Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

Εσπερινός Αγίου Στεφάνου 26-12-2016 - VIDEO


  Χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Δημητριάδος και Αλμυρού κ.κ. Ιγνατιου τελέσθηκε εχθες το απόγευμα ο εσπερινός του Αγίου Στέφανου στον ιερό Ναό μας.




Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2016

Η Γέννηση του Χριστού για την αναγέννηση του ανθρώπου

Χριστούγεννα
«Καλά Χριστούγεννα»!!! Πόσες φορές και από πόσες χιλιάδες χείλη θα ειπωθεί και φέτος η συγκεκριμένη ευχή; Άραγε συνειδητοποιούμε τι ακριβώς συνέβη στο σπήλαιο της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ; Πόσο σημαντικό είναι το γεγονός της Γέννησης του Υιού και Λόγου του Θεού στη ζωή μας; Ή μήπως μένουμε στα εξωτερικά σημεία της εορτής, αυτά που καθιερώσαμε εμείς ως άνθρωποι και όχι σε εκείνα τα βαθύτερα, γεμάτα νόημα, των πρώτων χριστιανών;
 Ο Θεός έγινε άνθρωπος για έναν λόγο, για να λυτρωθεί ο άνθρωπος από τη φθορά του θανάτου. Και μέσα στο σπήλαιο της Βηθλεέμ, όπου ο Θεός λαμβάνει ανθρώπινη σάρκα, στο ίδιο σπήλαιο ο άνθρωπος αναγεννιέται, απεκδύεται τον παλιό του εαυτό και λαμβάνει σάρκα αιώνια. Και με αυτή τη σάρκα πορεύεται εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η αιωνιότητα του ανθρώπου συναντάται και συμπορεύεται, πλέον, με τον Θεό, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Και ο Θεός γίνεται άνθρωπος για να καταφέρει ο άνθρωπος να γίνει Θεός. Και αυτός είναι ο πραγματικός λόγος της ενανθρώπησης. Η θέωση του ανθρώπου.
Τα χρόνια πέρασαν από τότε και η γιορτή των Χριστουγέννων, στους περισσότερους ανθρώπους, σημαίνει ημέρες ξεκούρασης και για άλλους διασκέδασης. Τα μαγαζιά ντύνονται με γιορτινά και χαρούμενα χρώματα, οι δρόμοι της πόλης φωταγωγούνται, μουσικές χαρούμενες πλημμυρίζουν τους δρόμους. Παντού υπάρχουν δέντρα στολισμένα με λαμπιόνια να τα φωτίζουν. Τα ζαχαροπλαστεία έχουν μετατραπεί σε εργοτάξια παραγωγής χριστουγεννιάτικων γλυκών. Για τους περισσότερους ανθρώπους, ίσως, όλα αυτά τα παραπάνω να συμβολίζουν την εορτή των Χριστουγέννων.
Το γεγονός, όμως, είναι άλλο. Η Γέννηση του Χριστού είναι εκείνη που άλλαξε την πορεία του ανθρώπου, αλλά και την ιστορία του κόσμου. Το γεγονός εκείνο είναι η αιτία που σήμερα κάνουμε λόγο για αδελφοσύνη, αγάπη, αλληλεγγύη, ισότητα, ισονομία κ.α. Μέσα από εκείνο, το μοναδικό γεγονός, βασίστηκαν και ξεπήδησαν διάφορα πολιτικά συστήματα και ιδέες, όπως ο σοσιαλισμός, ο κομμουνισμός κ.α. Και αυτό είναι και το λάθος του ανθρώπου απέναντι στη δική του πορεία και ιστορία. Το ότι μετέτρεψε ένα αποκαλυπτικό γεγονός σε διάφορες ιδεολογίες, που αντί να τον ενώνουν με τον συνάνθρωπό του, αντί να του ομορφαίνουν την ύπαρξη και να του καλυτερεύουν τη ζωή, την καθιστούν ολοένα και πιο δύσκολη. Δημιούργησε ιδεολογίες απορρίπτοντας ουσιαστικά την δημιουργό αιτία. Πραγματοποίησε κοινωνικές επαναστάσεις χωρίς να συνειδητοποιήσει την πραγματική επανάσταση στην οποία καλούνταν να λάβει μέρος. Έφτιαξε καινούργιους δρόμους, χάραξε νέες πορείες, έχοντας απομακρυνθεί από την λεωφόρο που τον οδηγούσε στη σωτηρία. Αρκέστηκε στα ελάχιστα, αρνούμενος τα πολλά, τα αιώνια. Συμβιβάστηκε και εγκλωβίστηκε σε καθημερινά αναλώσιμα πράγματα, έχοντας αρνηθεί το γεγονός εκείνο που τον καθιστά αιώνιο μέσα σε έναν κόσμο θνητό.
Η Γέννηση του Χριστού
 Το γεγονός της Γέννησης του Υιού και Λόγου του Θεού έγινε για να επαναφέρει την τάξη στη Δημιουργία. Για να ξαναβρεί ο άνθρωπος τον χαμένο του εαυτό, μέσα στις συνθήκες του κόσμου που ο ίδιος δημιούργησε. Η Γέννηση του Χριστού έγινε για να ξαναγίνει ο άνθρωπος ανθρώπινος, για να λυτρωθεί από τα διάφορα ιδεολογικά συστήματα που του εγκλωβίζουν το μυαλό και την ύπαρξη. Η Γέννηση του Χριστού είναι η επανάσταση του Θεού για να σωθεί ο άνθρωπος. Είναι η φανέρωση της ανθρωπιάς του Θεού απέναντι στην αθεΐα του ανθρώπου. Το σπήλαιο της Βηθλεέμ καθίσταται ο τόπος όπου ο άνθρωπος, οφείλει για το καλό του, να μπει μέσα, να γνωρίσει την αποκάλυψη του Θεού, να επαναδιαπραγματευθεί τη σχέση του με τον Θεό, αλλά και με τους συνανθρώπους του, να γνωρίσει, ουσιαστικά, το ποιος είναι και τι οφείλει να πράξει, ώστε να συμβαδίσει με αυτό το μοναδικό γεγονός. Και αυτό είναι πραγματικά γεγονός επανάστασης. Γιατί τότε μονάχα ο άνθρωπος μπορεί να διεκδικήσει την ύπαρξή του, όταν γνωρίζει ποιος πραγματικά είναι.

πηγή

Εικόνες απο τη Χριστουγεννιάτικη Γιορτή



18 Δεκεμβρίου 2016









Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2016

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016

Χριστουγεννιάτικη Γιορτή



Την Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016, μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, θα ακολουθήσει στο χώρο του ναού Χριστουγεννιάτικη παιδική γιορτή. Στο τέλος της γιορτής θα μοιραστούν δωράκια σε όλα τα παιδιά.

Ευχαριστούμε τον Εξωραϊστικό Σύλλογο Αγίου Στεφάνου για την υποστήριξη,ενίσχυση και συμβολή του στην παραπάνω εκδήλωση.

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2016

Άγιος Ελευθέριος

Γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τον 2ο αι. από πλούσιους γονείς. Ο πατέρας του ήταν ύπατος της Ρώμης. Η μητέρα του Ανθία ( της Ευανθίας γόνος, στιχηρό Εσπερινού) έγινε χριστιανή ακούοντας το κήρυγμα από μαθητές του Απ. Παύλου. Αυτή ανέλαβε και το βάρος της ανατροφής του μικρού Ελευθέριου μετά το θάνατο του πατέρα που συνέβη λίγο καιρό μετά τη γέννησή του.
Η Ανθία τού έδωσε χριστιανική ανατροφή και τον συνέδεσε με τον επίσκοπο της Ρώμης Ανίκητο (155-166). Ο επίσκοπος βλέποντας την θερμουργό πίστη και την ενάρετη ζωή του εφήβου Ελευθερίου τον χειροτόνησε διάκονο στα 15 του χρόνια. Στη ηλικία των 17 ετών χειροτόνησε σε πρεσβύτερο τον αφοσιωμένο στην αποστολή του Ελευθέριο και στην ηλικία των 20 ετών του ανέθεσε τον επισκοπικό θρόνο της περιοχής του Ιλλυρικού, σημερινής Αλβανίας με έδρα την Αυλώνα.
Μα χειροτονήθηκε τόσο μικρός; Στο ερώτημα δίνει απάντηση ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης… Γράφει σε υποσημείωση του Συναξαριστού του. « Ας μη θαυμάζει κανείς ότι αυτός ο άγιος χειροτονήθηκε σε ηλικία αντίθετη με τους ιερούς κανόνες της 6ης Οικ. Συνόδου και της τοπικής Συνόδου της Νεοκαισαρείας, οι οποίοι ορίζουν ότι ο διάκονος χειροτονείται στη ηλικία των 25 χρόνων, ο πρεσβύτερος στα 30 και ο επίσκοπος πάνω από 30. Αυτό έγινε γιατί ο άγιος Ελευθέριος έζησε πριν ακόμη γίνουν οι παραπάνω κανόνες, οι οποίοι έγιναν αργότερα». Η χειροτονία του αγίου Ελευθερίου, όπως γράφει κάποιος βιογράφος του, έγινε « κατ’ οικονομίαν» Θεού, λόγω των μεγάλων αρετών και της σοφίας του με την οποία προσείλκυε στον Χριστό τους ειδωλολάτρες. Η γλυκύτητα του λόγου του, που επιβεβαιωνόταν με τα πολλά θαύματα του, έκανε αυτούς που βρίσκονταν στην πλάνη να ασπαστούν την χριστιανική αλήθεια.
Ο εχθρός όμως της σωτηρίας μας διάβολος άρχισε τον πόλεμο εναντίον του. Τότε ο διώκτης αυτοκράτορας Αδριανός έμαθε τη δράση του αγίου στην Ιλλυρία και έστειλε ένα στρατηγό του, τον Φήλικα, να τον συλλάβει. Αυτός ξεκίνησε με άγριες διαθέσεις. Έφτασε στην Αυλώνα, περικύκλωσε το ναό που βρισκόταν ο άγιος και μπήκε με απόφαση να τον σύρει έξω με τη βία. Γοητεύτηκε όμως από τη διδασκαλία του αγίου. Το άγριο βλέμμα του ημέρεψε. Ο λύκος έγινε πρόβατο. Ο διώκτης έγινε μαθητής. Πίστεψε στον Χριστό και βαπτίστηκε. Ο στρατηγός Φήλικας ξεχνά την εντολή του αυτοκράτορα. Ο άγιος όμως Ελευθέριος αφού τον προετοίμασε τον διέταξε να εκτελέσει τη διαταγή του αυτοκράτορα για να μη « ζημιωθεί του μαρτυρίου τον στέφανον». Μετά από λίγες μέρες έφτασαν στη Ρώμη και ο άγιος παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα. Κατά τη συνήθειά του ο διώκτης στη αρχή κολάκευσε τον άγιο, του υποσχέθηκε πλούτο, δόξα και τιμές και μετά τον απείλησε με τα φοβερά μαρτύρια που θα ακολουθούσαν αν δεν θυσίαζε στους Θεούς. Όπως ήταν φυσικό ο άγιος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη και παρουσίασε την ανοησία της ειδωλολατρικής θρησκείας.

