ο Γερμανός ζωηροτάτην την μνήμην του θαύματος κι’ ευγνωμονούσε τον
Άγιο. Ήθελε να επιστρέψη από την Γερμανία για να τον προσκυνήση.
Πράγματι, έπειτα από δύο χρόνια, ξεκίνησε με την γυναίκα του και ήλθανε
από την Γερμανία στα Φιλιατρά. Δεν πρόλαβε όμως την γιορτή του Αγίου,
διότι έφτασε μια μέρα αργότερα, στις 11 Φεβρουαρίου.
Όταν
όμως τον είδανε οι Φιλιατρινοί, χαρήκανε χαρά μεγάλη και
ξαναγιορτάσανε. Ψάλλανε δοξολογία και του κάνανε υποδοχές, γιορτές,
τραπέζια και χαρές. Μέχρι σήμερα πολλές φορές ο Γερμανός αυτός με την
γυναίκα του, τα παιδιά του και με άλλους πατριώτες του πήγαινε στις 10
Φεβρουαρίου στα Φιλιατρά και προσευχηθήκανε με πίστι στον Άγιο. Στην
καρδιά του άνθισε η Ορθοδοξία.
Στην Πολυκλινική των Αθηνών
Το άλλο θαύμα έγινε εις τον Κων/τίνον Λιβαδάν, υπάλληλον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, όταν ήτανε νέος. Ιδού πώς το περιγράφει:
«Τον
Ιανουάριο του 1931 ενοσηλευόμην στην Πολυκλινικήν Αθηνών με απόστημα
εις το ήπαρ. Επί τεσσάρας εβδομάδας με εβασάνιζε ο πυρετός. Είχαν
νυχθημερόν 38-40 βαθμούς και πόνους φοβερούς. Απεφασίσθη να γίνη
εγχείρισις.
Ήταν
παραμονή του Αγίου Χαραλάμπους 9 Φεβρουαρίου του 1931. Το εσπέρας και
ενώ ευρισκόμην ένεκα του μεγάλου πυρετού εις λήθαργον και εξαντλητικήν
κατάστασιν, βλέπω να εισέρχεται ένας ιερωμένος μεγαλοπρεπής με μακρυά
γενειάδα. Επλησίασε εμένα και όχι τον απέναντί μου ασθενή, που
χαροπάλευε από περιτονίτιδα. Μου εθώπευσε το κεφάλι και μου είπε: «Μη
φοβάσαι... Αύριο θα είσαι τελείως καλά. Είσαι καλό παιδί».
Ερώτησα, όταν έφυγε, την ευρισκομένην κοντά μου και τελούσαν χρέη νοσοκόμου Μοναχήν Ευανθίαν, ποιος ήτο ο Κληρικός, που ήλθε;
—Δεν είδα κανένα Κληρικό, είπε εκείνη.
Της εξιστόρησα κατόπιν το συμβάν. Σταυροκοπήθηκε και μου είπε:
—Αύριον είναι του Αγίου Χαραλάμπους, θα είσαι καλά.
Έπεσα
κατόπιν εις βαθύτατον ύπνον. Ο πυρετός από την ώραν εκείνην άρχισε να
κατεβαίνη. Το πρωί ήμην απύρετος, τελείως καλά και χωρίς πόνους στο
ήπαρ. Το πρωί με εξήτασαν ο χειρούργος καθηγητής Ν. Αλιβιζάτος και ο
αδελφός του Ανδρέας, παθολόγος, να κανονίσουν τα της εγχειρίσεώς μου.
Ερευνούσαν και αναζητούσαν δια της ψηλαφίσεως το απόστημα, αλλά δεν το
εύρισκον, ούτε την σκλήρυνσιν και την διόγκωσιν (οκτώ δακτύλων) του
ήπατος. Το ήπαρ ήτο φυσιολογικόν!