Ο Ανδριανός τον υπέβαλε στα παρακάτω βασανιστήρια.
α. Τον έβαλε σε πυρακτωμένο κρεβάτι για να ψηθεί. Ο Θεός όμως έστειλε δροσιά στον γενναίο ομολογητή και ανακούφισε τους πόνους του. Όταν διέταξε ο αυτοκράτορας να πάρουν τον άγιο από το κρεβάτι, νομίζοντας τον νεκρό, ο ίδιος σηκώθηκε και έψαλλε το « Υψώσω σε, ο Θεός μου, ο βασιλεύς μου και ευλογήσω το όνομα σου…». Ανέφερε δε στον τύραννο ότι η σωτηρία του έγινε από τον μόνο αληθινό Θεό και όχι από τους δικούς του ψεύτικους Θεούς.
β. Τον τοποθέτησε σε ειδικό μεγάλο τηγάνι που είχαν για τον βασανισμό των χριστιανών. Αφού έκαψε το λάδι έβαλαν τον άγιο μέσα σ’ αυτό. Πάλι όμως θαυματούργησε ο Θεός. Έσβησε τη φωτιά και κρύωσε το λάδι δροσίζοντας με τη θεία Χάρη του τον άγιο.
γ. Μεγάλος λέβητας (καζάνι) με λίπος, κερί και πίσσα. Αφού με δυνατή φωτιά κόχλαζαν τα υλικά έριξαν μέσα τον μάρτυρα του Χριστού, ο οποίος έμεινε εντελώς ανέπαφος ελέγχοντας τον αυτοκράτορα ότι είναι σαν τους λύκους της Αραβίας που καταδιώκουν τα ήμερα πρόβατα του Χριστού. Τότε πλησίασε τον αυτοκράτορα ο έπαρχος της Ρώμης Κορέμων, άνθρωπος σκληρόκαρδος, πολυμήχανος και ευφάνταστος στο να βρίσκει βασανιστήρια και του είπε ότι θα πείσει τον Ελευθέριο να αρνηθεί την πίστη του. Κατασκεύασε μια κάμινο με μυτερά σουβλιά για να ρίξει μέσα τον προσευχόμενο αθλητή του Χριστού που παρακαλούσε να αξιώσει τους διώκτες του να αφήσουν το ψέμα της ειδωλολατρίας και να γνωρίσουν την αλήθεια. Και ο Θεός άκουσε τη δέησή του. Συνέβη και πάλι το θαύμα του Χριστού όπως προηγουμένως στον Φίληκα. Ο Κορέμων φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα. Πλησίασε τον αυτοκράτορα και του είπε: Τι κακό έκανε ο Ελευθέριος και τον καταδίκασες σε τόσο σκληρό θάνατο; Ο αυτοκράτορας έμεινε έκπληκτος και οργισμένος διέταξε να βάλουν μέσα στο καμίνι με τα καρφιά τον Κορέμωνα, ο οποίος φώναξε στον άγιο να τον βοηθήσει με την προσευχή του. Ο Κορέμων μπήκε και βγήκε μέσα στον κλίβανο χωρίς να πάθει τίποτε. Ο αυτοκράτορας βλέποντας την ήττα των θεών του διέταξε αμέσως τον αποκεφαλισμό του. Έτσι με λίγο κόπο και σε μια στιγμή ο έπαρχος της Ρώμης κέρδισε την αιώνια ζωή με το βάπτισμα του μαρτυρίου.
Μετά μπήκε στον πυρακτωμένο κλίβανο ο ιερομάρτυρας Ελευθέριος. Πάλι η χάρη και η δύναμη του Θεού θαυματούργησε. Η φωτιά έσβησε και τα σουβλερά καρφιά λύγισαν ώστε να μη βλάψουν το σώμα του. Ο λαός που παρακολουθούσε φώναζε δυνατά: «μέγας ο Θεός των χριστιανών» ο αυτοκράτορας όμως έμεινε ψυχικά τυφλός.
δ. Ο άγιος στη φυλακή. Ο αυτοκράτορας διέταξε να φυλακιστεί ο άγιος στις σκοτεινές φυλακές της Ρώμης για να πεθάνει από την πείνα. Εκεί ο Θεός έστελλε τροφή στο άγιο με ένα περιστέρι.
ε. Δεμένος σε ατίθασα άλογα. Αφού δεν πέθανε στη φυλακή από πείνα, όπως περίμενε ο αυτοκράτορας, έδωσε εντολή να τον δέσουν σε δυο ατίθασα άλογα και να τα κεντρίσουν να τρέχουν δυνατά ώστε να κατακοπούν οι σάρκες του αγίου και να πεθάνει. Άγγελος Κυρίου ημέρεψε τα άλογα, έλυσε τον άγιο από τα δεσμά και τον οδήγησε σε ένα βουνό στο οποίο έμεινε προσευχόμενος. Κάθε φορά που ο άγιος έψαλλε δοξολογώντας και υμνώντας τον Κύριο μαζεύονταν τα αγρίμια του δάσους και έμενα ακίνητα και σιωπηλά σκύβοντας το κεφάλι τους δείχνοντας το σεβασμό τους.
Στ. Το μαρτυρικό τέλος του. Μερικοί κυνηγοί που είδαν τον άγιο στο βουνό το ανέφεραν στον αυτοκράτορα που έστειλε ένα στρατιωτικό απόσπασμα να τον συλλάβει. Τα άγρια θηρία όρμησαν εναντίον των στρατιωτών. Ό άγιος τα διέταξε να ηρεμήσουν και να γυρίσουν στις φωλιές τους. Ακολούθησε τους στρατιώτες διδάσκοντάς τους να αρνηθούν την πλάνη τους. Μερικοί πίστεψαν.
Όταν έφτασαν στη Ρώμη ο αυτοκράτορας είχε αποφασίσει να δώσει τέλος στη ζωή του μάρτυρα. Ήθελε όμως να δώσει και θέαμα στους Ρωμαίους. «Άρτος και θεάματα» ήταν η προσφιλής τακτική της τότε εποχής. Το ίδιο δεν γίνεται και σήμερα; Στη αρένα της τηλεόρασης βλέπουμε να ρίχνονται στα σαρκοβόρα θηρία που βρυχώνται με μανία και διψούν για ανθρώπινο αίμα και να καταδικάζονται με κατασκευασμένα στοιχεία αθώοι άνθρωποι γιατί πρέπει να προσφερθεί «θέαμα». Τον «άρτον», τις παχυλές δηλ. αμοιβές, τις απολαμβάνει όχι ο λαός, αλλά οι διάφοροι «δαιμόνιοι» ( κατάλληλη λέξη! Κατεχόμενοι από δαιμονικό πνεύμα) δημοσιογράφοι, οι οποίοι φυσικά εκφράζουν τη φωνή και τα συμφέροντα του κυρίου τους. Οδήγησαν τον άγιο Ελευθέριο μέσα στην αρένα (στάδιο) και άφησαν στην αρχή μια πεινασμένη και άγρια λέαινα και μετά ένα λιοντάρι να τον κατασπαράξουν. Τα θηρία πλησίασαν σαν ήμερα ζώα τον άγιο και του φιλούσαν τα πόδια δείχνοντας την αγάπη και την συμπάθεια τους (έφραξας στόματα λεόντων, εις ημερότητα αυτών μεταποιήσας την αγριότητα). Βλέποντας ο αυτοκράτορας τη συμπεριφορά των λιονταριών και ακούοντας την ιαχή του πλήθους «μέγας ο Θεός των χριστιανών» διέταξε τον αποκεφαλισμό του ομολογητή της πίστεως μέσα στην αρένα. Με την αποκοπή της κεφαλής έβαψε ο άγιος την αρχιερατική του στολή με το αίμα του μαρτυρίου. «Της ιεραρχίας την στολήν εφοίνιξας (έκανες κόκκινη) ταις ροαίς των αιμάτων σου» όπως ψάλλουμε στο δοξαστικό του Εσπερινού. Ο σοφός Ελευθέριος κοσμημένος με το ιερατικό ένδυμα (ιερέων ποδήρει κατακοσμούμενος) που έσταζε από το ποτάμι των αιμάτων του ( και αιμάτων τοις ρείθροις επισταζόμενος) έτρεξε ευτυχισμένος στον Δεσπότη Χριστό (τω Δεσπότη σου Χριστώ μάκαρ ανέδραμες). Ο Ελευθέριος ως αδούλωτος στο νου, ενώ έβλεπε τα σπαθιά δεν υποδουλωνόταν στην πλάνη ( Ελευθέριος, ως αδουλόνους φύσει, σπάθας θεωρών, ουκ εδουλούτο πλάνη) όπως λέει το δίστιχο του συναξαρίου. Τη σκηνή του μαρτυρίου παρακολουθούσε η μητέρα του Ανθία. Έτρεξε τότε και αγκάλιασε το άψυχο σώμα του μάρτυρα και το καταφιλούσε, «ησπάζετο το γλυκύ τέκνον, η καλώς γεννησαμένη και θρεψαμένη». Εκείνη τη στιγμή οι άσπλαχνοι δήμιοι την αποκεφάλισαν και έτσι την οδήγησαν « εις ουρανίους θαλάμους» μαζί με τον υιό της.
Ο Άγιος Ελευθέριος και η μητέρα αυτού Ανθία

Στη Ελλάδα ο άγιος Ελευθέριος θεωρείται βοηθός των εγκύων γυναικών. Τους δίνει «καλή λευτεριά». Πολλές γυναίκες επικαλούνται τη βοήθεια του και ακουμπούν το εικονισματάκι του αγίου πάνω τους. Η αντίληψη αυτή αναφέρεται και σ’ ένα προσόμοιο στιχηρό της εορτής. « Των επιτόκων γυναίων Πάτερ κηδόμενος, ελευθερίαν δίδως, τω ναώ σου φοιτώσαις…» Δηλ. Φροντίζεις Πάτερ τις έγκυες γυναίκες που καταφεύγουν στο ναό σου δίνοντας του ελευθερία…
Σήμερα μαζί με τον άγιο Ελευθέριο γιορτάζουν και η μητέρα του Ανθία, ο άγιος Κορέμων αλλά και οι δύο δήμιοι που τον αποκεφάλισαν και αποκεφαλίστηκαν γιατί πίστεψαν στον Χριστό.


 Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἱερέων ποδήρει κατακοσμούμενος, καὶ αἱμάτων τοῖς ῥείθροις ἐπισταζόμενος, τῷ Δεσπότῃ σου Χριστῷ μάκαρ ἀνέδραμες, Ἐλευθέριε σοφέ, καθαιρέτα τοῦ Σατᾶν. Διὸ μὴ παύσῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ τῶν πίστει τιμώντων, τὴν μακαρίαν σου ἄθλησιν.


Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2016

Η Σύλληψη της Αγίας Άννης

Ο ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΑΣ

«Οὐχ ὥσπερ Εὔα σὺ τίκτεις ἐν λύπαις
χαρὰν γὰρ ἔνδον Ἄννα κοιλίας φέρεις»
(Ἀπὸ τὸ Συναξάρι)
Ἡ Ἁγία Θεοπρομήτωρ Ἄννα ἀνήκει εἰς τὰ ἱερὰ πρόσωπα τὰ ὁποῖα ἐκλήθησαν νὰ ὑπηρετήσουν τὴ θεία βουλὴ τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων μέ τὴ σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Θυγατέρα τοῦ Ματθᾶν ἀπὸ τὴ φυλὴ Λευὶ καὶ τῆς Μαρίας. Εἶχε δυὸ ἀδελφές, τὴ Μαρία, μητέρα τῆς Σαλώμης καὶ τὴν Σοβή, μητέρα τῆς Ἔλισσαβετ, ἡ ὁποία γέννησε τὸν Πρόδρομο. Ἡ Ἄννα ἦλθε εἰς γάμον μὲ τὸν Ἰωακείμ, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα. Εὐσεβεῖς καὶ οἱ δυό με φόβον Θεοῦ. Προσέχουν στὴ ζωή τους καὶ ρυθμίζουν τὶς πράξεις τους σύμφωνα μὲ τὸ θεῖο νόμο. Ζοῦν μὲ ταπείνωση στὴν ἀφάνεια. Ἡ ἀρετὴ ὅμως ὅσο κι ἂν σκεπασθῆ ἀπὸ τὴ μετριοφροσύνη γίνεται φανερή, ὅπως φανερὸ γίνεται καὶ τὸ ἀόρατο ἄρωμα τοῦ λουλουδιοῦ.
Ἡ παράδοση μᾶς πληροφορεῖ γιὰ τὴν κατοικία τους, ὅτι ἦταν ἐκεῖ κοντὰ στὴν κολυμβήθρα τῆς Βηθεσδᾶ στὰ Ἱεροσόλυμα. Ἔτσι ἡ Ἄννα εἶχε κοντά της γιὰ νὰ ἱκανοποιεῖ τὴ δίψα τῆς ψυχῆς της μὲ τὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ τὸ Ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων, τὸν ὁποῖον, ἄλλοι, γιὰ νὰ τὸν ἀπολαύσουν ἔπρεπε νὰ ἔλθουν μὲ κοπιαστικὸ ταξείδι ἀπὸ μακρυά. Ἀλλὰ τὸ ζεῦγος Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα δὲν εἶχαν παιδιὰ καὶ τὰ δῶρα τῶν ἄτεκνων δὲν ἔγινοντο δεκτὰ στὸ Ναό.
Μὴ φέροντας, τὴ ντροπὴ αὐτὴ τῆς ἀτεκνίας ἡ Ἁγία Ἄννα ἐπολιόρκησε μαζὺ μὲ τὸν Ἰωακεὶμ τὸ θρόνο τῆς θείας δωρεᾶς. Πολιορκία διὰ προσευχῆς ἐπίμονος, θερμὴ ἐπὶ χρόνια, μιὰ ὁλόκληρη ζωὴ προσευχή, δικαίων ἀνθρώπων. Ὁ οὐρανὸς ὅμως σιωπᾷ. Ποιὸς γνωρίζει γιατί; «Τίς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου;» Ποιὸς εἶναι εἰς θέσιν νὰ γνωρίζει τὰ ἀνεξερεύνητα κρίματα τοῦ Θεοῦ; Ἡ Ἄννα κάνει τάμα «Τὸ γεννησόμενον δοτόν σοι προσάξωμεν». Ἂν μὲ ἀξιώσεις νὰ γίνω μητέρα, τὸ παιδὶ ποὺ θὰ μοῦ δώσης θὰ τὸ προσφέρωμε ἐγὼ καὶ ὁ Ἰωακεὶμ ἀφιέρωμα σὲ σένα Θεέ μου. Ὁ οὐρανὸς ἐξακολουθεῖ νὰ μὴ δίδει ἀπάντηση. Ἡ Θεία βουλὴ ἔχει τὸ σχέδιό της. Οἱ δίκαιοι ὅμως δοκιμάζονται. Δὲν ἀπελπίζονται, οὔτε γογγύζουν. Κι ὅταν φθάνουν στὴν ἡλικία τοῦ γήρατος καὶ μαραίνεται ἡ ἐλπίδα καὶ τότε παραμένουν δοῦλοι τοῦ Θεοῦ μὲ ὑποταγὴ στὸ θέλημά του.
Ἡ πανσοφία τοῦ Θεοῦ, δοκιμάζοντας τὴν ὑπομονὴ τῶν δικαίων, ἑτοιμάζει ἔργο θαυμαστό. Προετοιμάζει τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα τῆς μητέρας τοῦ Θεοῦ. Ἀφήνει τὸν Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἄννα νὰ δοκιμασθοῦν «ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ» γιὰ νὰ ἀναδειχθοῦν «εὔχρηστα σκεύη ἐλέους», μὲ τὰ ὁποῖα σκεύη, ὡς ὄργανα θὰ ἀπεργασθῆ ὁ Θεὸς τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι προσωπολήπτης. Τὸ ζεῦγος Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ἐξελέγη ὡς καλὴ ρίζα ποὺ θὰ δώση τὸ θαυμαστὸ βλαστὸ τῆς παρθενίας, ὄχι δι᾿ ἄλλον λόγον, ἀλλὰ χάρις στὴν ὑπεροχὴ τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς εὐσεβείας τους καὶ γίνονται μὲ θαυμαστὸ τρόπο σὲ προκεχωρημένη ἡλικία γονεῖς. «Ἔδει γὰρ τὴν τοῦ Θεοῦ ἄφραστον καὶ συγκαταβατικὴν σάρκωσιν προειδοποιηθῆναι τοῖς θαύμασιν».
Ἔπρεπε, γράφει ὁ ἱερεὺς Δαμασκηνός, ἡ συγκατάβασις τοῦ Θεοῦ νὰ γίνῃ ἄνθρωπος νὰ ξεκινήσῃ μὲ τὸ θαῦμα. Ἡ στείρα καὶ γερόντισσα Ἄννα γίνεται μητέρα. Καὶ ποίου τέκνου μητέρα! Ἔδωσαν ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, ὡς ὁ πλέον καλλίκαρπος βλαστὸς τοῦ ἀνθρωπίνου δένδρου, τὸν ὡραιότερο καρπό, τοῦ ὁποίου ἡ χάρις καὶ ἡ εὐωδιὰ ἔφερε τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ. «Ὢ μακάριον ζεῦγος Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ὄντως πανάχραντον, ἀναφωνεῖ ὁ ἱερὸς πάλιν Δαμασκηνός, ἐκ τοῦ καρποῦ τῆς κοιλίας, ὑμῶν ἐπεγνώσθητε… καὶ εὐαρέστως καὶ ἀξίως τῆς ἐξ ὑμῶν τεχθείσης ἐπολιτεύσασθε». Καὶ συνεχίζει: «Ἐνώπιόν σας, ὦ μακαρία συζυγία εἶναι ὑπόχρεως ὅλη ἡ δημιουργία διότι διὰ μέσου σας προσέφερεν εἰς τὸν Δημιουργὸν δῶρον ἀνεκτίμητον, μητέρα σεμνήν, ἀξίαν ἐκείνου ποὺ τὴν ἔκτισε. Ἔχετε τὰ πρωτεῖα ἀνάμεσα στοὺς φίλους τοῦ Θεοῦ, ὡς πρόγονοι τοῦ βασιλέως τῶν βασιλέων, ὡς μυστικὸν θησαυροφυλάκιον τῆς μακαρίας Τριάδος».
Ὅταν ἦλθε ὁ προσδιορισμὲνος καιρός, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα φέρουν «τὸ δεκτὸν δῶρον τους» στὸ Ναὸ τοῦ Κυρίου. Τηροῦν τὴν ἐντολὴ «ἀποδώσεις τῷ Κυρίῳ τὰς εὐχάς σου» καὶ ἐκπληρώνουν τὸ τάμα προσφέροντας τὴν τριετῆ θυγατέρα τους ἀφιέρωμα εἰς τὸν Θεόν.
Ἡ παράδοσις πληροφορεῖ ὅτι ἡ θεοπρομήτωρ Ἄννα ἀπέθανε εἰς ἡλικίαν 69 ἐτῶν καὶ ὁ Ἰωακεὶμ 80. Ἡ Θεοτόκος ἦταν 11 ἐτῶν ὅταν ἔμεινε ὀρφανὴ καὶ ἀπὸ τοὺς δυὸ γονεῖς της. Βρισκόταν ἀκόμη στὸ Ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων.