Η
Μοναχή εξιστόρησε εις τους Καθηγητάς το νυκτερινό συμβάν. Μου δείξανε
και την Εικόνα του Αγίου Χαραλάμπους, την οποίαν ανεγνώρισα. Ήταν ο
ίδιος που είχα ιδή. Οι καθηγηταί κατάπληκτοι ανεφώνησαν:
—Ψηλά τα χέρια. Κάτω τα μαχαίρια. Απόψε έγινε θαύμα του Αγίου Χαραλάμπους στην Πολυκλινική!
Αργότερα και μετά παρέλευσιν ετών έμαθα, ότι ο Άγιος Χαράλαμπος είναι ιατρός των λοιμωδών νόσων, όπως ήταν και η ιδική μου».
Κ. ΛΕΙΒΑΔΑΣ
Ο Άγιος Χαράλαμπος στη ζωή του λαού
Ο
Άγιος Χαράλαμπος σε πολλά μέρη της Ελλάδος τιμάται, διότι είναι
προστάτης από τας λοιμώδους νόσους και ιδίως από την πανούκλα. Γι’ αυτό
και ο Άγιος απεικονίζεται πατώντας την πανώλη, η οποία παρουσιάζεται,
σαν ένα τερατόμορφο γύναιο που ξερνάει καπνούς από το στόμα. Γι’ αυτό
του έδωσε ο Θεός την χάριν αυτήν.
Ήτανε
μεγάλη η υπηρεσία, που προσέφερε ο Άγιος στους γεωργούς τότε που δεν
υπήρχαν κτηνίατροι, τα δε βόδια ήτανε αναγκαιότατα στην οικογένεια.
Παλαιότερα
οι ζευγολάτες, την παραμονή της γιορτής του Αγίου ανάβανε στα σπίτια
τους κοντά στο τζάκι μια μεγάλη λαμπάδα από καθαρό κηρί εις μνήμην του Αγίουκαι καιγότανε όλη την νύχτα. Τοδε
πρωί πηγαίνανε πρόσφορο στην Εκκλησία για να λειτουργηθή. Και όλα αυτά
για να φυλάξη ο Άγιος Χαράλαμπος τα βόδια του γερά καθ’ όλη τη χρονιά.
Είναι
προστάτης και όλων των ζώων. Γι’ αυτό στη Κρήτη οι τσοπάνηδες, όταν τα
ζωντανά τους δεν πάνε καλά, τον παρακαλούνε να τα θεραπεύση.
Στην
Πρέβεζα ο Άγιος Χαράλαμπος είναι πολιούχος. Στην Εικόνα του κρεμάνε
πλήθος αφιερωμάτων. Από τα αφιερώματα χαρακτηριστικό είναι ένα
πουκαμισάκι που κατασκευάζεται από πανί. Αυτό γίνεται σε μια μέρα!. Γι’
αυτό λέγεται και μονομερίτικο...
Αυτόσυμβαίνει
ως εξής: Κάποια νύχτα συγκεντρώνονται σ’ ένα σπίτι μερικές γυναίκες,
όπου γνέθουν και υφαίνουν βαμβάκι. Μ’ αυτό το ύφασμα, που γίνεται σε μια
μέρα φτιάχνουν το πουκαμισάκι.
Το αφιέρωμα αυτόξεκινάει από ένα γεγονός που αναφέρεται στην θαυματουργή δράσι του Αγίου.Κάποτε
τον Άγιο Χαράλαμπο τον επεσκέφθησαν χωρικοί που εγκατέλειψαν την
πατρίδα τους κι’ έτρεξαν κοντά του γιατί η πανώλης τους θέριζε
καθημερινώς. Από ευγνωμοσύνη δε διότι ο Άγιος στάθηκε προστάτης τους,
του έκαναν δώρο ένα πουκάμισο που γνέθηκε και πλέχθηκε από βαμβάκι και
ράφτηκε μέσα σε μια μέρα...