Στὸν ἑορταστικὸ κύκλο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἡ Ἁγία Ἄννα ἔχει μία ἰδιαίτερα τιμητικὴ θέση. Τρεῖς φορὲς τὸ χρόνο ἑορτάζεται ἡ μνήμη της: α) Στὶς 9 Σεπτεμβρίου, μαζὺ μὲ τὸν θεοπροπάτορα Ἰωακείμ, τὴν ἑπομένη τῶν γενεθλίων τῆς Θεοτόκου, γιὰ νὰ τιμηθοῦν οἱ γεννήτορες τῆς Ὑπεραγίας Μητρὸς τοῦ Κυρίου, β) Στὶς 9 Δεκεμβρίου ἑορτάζεται «ἡ παρ᾿ ἐλπίδα σύλληψις», τῆς Ἁγίας Ἄννης, καὶ γ) Στὶς 25 Ἰουλίου ἑορτάζεται ἡ ὁσία κοίμησίς της. Ἄξιον σημειώσεως εἶναι ὅτι εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, τὸ περιβόλι, ὅπως λέγεται, τῆς Παναγίας ἔχει καὶ ἡ Ἁγία Ἄννα μία ξεχωριστὴ θέση τιμῆς. Στὸ ὄνομά της τιμᾶται ἡ μεγαλύτερη καὶ ἀρχαιότερη ἐκεῖ Σκήτη. Ἀριθμεῖ 50 περίπου ἀσκητικὲς καλύβες, τὸ δὲ Κυριακό, ποὺ εἶναι μεγαλοπρεπέστατος Ναὸς πυκνὰ ἁγιογραφημένος εἶναι ἀφιερωμένος στὴ Γιαγιά, ὅπως χαϊδευτικὰ ἀποκαλοῦν οἱ ἁγιορείτες τὴν Ἁγία Ἄννα. Στὸ Κυριακὸ τῆς Σκήτης φυλάσσεται ἀνεκτίμητος θησαυρὸς τὸ ἀριστερὸ πόδι τῆς θεοπρομήτορος, εἰς δὲ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Κουτλουμουσίου φυλάσσεται ὁλόκληρη ἡ κνήμη τοῦ δεξιοῦ ποδιοῦ. Τὸ Ἱερὸ αὐτὸ λείψανο ἀξιώθηκε νὰ προσκυνήσει ὁ λαὸς τῆς Αἰγιαλείας τὸ 1982, ὅταν τοῦτο μετεκομίσθη στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγία Ἄννης Αἰγίου διὰ προσκύνημα. Ὁ πιστὸς τοῦ Κυρίου λαὸς πιστεύει ὅτι μεγάλη εἶναι ἡ δύναμις τῶν προσευχῶν τῆς βρεφοκρατούσης τὴν μητέρα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ Ἁγίας Ἄννης καὶ διὰ τοῦτο καταφεύγει στὴ μεσιτεία της καὶ στὶς προσευχές της, αἱ ὁποῖαι εἴθε νὰ σκεπάζουν καὶ τὸν γράφοντα τὸ παρόν, καθὼς καὶ τὰ τέκνα του τὰ κατὰ σάρκα καὶ τὰ κατὰ πνεῦμα. Ἀμήν.
Εορτολογικό περιεχόμενο της εορτής-Συναξάριο.
Σύμφωνα με το προαιώνιο σχέδιο του Θεού, ο οποίος επιθυμούσε να ετοιμάσει ένα πάναγνο κατοικητήριο για να κατασκηνώσει μαζί με τους ανθρώπους, δεν επετράπη στον Ιωακείμ και την Άννα να αποκτήσουν απογόνους. Και οι δύο είχαν φθάσει σε προχωρημένη ηλικία και είχαν μείνει στείροι – συμβολίζοντας την ανθρώπινη φύση, στρεβλωμένη και αποξηραμένη από το βάρος της αμαρτίας και του θανάτου -, δεν έπαυσαν ωστόσο να παρακαλούν τον Θεό να τους λυτρώσει από το όνειδος της ατεκνίας.
Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, ο Θεός έστειλε τον Αρχάγγελο Γαβριήλ στον Ιωακείμ που είχε αποσυρθεί σε ένα βουνό και στην Άννα που θρηνούσε την δυστυχία της στον κήπο τους, για να τους αναγγείλει ότι επρόκειτο σύντομα να εκπληρωθούν στο πρόσωπό τους οι πάλαι προφητείες και ότι θα γεννούσαν τέκνο που προοριζόταν να καταστεί η αυθεντική Κιβωτός της καινής Διαθήκης, η θεία Κλίμαξ, η άφλεκτος Βάτος, το αλατόμητον Όρος, ο ζωντανός Ναός όπου θα κατοικούσε ο Λόγος του Θεού <1>. Την ημέρα αυτή, με την σύλληψη της Αγίας Άννης, τερματίζεται η στειρότητα της ανθρώπινης φύσης, που χωρίσθηκε από τον Θεό δια του θανάτου· και με την υπέρ φύσιν τεκνοποίηση αυτής που είχε μείνει στείρα έως την ηλικία κατά την οποία δεν μπορούν πλέον φυσιολογικά να τεκνοποιήσουν οι γυναίκες, ο Θεός ανήγγειλε και επιβεβαίωσε το πλέον υπερφυές θαύμα της ασπόρου συλλήψεως και την αμώμου γεννήσεως του Χριστού από τα σπλάγχνα της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας.
Παρότι εγεννήθη από θεία επέμβαση, η Παναγία προήλθε από σύλληψη μέσω συνευρέσεως ανδρός και γυναικός κατά τους νόμους της ανθρώπινης φύσης μας, της πεπτωκυίας και δέσμιας της φθοράς και του θανάτου μετά το προπατορικό αμάρτημα (βλ. Γέν. 3,16) <2>. Σκεύος εκλογής, τίμιος Ναός που προετοίμασε ο Θεός πρό των αιώνων, η Θεοτόκος είναι η πλέον αγνή και τέλεια αντιπρόσωπος της ανθρωπότητας, αλλά δεν βρίσκεται εκτός της κοινής κληρονομίας και των συνεπειών του αμαρτήματος των πρωτοπλάστων. Ακριβώς όπως έπρεπε, για να μας λυτρώσει ο Χριστός από το κράτος του θανάτου δια του εκουσίου Σταυρικού Του θανάτου (βλ. Εβρ. 2,14), να γίνει ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού όμοιος με τον άνθρωπο στα πάντα πλην της αμαρτίας, εξίσου απαραίτητο ήταν η Μητέρα Του, στα σπλάγχνα της οποίας ο Λόγος του Θεού ενώθηκε με την ανθρώπινη σάρκα, να είναι σε κάθε τι όμοια με εμάς, υποκείμενη στην φθορά και στον θάνατο, μή τυχόν και θεωρηθεί ότι η Λύτρωση και η Σωτηρία δεν μας αφορούν απολύτως και εξ ολοκλήρου, εμάς του απογόνους του Αδάμ. Η Θεοτόκος εξελέγη μεταξύ των γυναικών όχι τυχαίω τω τρόπω, αλλά γιατί ο Θεός είχε προβλέψει προαιωνίως ότι θα ήταν σε θέση να διαφυλάξει τελείως την αγνότητά της ώστε να Τον δεχθεί μέσα της <3>. Και ενώ συνελήφθη και γεννήθηκε όπως όλοι μας, αξιώθηκε να καταστεί κατά σάρκα Μητέρα του Υιού του Θεού και κατά πνεύμα μητέρα όλων μας. Γλυκύτατη και φιλεύσπλαγχνος, είναι σε θέση να μεσιτεύει υπέρ ημών ενώπιον του Υιού της, ώστε να μας χαρίσει Εκείνος το μέγα έλεος.
Ακριβώς όπως ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι ο καρπός της παρθενίας της, η Υπεραγία Θεοτόκος ήταν καρπός της σωφροσύνης του Ιωακείμ και της Άννας. Ακολουθώντας αυτήν την οδό της αγνότητος και εμείς, μοναχοί και σώφρονες χριστιανοί, κάνουμε να γεννηθεί και να μεγαλώσει μέσα μας ο Σωτήρας Χριστός.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'.

Σήμερον τῆς ἀτεκνίας δεσμὰ διαλύονται· τοῦ Ἰωακεὶμ γὰρ καὶ τῆς Ἄννης εἰσακούων Θεός, παρ᾽ ἐλπίδα τεκεῖν αὐτοὺς σαφῶς, ὑπισχνεῖται θεόπαιδα· ἐξ ἧς αὐτὸς ἐτέχθη ὁ ἀπερίγραπτος, βροτὸς γεγονώς, δι᾽ Ἀγγέλου κελεύσας βοῆσαι αὐτῇ· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.


Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2016

Άγιος Νικόλαος

Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας, από γονείς ευσεβείς και πλουσίους και έδρασε την εποχή των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού (284 - 304 μ.Χ.), Μαξιμιανού (286 - 305 μ.Χ.) και Μεγάλου Κωνσταντίνου.

Σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και κληρονόμος μιας μεγάλης περιουσίας. Αλλά ο Νικόλαος, εμπνεόμενος από φιλάνθρωπα συναισθήματα, διέθετε την περιουσία του για να ανακουφίζει άπορα, ορφανά, φτωχούς, χήρες, στενοχωρημένους οικογενειάρχες. Ένας μάλιστα, θα διέφθειρε τις τρεις κόρες του, προκειμένου να εξασφαλίσει χρήματα. Όταν το έμαθε αυτό ο Νικόλαος, μυστικά σε τρεις νύκτες εξασφάλισε την προίκα των τριών κοριτσιών, αφήνοντας 100 χρυσά φλουριά στην κάθε μία. Έτσι, οι τρεις κόρες αποκαταστάθηκαν και γλίτωσαν από βέβαιη διαφθορά.

Στην συνέχεια αφιερώθηκε στον ασκητικό βίο, λόγω όμως της ξεχωριστής αρετής του τιμήθηκε, χωρίς να το επιδιώξει, αρχικά με το αξίωμα του Ιερέα στα Πάταρα και συνέχεια με το αξίωμα του αρχιεπισκόπου Μύρων. Από τη θέση αυτή καθοδηγούσε με αγάπη το ποίμνιό του και ομολογούσε με παρρησία την αλήθεια. Για το λόγο αυτό συνελήφθη από τους τοπικούς άρχοντες και ρίχτηκε στη φυλακή.

Όταν όμως ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος ελευθερώθηκαν όλοι οι χριστιανοί και έτσι ο Νικόλαος επανήλθε στο αρχιεπισκοπικό θρόνο. Μάλιστα έλαβε μέρος στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο, όπου ξεχώρισε για τη σοφία και την ηθική του τελειότητα.

Ο Άγιος Νικόλαος ήταν προικισμένος και με το χάρισμα της θαυματουργίας με το οποίο έσωσε πολλούς ανθρώπους και όσο ήταν εν ζωή αλλά και μετά την κοίμησή του το 330 μ.Χ. Για παράδειγμα όταν κάποτε κινδύνευσε κάποιος στη θάλασσα - λόγω σφοδρών ανέμων - και επικαλέστηκε το όνομα του αγίου σώθηκε και μάλιστα ενώ βρισκόταν στη μέση του πελάγους βρέθηκε αβλαβής στο σπίτι του. Το θαύμα έγινε αμέσως γνωστό στην Πόλη και ο λαός προσήλθε αμέσως σε λιτανεία και αγρυπνία προκειμένου να τιμήσει το θαυματουργό Άγιο.




Περί των Ιερών Λειψάνων του Αγίου

Ο τάφος του Αγίου Νικολάου στη Βασιλική του Μπάρι, ανοίχθηκε αναγκαστικά το 1953 μ.Χ., κατά την διάρκεια αναστηλωτικών εργασιών, την νύκτα της 5ης προς 6ης Μαΐου. Για τον σκοπό αυτό συγκροτήθηκε επιτροπή από τον Πάπα, με Πρόεδρο τον τότε Ρωμαιοκαθολικό Αρχιεπίσκοπο του Μπάρι Ερρίκο Νικόδημο, στην οποία ανατέθηκε η κανονική αναγνώριση των λειψάνων του τάφου. Παράλληλα ο αναγνωριστικός έλεγχος και η καταμέτρηση των οστών ανατέθηκε στον Καθηγητή της Ανατομίας στο Πανεπιστήμιο του Μπάρι Λουΐτζι Μαρτίνο και τον βοηθό του Γιατρό Αλφρέντο Ρουγγίερι.

Τα Λείψανα μέσα στη λάρνακα έπλεαν σέ ένα διαυγές, άχρωμο και άοσμο υγρό, το οποίο είχε βάθος τρία περίπου εκατοστά. Η εξέταση του υγρού αυτού από τα Ινστιτούτα Χημείας και Υγιεινής του Πανεπιστημίου του Μπάρι απέδειξε, ότι επρόκειτο για καθαρό νερό, ελεύθερο από άλατα και στείρο από μικροοργανισμούς! Η έρευνα απέδειξε, ότι το υγρό αυτό προήρχετο από τις μυελοκυψέλες των σπογγωδών οστέων!

Η τρίτη ιστορικά ανακομιδή έγινε την νύκτα της 7ης προς 8ης Μαΐου 1957 μ.Χ., με σκοπό νέα αναγνώριση, καταμέτρηση, ανατομική και ανθρωπολογική μελέτη, πριν την οριστική κατάθεση στην λάρνακα, μετά το πέρας των αναστηλωτικών εργασιών. Στην ιατρική ομάδα συμμετείχε την φορά αυτή και ο Γιατρός Λουΐτζι Βενέζια. Τα αποτελέσματα της ανθρωπολογικής εξετάσεως των Ιερών Λειψάνων υπήρξαν εντυπωσιακά. Διαπιστώθηκε, ότι ανήκαν σέ ένα και το αυτό άτομο και μάλιστα σε άνδρα που είχε ύψος 1.67 περίπου, τρεφόταν κυρίως με φυτικά προϊόντα και πέθανε σε ηλικία μεγαλύτερη των 70 ετών. Το άτομο αυτό ανήκε στην λευκή Ινδοευρωπαϊκή φυλή.

Η κατάσταση ορισμένων οστών έδειξε ακόμη, ότι το άτομο στο οποίο ανήκαν, πρέπει να είχε υποφέρει πολύ κάτω από ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης, που του άφησαν σημάδια στην υπόλοιπη ζωή του. Η αγκυλωτική σπονδυλοαθρίτιδα και η διάχυτη ενδοκρανιακή υπερόστωση, πρέπει να κληρονομήθηκαν από κάποια υγρή φυλακή, όπου πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του και μάλιστα σε προχωρημένη ηλικία.

Η ιχνογραφική ανάπλαση του προσώπου, με την μέθοδο της υπερσκελετικής αναπλάσεως των μαλακών μερών της κεφαλής, απέδωσε επίσης θεαματικά αποτελέσματα. Τα σχετικά ιχνογραφήματα που δημοσίευσε ο Καθηγητής Μαρτίνο, βρίσκονται σε συμφωνία με τις παλαιότερες απεικονίσεις του Αγίου, εκείνη της Αγίας Μαρίας της Πρώτης (στη Ρώμη, 8ος ή 9ος αιώνας μ.Χ.) και αυτή του Παρεκκλησίου του Αγίου Ισιδώρου, στον Ναό του Αγίου Μάρκου (στη Βενετία, ψηφιδωτό του 12ου αιώνα μ.Χ.).

Δηλαδή, με τις εξετάσεις των Λειψάνων του Αγίου Νικολάου, πιστοποιήθηκε η γνησιότητά τους, αποδείχθηκε επιστημονικά η μυροβλυσία του και επίσης ότι η πάροδος του χρόνου δεν άμβλυνε την μνήμη των βασικών χαρακτηριστικών της μορφής του, όπως τα διέσωσε η Ορθόδοξη εικονογραφική παράδοση (πρόσωπο ασκητικό, ευγενικό, με αρμονικές αναλογίες, υψηλό και πλατύ μέτωπο, μεγάλα μάτια - ελαφρά βαθουλωτά - έντονα ζυγωματικά, φαλάκρα). (Βλ. Αντ. Μάρκου, «Τα Λείψανα του Αγ. Νικολάου Επισκόπου Μύρων της Λυκίας και οι ιστορικές τους περιπέτειες»· Περιοδικό «Ορθόδοξη Μαρτυρία» Λευκωσίας, φ. 44/1994, σελ. 98 - 106· αγγλική έκδοση από το Κέντρο Παραδοσιακών Ορθοδόξων Σπουδών Έτνας Καλιφορνίας, 1994).


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'.
Κανόνα πίστεως καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας Διδάσκαλον, ἀνέδειξέ σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Νικόλαε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.






ΒΙΝΤΕΟ-Ο ΒΙΟΣ  ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ



Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2016

Αγία Βαρβάρα


Ένα από τα ιερά σφάγια, που έπεσαν πάνω στον ιερό βωμό της πίστεως του Χριστού και επότισαν με το αίμα τους το πελώριο δένδρο του Χριστιανισμού και λάμπρυναν την Εκκλησία είναι και η Αγία, ένδοξη Μεγαλομάρτυς Βαρβάρα.
Η Αγία Βαρβάρα έζησε περί το τέλος του 3ου και αρχές του 4ου μ. Χ. αιώνα, στην Ηλιούπολη, που ήταν πόλη της Κοίλης Συρίας, κοντά στον Αντιλίβανο. Σήμερα η πόλη αυτή, ονομάζεται Βααλβέκ. Ο πατέρας της ονομαζόταν Διόσκορος και ήταν φανατικός ειδωλολάτρης. Ήταν επίσης πολύ πλούσιος και διοικητής της Ηλιούπολης, με μεγάλη πολιτική εξουσία και δύναμη. Φανατικός δε ιερεύς της ειδωλολατρίας.
Οι ιστορικές πληροφορίες, δεν αναφέρουν καθόλου το όνομα της μητέρας της, ούτε ποιά στάση τήρησε σε όλη την περιπέτεια και το φρικτό μαρτύριο της κόρης της. Μήπως είχε πεθάνει; Αυτό μόνο σαν υπόθεση μπορεί να σταθεί. Γιατί από την προτροπή του τυράννου, κατά το μαρτύριο της Αγίας, «να λυπηθεί τους γονείς της», βγαίνει το συμπέρασμα, ότι ζούσε, αλλά δεν συνταυτίστηκε με την κόρη της, όπως συνέβη με άλλες μητέρες μαρτύρων, παρά σαν φανατική ειδωλολάτρις και αυτή, συνταυτίσθηκε με τη στάση του φανατισμένου και τυφλού στην ψυχή άνδρα της Διόσκορου. Η Βαρβάρα ήταν το μονάκριβο παιδί τους. Ήταν αφάνταστα ωραία στο σώμα, αλλά και στην ψυχή, και είχε πολλή χάρη, ευφυΐα, σεμνότητα και σωφροσύνη.
Απ' τις περιπτώσεις που γνωρίζουμε, αυτού του είδους, όταν δηλαδή οι γονείς έχουν ένα μόνο παιδί, φανταζόμαστε πόσο ενδιαφέρον, πόση αγάπη, φροντίδα και αδυναμία, θα της είχαν, και πόσο, θα διέθεταν τα πάντα, να τη μορφώσουν και να την αποκαταστήσουν, κατά τον καλύτερο τρόπο, κάτι που τους επέβαλε οπωσδήποτε και ο πλούτος και η κοινωνική τους θέση.
Και πράγματι, όταν η κόρη τους έφτασε σε ηλικία γάμου παρουσιάστηκαν πολλοί μνηστήρες, πολλοί υποψήφιοι γαμπροί, και από τους εξέχοντες άρχοντες, και από τους μεγιστάνες και από τους λοιπούς επιφανείς άνδρες της Ηλιούπολης. Όλα όμως τα προξενιά η Βαρβάρα τα έδιωχνε, πράγμα που ο πατέρας της δεν το έβλεπε με καλό μάτι.
Ήταν γι' αυτόν αδικαιολόγητη η έμμονή της κόρης του, να μη θέλει διακεκριμένους γαμπρούς, που την ζητούσαν σε γάμο. Υπόθεσε όμως, ότι ήταν μια κάποια νεανική ιδιοτροπία, και είχε την ελπίδα ότι αργότερα, θα υποχωρούσε και θα δεχόταν να παντρευτεί. Περνούσε όμως η ηλικία της και η Βαρβάρα δεν έλεγε το ναι. Εν τω μεταξύ, όσο μεγάλωνε, μεγάλωνε αφάνταστα και η ομορφιά της και την έκανε «περιλάλητη και περιμάχητη».
Κατά Συμεών το Μεταφραστή, Ι΄ αιώνας, «το γαρ κάλλος αυτής, ει και μη θεατόν, αλλ' όμως ακουστόν ον, περιμάχητον αυτής εποίει γάμον».
Όσο περνούσε ο καιρός, ο Διόσκορος γέμιζε πιο πολύ από ποικίλους φόβους, και πήρε την απόφαση να λάβει ωρισμένα μέτρα. Φαίνεται, ο πιο μεγάλος του φόβος, ήταν ωρισμένοι ψίθυροι, ότι η Βαρβάρα συμπαθούσε τον Χριστιανισμό. Οι ιστορικές πηγές λένε, για τη Βαρβάρα, ότι ήταν «εμμανής περί την των απίστων ειδώλων προσκύνησιν».
Γι' αυτό, και ο Διόσκορος, περιώρισε την ελευθερία της κόρης του τόσο, όσο να μη την βλέπει κανείς, ούτε και να την συναναστρέφεται. Μόνο υπηρέτες και υπηρέτριες, πιστοί στο Διόσκορο, την συνόδευαν. Κατά την παράδοση, τόσο την περιώρισε που έφτιαξε ειδικό πύργο και την έκλεισε μέσα.
Όμως, δύσκολα γλιτώνει κανείς απ' αυτό που φοβάται. Το λέει ο λαός και έχει δίκιο. Δεν είναι λίγες οι φορές, που τα πράγματα σ' αυτό τον κόσμο μας έρχονται διαφορετικά απ' ότι τα περιμένουμε. Πολλές φορές, παίρνουμε μέτρα και εφαρμόζουμε τακτικές, για να υποστηρίξουμε τις σκέψεις και τα σχέδιά μας, με αποτέλεσμα όμως αντίθετο. Ας γνωρίζουν λοιπόν οι γονείς, όσοι μάλιστα, σχετικά με την κλήση των παιδιών τους, αντιστρατεύονται στη βουλή του Θεού, αλλά και όλοι μας, ότι η θεία Πρόνοια, ξέρει πολύ καλά, να ματαιώνει θελήσεις ανθρώπων όπως του πατέρα της Βαρβάρας και φωτίζει ακόμα και τους δεσμοφύλακες...
Οι φόβοι του Διόσκορου βγήκαν αληθινοί. Η πανεύφημη Βαρβάρα ξαφνικά παρουσιάζεται χριστιανή. Φαίνεται, κάποια απ' τις υπηρέτριες ήταν κρυπτοχριστιανή, και μετέδωσε στη Βαρβάρα τα σωτήρια χριστιανικά δόγματα και διδάγματα. Ακόμα, κατά το βιογράφο της, την βοήθησε και η λογική, διότι καθώς έβλεπε μέσα από τον πύργο εκεί στη μοναξιά το μεγαλείο της φύσης σκεπτόταν: «ποιός έκαμε τον έναστρο ουρανό με ένα τέτοιο διάκοσμο και ποιός τη γη με τόσες ομορφιές και στολίδια, με δένδρα και καρπούς ποικίλους και ωραίους; οι ξύλινοι και πέτρινοι θεοί, που δεν έχουν λογική, και ούτε βλέπουν, ούτε ακούνε, που τους έφτιαξαν άνθρωποι»; Όχι, δεν είναι δυνατό. Δεν μπορούσε με τίποτα να το πιστέψει. Και έβλεπε σε όλα αυτά τη σφραγίδα και το μεγαλείο ενός μεγάλου και σοφού Δημιουργού, του αληθινού θεού, που ήδη είχε αρχίσει περί Αυτού να μαθαίνει με σιγουριά. Ο Συμεών ο Μεταφραστής, μας εξηγεί το θαυμαστό αυτό γεγονός ως εξής: «εν αυτώ, λέγει, τω πύργω, η του Παρακλήτου Χάρις των αφανών αυτής οφθαλμών αφανώς αψάμένη, φωτί τε θεογνωσίας εφώτισε και τον αψευδή Θεόν γνώριμον αυτή παραδόξως κατέστησε». Δηλαδή, σ' αυτόν μέσα τον πύργο, η Χάρη του Παρακλήτου αγγίζοντας μυστικά τους οφθαλμούς της ψυχής της, την εφώτισε με το φως της θεογνωσίας και της φανέρωσε με παράδοξο τρόπο τον αληθινό θεό.
Αυτή λοιπόν, η κρυπτοχριστιανή υπηρέτρια της Βαρβάρας, την πήγε κρυφά στη χριστιανική κατακόμβη, την γνώρισε με ένα ιερέα από την Αλεξάνδρεια, την κατήχησε, και μετά από λίγο καιρό τη βάπτισε στο όνομα της Αγίας Τριάδος.
Η παναοίδιμη Βαρβάρα ζει τώρα πια σε καινούργιο κόσμο. Η χαρά της είναι αφάνταστη. Τώρα νιώθει την πραγματική ευτυχία και αγαλλίαση. Καταλαβαίνει τώρα πιο πολύ, ότι η ομορφιά και τα πλούτη και η μόρφωση δεν έχουν καμιά αξία, μπροστά στο μεγάλο θησαυρό της αληθινής πίστεως, που της αποκάλυψε ο Θεός και που τον ζει πια χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. Αγάπησε ολοκληρωτικά το Νυμφίο της Χριστό. Αποδείχθηκε αληθινή μεγαλέμπορος, που θυσίασε τα πάντα, για να κερδίσει «τον πολύτιμο μαργαρίτη». Μπροστά στην πραγματική ευσέβεια και αρετή, και προ παντός μπροστά στην αγάπη του Χριστού, η παμμακάριστη Βαρβάρα, παραμέρισε όλες τις αμαρτωλές απολαύσεις του κόσμου τούτου, νέκρωσε όλα τα ψυχοφθόρα σαρκικά αμαρτήματα, περιφρόνησε κοσμικές τιμές και δόξες, αποστράφηκε τη λάμψη και το μεγαλείο των αξιωμάτων και του πλούτου, όλα που ο λόγος του Θεού τα ονομάζει «αλαζονείαν του βίου», τα θυσίασε όλα και προτίμησε να υποστεί τις θλίψεις του μαρτυρίου προκειμένου, να ομολογήσει με αλύγιστο θάρρος, με άκαμπτη Θέληση και παρρησία, με ηρωισμό και αυταπάρνηση, τον Χριστό και το Θέλημά Του, και να κερδίσει τον πολύτιμο, άφθαρτο και αναφαίρετο θησαυρό, την αιώνια ζωή.
Είναι πράγματι ανάξιος, όποιος θα αγαπήσει κάτι άλλο, πιο πολύ απ' τον Χριστό. 



Ο Διόσκορος χωρίς να υποψιάζεται τίποτα για όλα αυτά που είχαν συμβεί, κάνει πάλι πρόταση γάμου στη Βαρβάρα. Η καλλίνικη όμως Βαρβάρα αυτή τη φορά, πήρε θέση σθεναρή και ξεκάθαρη απέναντι στον πατέρα της και έδωσε λύση μια για πάντα στο πρόβλημα του γάμου.
«Μη μου κάνεις ξανά λόγο για γάμο, γιατί ούτε θα σε ξαναπώ πατέρα και θα με αναγκάσεις να σκοτωθώ μόνη μου», είπε στον πατέρα της. Συμεών ο Μεταφραστής λέγει, ότι ο Διόσκορος «δεν εισήλθεν εις το νόημα». Νόμισε ότι αυτή η άρνηση προέρχεται από ντροπή, (ήταν μικρή στην ηλικία, ίσως 16 ετών), και δεν επέμεινε, «παρέχων αυτή διασκέψεως καιρόν». Της άφησε χρόνο να το σκεφτεί. Η ανδρόφρονη Βαρβάρα, παρ' όλο που ήταν μικρή στην ηλικία, ήταν πολύ μεγάλη και ώριμη στη σκέψη, και είχε πάρει σταθερή και αμετάκλητη την απόφαση, περί παρθενίας και αφοσίωσης στο Νυμφίο της Χριστό, και ήδη, ζούσε μέσα στον πύργο «εν προσευχή και νηστεία».
Πολλές φορές η Πρόνοια του Θεού χτυπά το διάβολο με τα δικά του όπλα. Έβαλε ο διάβολος στο σκοτισμένο μυαλό του Διόσκορου ότι η κόρη του, δεν ήθελε να ακούσει για γάμο, όχι μόνο από ντροπή, αλλά και διότι την είχε αυστηρά απομονώσει και την είχε αποξενώσει από την κοσμική ζωή, τις διασκεδάσεις κ.λπ. Και έτσι, άλλαξε τακτική. Της επιτρέπει πια να βγαίνει όποτε θέλει από τον πύργο, να δημιουργεί σχέσεις και συναναστροφές με όποιους θέλει, και να πηγαίνει οπού θέλει. Τι άλλο καλύτερο απ' αυτό θα ήθελε η σεμνή αθληφόρα;
Έτσι άρχισε ελεύθερα να βγαίνει έξω να συναναστρέφεται χριστιανές, και με πολλή προφύλαξη να παρακολουθεί ακολουθίες και κηρύγματα των καταδιωκομένων χριστιανών.
Ιδιαίτερα, τα μαρτύρια των χριστιανών που επληροφορείτο, την βοήθησαν πολύ, να στερεωθεί και να ανδρωθεί στην πίστη. Να πως έμαθε τώρα ο πατέρας της, ότι ήταν η κόρη του χριστιανή. Αποφάσισε ο Διόσκορος, να φύγει προσωρινά για υπόθεσή του σε άλλη χώρα. Πριν φύγει, θέλησε να κατασκευάσει έξω από τον πύργο ένα ωραίο λουτρό. Έκαμε το σχέδιο, το έδωσε στους τεχνίτες, με τις ανάλογες οδηγίες και έφυγε για τις υποθέσεις του. Κάποια μέρα η Αγία, κατέβηκε από τον πύργο και άρχισε να περιεργάζεται το λουτρό, που έκτιζαν οι τεχνίτες. Καθώς το παρατηρούσε, πρόσεξε, ότι όλη αυτή η οικοδομή είχε δύο μόνο παράθυρα. Ρώτησε τους κτίστες «γιατί δεν εκάματε και άλλο ένα παράθυρο προς το νότιο μέρος, ώστε να φωτίζεται το λουτρό περισσότερο;».
Γιατί αυτή την εντολή μας έδωσε ο πατέρας σου, απάντησαν. Τότε η Αγία τους είπε πάλι: «θα κάμετε οπωσδήποτε και τρίτο παράθυρο κι αν ο πατέρας μου σας παρατηρήσει, θα του μιλήσω εγώ και θα του εξηγήσω. Εσείς δεν θα 'χετε καμία ευθύνη». Οι τεχνίτες υπάκουσαν και έφτιαξαν .το τρίτο παράθυρο, εκεί ακριβώς που τους είπε. Βλέποντας η Αγία τα τρία παράθυρα ένοιωθε ανεκλάλητη χαρά και ικανοποίηση. Ο δε πανάγαθος και ελεήμων θεός, φώτιζε συνεχώς την ψυχή της, γέμιζε με ’γιο Πνεύμα την καρδιά της και μεγάλωνε το θάρρος και την παρρησία της, για να ομολογήσει πέρα για πέρα την αλήθεια και τον Αγαπημένο της Νυμφίο, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Κάποια φορά, που κατέβηκε να δει το λουτρό, στάθηκε στο σημείο που ήταν η κολυμβήθρα του, Ανατολικά, και χάραξε με το δάκτυλό της πάνω στο μάρμαρο το σημείο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Και ω του θαύματος! Σαν να ήταν το δάκτυλό της μια σμίλη από σίδερο και άνοιξε, τόσο βαθύ λάξευμα στο μάρμαρο, ώστε το σημείο εκείνο του Σταυρού να φαίνεται και να υπάρχει μέχρι σήμερα, για να κηρύττεται συνέχεια η θαυματουργική θεία δύναμη, και να δοξάζεται η αδιαίρετη και ομοούσια Αγία Τριάδα. Και όχι μόνο σώζεται μέχρι σήμερα το λουτρό εκείνο, με τα τρία παράθυρα και τον χαραγμένο από την αγία Σταυρό, αλλά και κάνει μέχρι σήμερα θαυματουργικές θεραπείες σε Αρρώστους από διάφορες αρρώστιες, όταν προσέρχονται με πίστη.
Μετά από λίγο καιρό επανήλθε ο πατέρας της Διόσκορος από το ταξίδι του και βλέποντας το τρίτο παράθυρο στο λουτρό απόρησε. Φώναξε αμέσως τους τεχνίτες και τους παρατήρησε αυστηρά, γιατί παραβήκανε την εντολή του, και κάμανε τρία παράθυρα στο λουτρό. Από εδώ και πέρα αρχίζει η φρικτή μαρτυρική ζωή και το σύντομο τέλος της σεμνής και ενάρετης Βαρβάρας. Απολογείται στον πατέρα της για την κατασκευή των τριών παραθύρων και του τονίζει ότι, «με τα τρία παράθυρα το λουτρό φωτίζεται, καλύτερα, και οι τρεις θυρίδες φωτίζουν πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον». Σ' ένα τροπάριο της ακολουθίας της, στην Ε' ωδή, χαρακτηριστικά αναφέρεται αυτό το γεγονός ως εξής: «θυρίσι τρισί, το λουτρόν φωτίζεσθαι κελεύσασα, μυστικώς διέγραψας, βάπτισμα Βαρβάρα της Τριάδος φωτί, των ψυχών σελασφόρον, υπάρχον καθαρτήριον». Δηλαδή, διατάζοντας να φωτίζεται το λουτρό με τρία παράθυρα, σχεδίασες με μυστικό τρόπο Βαρβάρα, το βάπτισμα, στο φως της Αγίας Τριάδος, που καθαρίζει και φέρνει λάμψη στις ψυχές.
Μ' αυτό το συμβολισμό η Αγία, αποκάλυψε με περίσσιο θάρρος και παρρησία στον πατέρα της, την πίστη και αφοσίωσή της στον Τριαδικό Θεό των χριστιανών, αλλά, και τη σφοδρή και πλήρη αντίθεσή της στους θεούς των ειδώλων. «Τετρωμένη του πόθου σου, ως νυμφίου Δέσποτα, τω γλυκυτάτω βέλει, η αθληφόρος Βαρβάρα άπασαν, πατρικήν αθεΐαν εβδελύξατο». Τροπάριο της γ' ωδής. Δηλαδή, πληγωμένη, Κύριε, με το γλυκύτατο βέλος της αγάπης Σου ως νυμφίου, η αθληφόρος Βαρβάρα σιχάθηκε (μίσησε) όλη την πατρική ασέβεια (την λατρεία των ειδώλων).
Ο Διόσκορος δεν μπορούσε να το πιστέψει. Ζήτησε, λοιπόν, από την κόρη του καθαρή ομολογία. Η Βαρβάρα δεν είχε κανένα λόγο να προσποιηθεί και να πει ψέματα. Είπε λοιπόν στον πατέρα της καθαρά, πως γνώρισε και αγάπησε τη χριστιανική πίστη, και πως, με την πίστη αυτή, γέμισε η διάνοιά της από φως, η καρδιά της από αγνότητα και το πνεύμα της από επανάπαυση.
Στο άκουσμα όλων αυτών ο Διόσκορος, ξέσπασε σε νευρικά γέλια. Ήταν δυνατό, η μονάκριβη κόρη του, το γέμισμα της καρδιάς του, η μοναδική του χαρά, το ίνδαλμά του, η μόνη του παρηγοριά, να γίνει χριστιανή; Οι υποψίες και οι φόβοι του βγήκαν αληθινοί; Δεν μπορούσε με τίποτα να το πιστέψει.
Γι' αυτό εξόρκισε τη Βαρβάρα, να αφήσει τα αστεία, και να τον ακολουθήσει την επομένη σε μια ειδωλολατρική τελετή.
—Σε σέβομαι πατέρα και σε υπακούω, του είπε. Γνώριζε όμως, ότι οριστικά πια δεν έχω καμιά σχέση με την ειδωλολατρία, και το καθήκον μου απέναντι στο Χριστό, δεν μου επιτρέπει καμιά συμμετοχή και παρουσία στα πανηγύρια των ειδώλων. «Ου τρυφής ή τερπνότης, ουκ άνθος κάλλους πλούτος τε, ουχ ηδοναί νεότητος, έθελξάν σε Βαρβάρα ένδοξε, τω Χριστώ νυμφευθείσα καλλιπάρθενε». Τροπάριο της γ΄ ωδής της ακολουθίας της. Δηλαδή δεν σε έθελξαν ένδοξη Βαρβάρα ούτε η γλυκύτητα της απολαύσεως, ούτε η λάμψη της ομορφιάς και ο πλούτος, ούτε οι ηδονές της νεότητος, αφού είχες νυμφευθεί το Χριστό ωραία παρθένε.
Τη στιγμή αυτή ο Διόσκορος, βλέποντας την αμετάτρεπτη απόφαση της κόρης του, φούντωσε από το κακό του. Κορυφώθηκε ο ειδωλολατρικός φανατισμός του. ’δειασε η καρδιά του από κάθε πατρική στοργή και όλη η αγάπη του για τη Βαρβάρα μετατράπηκε σε λυσσαλέο μίσος. Την έβρισε σκαιότατα. Λησμόνησε πέρα για πέρα, ότι ήταν το σπλάχνο του. Με γεμάτα τα μάτια από χολή και την καρδιά του από φαρμάκι, σήκωσε το ξίφος του να την σκοτώσει.
Συγκρατήθηκε όμως. Και έδωσε εντολή να την περιορίσουν πολύ αυστηρά. Η σεμνότατη μάρτυς Βαρβάρα εμποδίζεται, περιωρισμένη τώρα μέσα στα σίδερα και κάτω απ' τα μάτια των φρουρών της, να εκτελέσει τα θρησκευτικά της καθήκοντα, και όχι μόνο αυτό, αλλά ήταν υποχρεωμένη να ακούει ολόγυρά της βλασφημίες και κάθε είδους βρισιές κατά του Χριστού. Αυτή η φοβερή δυσκολία, την έβαλε σε σκέψη, να δραπετεύσει από τον πύργο. Έτσι και έγινε. Κατόρθωσε με τη βοήθεια κάποιας πιστής της υπηρέτριας, να δραπετεύσει και να καταφύγει στο πιο κοντινό όρος, ίσως στον Αντιλίβανο. Μόλις έφτασε εκεί, σήκωσε τα χέρια στον ουρανό, ζήτησε τη βοήθεια του Θεού, να τη γλυτώσει χέρια του τύραννου πατέρα της. Και ο θείος δημιουργός της δεν άργησε καθόλου να απαντήσει στην προσευχή της. Όπως άλλοτε, έσκισε μια πέτρα στα δύο και έκρυψε και διέσωσε την πρωτομάρτυρα Αγία Θέκλα, έτσι με όμοιο θαύμα έσωσε και, την ’για Βαρβάρα από τα φονικά χέρια του πατέρα της, που έτρεχε συνέχεια καταπάνω της να την συλλάβει. Να, πως διατυπώνει το θαύμα αυτό ο υμνογράφος της Αγίας στο β' τροπάριο της ε' ωδής: «Μανίαν δεινήν του πατρός εκκλίνουσαν, Βαρβάραν σχισθέν ευθύς υπεδέξατο, όρος ώσπερ πάλαι την αοίδιμον πρωτομάρτυρα Θέκλαν. Χριστού τερατουργήσαντος». Δηλαδή, την Βαρβάραν που προσπαθούσε να αποφύγει την φοβερή μανία του πατέρα της, την δέχθηκε αμέσως με το σχίσιμό του κάποιο βουνό, όπως έγινε παλιότερα με την περίφημη πρωτομάρτυρα Θέκλα, με θαύμα του Χριστού. 



Και ενώ, από το θαύμα αυτό, την έχασε ο αιμοβόρος πατέρας της από τα μάτια του, δεν γύρισε πίσω, αλλά συνέχισε να ψάχνει για να την βρει. Καθώς έψαχνε, συνάντησε δυό βοσκούς. Έβοσκαν τα πρόβατά τους στον τόπο εκείνο, και τους ρώτησε, αν είδαν που κρύφτηκε μια νέα γιατί ήταν η κόρη του. Ο ένας βοσκός, άνθρωπος καλοκάγαθος, δεν θέλησε να γίνει προδότης, και δεν θέλησε να πει την αλήθεια. —Δεν την είδα καθόλου, του είπε. Προτίμησε ο ευλογημένος να πει ψέμα, που θα ήταν σωτήριο, παρά αλήθεια βλαπτική. Ο άλλος βοσκός, άθλιος, πονηρός και απάνθρωπος, για να μη χάσει αμοιβή, που του υποσχέθηκε ο διώκτης πατέρας, δεν μίλησε μεν, αλλ' όμως με το δάκτυλό του, έδειξε στον Διόσκορο το σημείο, που με το θαυμαστό τρόπο κρύφτηκε η κόρη του. Κατά την παράδοση, η θεία Δίκη, τιμώρησε αμέσως τον προδότη βοσκό και μονομιάς τα πρόβατά του έγιναν κάνθαροι. Στο γεγονός αυτό, σίγουρα, οφείλεται και το ότι το Νοσοκομείο λοιμωδών νόσων, στην Αγία Βαρβάρα Δαφνιού, ονομάζεται «Κάνθαρος».
Η καταδίωξη του Διόσκορου πέτυχε.
Μετά από λίγο συνέλαβε την κόρη του. Δεν ήταν όμως πια πατέρας ούτε κατά ίχνος, αλλά σωστός τύραννος, γεμάτος παραφορά και μίσος και πάθος εκδικητικό. —Λοιπόν, της λέγει, εξακολουθείς να επιμένεις; Η Αγία τον κοίταξε καλά – καλά με λύπη και σταθερά του απάντησε. —Δεν μπορώ πατέρα να αρνηθώ τον αληθινό Θεό. Τότε εκείνος την άρπαξε απ' τα μαλλιά, με μανία λιονταριού, την τίναξε πολλές φορές και με σφοδρή και βίαιη πτώση την έριξε κάτω στη γη. Για μια στιγμή τον κατάλαβε φονική ορμή, να την σκοτώσει με κλωτσιές, ή να της συντρίψει την κεφαλή με κάποια πέτρα. Συγκρατήθηκε όμως, σα να είχε κάποια ελπίδα. Έδωσε εντολή να τη σηκώσουν από κάτω. Την έπιασε με τα χέρια του, σύροντάς την βίαια, την οδήγησε
ξανά στον πύργο. Εκεί την έκλεισε σ' ένα μικρό δωμάτιο με σιδερένια κάγκελα και έβαλε φρουρούς να τη φυλάνε. Πέρασε έτσι ένας μήνας. Κάθε δυο μέρες ο Διόσκορος έπαιρνε μαζί του και έναν ιερέα της ειδωλολατρίας και προσπαθούσε να αλλάξει τη γνώμη της κόρης του. Η θεόκλητη όμως Βαρβάρα, δεν δεχόταν καθόλου να ακούσει τις ειδωλολατρικές διδασκαλίες και υποστήριζε αλύγιστα την πίστη της στο Χριστό και το Ευαγγέλιό του.
Όταν ο Διόσκορος διαπίστωσε, ότι, κι αυτή του η προσπάθεια, να μεταπείσει την κόρη του, απέβη άκαρπη, τότε την κατήγγειλε στον ηγεμόνα Μαρκιανό, με την κατηγορία, ότι βρίζει με σκαιότητα τα είδωλα, και τον εξόρκισε στη δύναμη των θεών τους, να μη την λυπηθεί καθόλου, αλλά να την βασανίσει με κάθε είδους βία και σκληρά βασανιστήρια, μέχρι θανάτου. Ο Μαρκιανός κάθισε στην έδρα του δικαστηρίου και έδωσε εντολή να φέρουν τη Βαρβάρα μπροστά του.
Όταν την είδε, με τόση καταπληκτική ομορφιά, μια νέα γεμάτη από ευγένεια και σεμνότητα, έμεινε εκστατικός και καταλήφθηκε από οίκτο. Μια τέτοια νέα, θα ήταν κρίμα να βασανιστεί και μάλιστα μέχρι θανάτου. Προσπάθησε με όλες του τις δυνάμεις, με συμβουλές, με υποσχέσεις και με απειλές να την πείσει να αρνηθεί το Χριστό, αλλά μάταια. «Λυπήσου τους γονείς σου», της είπε. Η ανδρόφρων Αγία δεν δελεάστηκε από τίποτα. Ούτε την τρόμαζε καμμιά απειλή. Ήλεγξε μάλιστα με δριμύτητα το ψεύδος των ειδώλων και υπεραμύνθηκε της αλήθειας του Χριστού. Είμαι χριστιανή απαντούσε, και δεν θα μπορέσει να με αλλάξει κανείς. Τότε ο Μαρκιανός, έξω φρενών, έδωσε εντολή, να αρχίσουν τα φοβερά βασανιστήρια. Μπροστά στα σκληρά και άπονα μάτια του πατέρα της, την γύμνωσαν, την χτύπησαν με σκληρά βούνευρα χωρίς έλεος, και για να την χάνουν να νοιώθει τους πόνους πιο δριμείς, έτριβαν τις πληγές της με τρίχινα ρούχα. «Αικισμοίς αφειδώς καταξαίνεσθαι, ράχεσι τριχίνοις εντόνως τε τρίβεσθαι δια Χριστόν η άμεμπτος», αναφέρεται στην Ακολουθία της, τροπάριο της στ' ωδής. Δηλαδή, η αθλήτρια παρέδωσε το σώμα της να κατασπαραχθεί με πάμπολλα βασανιστήρια και να τριφτεί δυνατά με τρίχινα κουρέλια. Και όλα αυτά τα υπέστη για το όνομα του Χριστού η άμεμπτη.
Τόση ήταν η μαστίγωση, που το άγιο εκείνο σώμα καταπληγώθηκε, και κατατρυπήθηκε, και από το άσπιλο αίμα των πληγών της κατακοκκίνησε το μέρος της γης, που τη βασάνιζαν. Μετά από πολύωρα και σκληρά βασανιστήρια την κλείσανε προσωρινά στη φυλακή, για να την ανακρίνουν και πάλι με την ελπίδα, ότι μια δεύτερη ανάκριση, και ένα πιο σκληρό μαρτύριο, θα την έκαναν να αλλάζει γνώμη, να αρνηθεί το Χριστό, να προσκυνήσει και να θυσιάσει στους ψευτοθεούς. Τα μεσάνυχτα, και ενώ η Αγία ήταν άγρυπνη και προσευχόταν, ξαφνικά το δεσμωτήριο καταφωτίστηκε από δυνατό και γλυκύτατο φως. Και ακούστηκε παρήγορη φωνή που έδινε θάρρος στην Αγία. Μονομιάς θεραπεύτηκαν όλα τα τραύματά της και η ψυχή και το σώμα της πήραν ουράνια βοήθεια και δύναμη. Η ομορφιά της έγινε ακόμα πιο λαμπρή, που κατέπληξε τους τυφλούς και αμετανόητους τυράννους της.
Και απ' αυτά τα ολοφάνερα σημεία του ουρανού, δυνάμωσε πιο πολύ η καλλίνικη Μεγαλομάρτυς Βαρβάρα, απόκτησε μεγαλύτερη καρτερία και υπομονή. Δεν ανησυχούσε για τίποτα. Ήξερε, ότι βαδίζει πολύ γρήγορα, για να φτάσει κοντά στο Νυμφίο της Χριστό, όπου, τις ψυχές δεν μπορεί να αγγίξει πια καμιά βάσανος.
Ένοιωθε αφάνταστα χαρούμενη. Χαιρόταν με τα παθήματά της και ένοιωθε βαθειά τη χάρη του ουρανού όχι μόνο να πιστεύει στο Χριστό, αλλά και να πάσχει για το Χριστό. Περίμενε με χαρά, σα να πήγαινε για γάμο, νέα βασανιστήρια, δριμύτερα και σκληρότερα από πριν.
Αρχίζει ο δικαστής τη δεύτερη εξέταση, όλοι, που ήταν στο δικαστήριο, όταν είδαν την πολυβασανισμένη Μάρτυρα υγιέστατη, χωρίς καμιά πληγή, έμειναν άφωνοι, αλλά και με το νου αφώτιστο. Ο άσεβής Μαρκιανός, τυφλός από την πλάνη των ειδώλων, προσπάθησε να πείσει την αγία, ότι οι θεοί του τη λυπήθηκαν και της γιάτρεψαν τις πληγές. -Οι θεοί σου είναι τυφλοί και αδύνατοι, όπως είσαι κι εσύ, και έχουν ανάγκη αυτοί απ' τους Ανθρώπους. Με θεράπευσε ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος, που τα γεμάτα από το σκοτάδι της ασέβειας μάτια σου, δεν μπορούν να Τον δουν, να Τον γνωρίσουν, να Τον Αγαπήσουν, για να σε σώσει.
Στο άκουσμα των θαρραλέων αυτών λόγων της Αγίας, εξοργίστηκε ο Μαρκιανός τόσο, που ξεπέρασε σε θηριωδία και το λιοντάρι και την τίγρη, και έδωσε αμέσως εντολή, να της καταξεσχίσουν τις σάρκες με σιδερένια νύχια και με αναμμένες λαμπάδες να καίνε τα ξεσχισμένα μέλη της και να χτυπούν με σφυρί την κεφαλή της. Ο υμνογράφος της Ακολουθίας της στην ζ' ωδή διατυπώνει ως εξής το φρικτό αυτό βασανισμό: «Πληγαίς αφορήτοις σου καταξανθέντος, του σώματος όλου τε, βαφέντος εν αιμάτων ροαίς, λαμπάσιν υπέμεινας, φλογιζομένη πλευράς, μάρτυς παναοίδιμε, Χριστω ευχαριστούσα, Βαρβάρα ένδοξε». Δηλαδή, ενώ με αφόρητα κτυπήματα είχε καταξεσχισθεί όλο σου το σώμα και είχε βαφτεί με τις ροές των αιμάτων, έδειξες υπομονή και όταν έκαιγαν με λαμπάδες τις πλευρές σου, ονομαστή μάρτυς, ευχαριστώντας τον Χριστό ένδοξη Βαρβάρα.
Στο σημείο αυτό του υπερθηριώδη αυτού βασανισμού, παρουσιάζεται και δεύτερη του Χριστού Μάρτυς. Είναι η θεοσεβής και ενάρετη Ιουλιανή. Η αγαθή Ιουλιανή, ήταν χριστιανή από πολύ καιρό. Παρακολουθούσε απ' την αρχή τα μαρτύρια της Αγίας Βαρβάρας. Είδε και έμαθε για όλα τα θαύματα που έκανε ο Χριστός επάνω της. Τώρα όμως, βλέποντας εκείνο το μαρτύριο, βλέποντας να τρέχει άφθονο το αίμα της Αγίας από όλο το σώμα και την κεφαλή της, δεν άντεξε η καρδιά της τον πόνο, και άρχισε να κλαίει γοερά και απαρηγόρητα.
Όταν την είδε ο Μαρκιανός να κλαίει, τη ρώτησε ποιά είναι.
- Είμαι χριστιανή, του απάντησε, και κλαίω από αγάπη και πόνο για τα μαρτύρια της καλλιπάρθενης Βαρβάρας. Αμέσως ο ασεβής διέταξε να κρεμάσουν την Ιουλιανή κοντά στη Βαρβάρα, να της ξεσχίσουν και αυτής τις σάρκες και να τις καίνε με αναμμένες λαμπάδες. Βλέποντας ο σκληρόκαρδος εκείνος τύραννος την υπομονή και αντοχή και των δύο Μαρτύρων γυναικών, στα τόσα και τέτοια βασανιστήρια, διέταξε να κόψουν τους μαστούς και των δύο· «ω της απανθρώπου τε και αναλγήτου, τυράννων ωμότητος, και πλείστης αθεότητος! μαστούς γαρ της μάρτυρος, ως εν μακέλλω δεινώς, ξίφεσι κατέτεμνον...», έτσι περιγράφει ο υμνογράφος της το γεγονός σ' ένα τροπάριο της ζ' ωδής. Δηλαδή, ω απάνθρωπη και άπονη σκληρότητα και Υπερβολική ασέβεια των τυράννων. Σα να βρισκόντουσαν σε κρεοπωλείο απέκοψαν τελείως με ξίφη τους μαστούς της μάρτυρος, η οποία προσήλωνε το νου της στο ζωοδότη Χριστό. Ούτε όμως η αποκοπή των μαστών των δύο γυναικών μπόρεσε να αλλάξει την απόφασή τους, να μαρτυρήσουν και να υποστούν τα πάντα για την αγάπη του Χρίστου.
Αφού είδε ο τύραννος να υπομένουν και αυτή την τρομερή βάσανο διέταξε, την μεν Ιουλιανή να την βάλουν στη φυλακή, την δε Βαρβάρα, να την ξεγυμνώσουν τελείως, να την γυρίζουν σε όλη την πόλη γυμνή, συνάμα δε και να την δέρνουν συνεχώς. Μ' αυτόν τον τρόπο θέλησαν να την πληγώσουν πιο πολύ, και να εκθέσουν τη σεμνότητα αυτής της παρθένου, της κόρης, της οσίας, που όπως λέγει, ο ’γιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, στο εγκώμιό του, για την Αγία, «ουδέ αυτός ο ήλιος ηδυνήθη πρότερον να απολαύση κατά κόρον». Στο άκουσμα του χειρότερου αυτού, για την Αγία μαρτυρίου, το πρόσωπό της κατακοκκίνησε και φρίκη πέρασε το πνεύμα της. Αλλά ω Κύριε, Κύριε, σ' Εσένα η Βαρβάρα αφοσιώθηκε με όλη τη διάνοια, την ψυχή, την καρδιά και τη δύναμή της. Για Σένα αψήφισε τα πάντα, και γονείς, και νεότητα, και ομορφιά, και πλούτη και μνηστείες, και αναπαύσεις και απολαύσεις κοσμικές. Εσύ που τροφοδοτείς και κυβερνάς τα πάντα και προνοείς για τα λουλούδια και τα πετεινά του ουρανού. Εσύ, που είπες, ότι δεν πέφτει ούτε μια τρίχα από τους πιστούς Σου, χωρίς να το θελήσεις. Εσύ, που γνωρίζεις τα πάντα και ερευνάς καρδιές και νεφρά των ανθρώπων. Εσύ, εισάκουσε και την προσευχή, την θερμή και ολόψυχη, της γενναίας αθλήτριας και πιστής δούλης Σου Βαρβάρας, και μην αφήσεις να εκτεθεί το αγνό και παρθένο εκείνο σώμα της. Μην αφήσεις, Δίκαιε, να πραγματοποιηθεί αυτό που με σατανική έμπνευση της προετοιμάζουν, να την εκπομπεύσουν δηλαδή και να την θεατρίσουν δημόσια. Κι αν δεν υπάρχει άλλος τρόπος, Κύριε, να την διαφυλάξει, κόψε μονομιάς το νήμα της ζωής της, και γλύτωσέ την. Ο γεμάτος αγάπη Θεός, δεν αργοπόρησε καθόλου, άκουσε αμέσως την προσευχή της, και ω του θαύματος, ενώ της αφαιρούσαν τα ρούχα, η γύμνωσή της δεν φαινόταν. Κατά τρόπο ανεξήγητο άλλα ρούχα, πιο ωραία αντικαθιστούσαν εκείνα που με λυσσώδη μανία της αφαιρούσαν και ξέσχιζαν. Ο ’γιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός διατυπώνει το θαύμα ως εξής: «Χάριτος περιβολή όλην ο Χριστός περιστείλας την οικείαν αθλήτριαν, την θέαν τοις αισχροίς και ασελγέσι και μυσαροίς διετείχωσε και άπρακτον αυτών την επίνοιαν δέδειχε και της προσδοκίας παρέσφηλεν».
Δηλαδή αφού ο Χριστός περιτύλιξε τη δική Του αθλήτρια με το ένδυμα της χάριτος, εμπόδισε σαν με τείχος το θέαμα, (της γυμνώσεως), από τους αισχρούς και ακόλαστους και ακάθαρτους, και απόδειξε τη σκέψη τους ανώφελη, και έκανε να χαθεί η ανίερη ελπίδα τους για το θέαμα.
Για το ίδιο θαύμα ο Συμεών ο Μεταφραστής γράφει: «αόρατον στολήν αυτή περιέθηκε». Ο Χριστός δηλαδή, για να σκεπάσει και προστατεύσει τη σεμνότητα και αγνότητα της καλλινίκου Μάρτυρος Του, την περιέβαλε με στολή που δεν φαινόταν. Να πως ο υμνογράφος συνθέτει αυτό το θαυμαστό γεγονός σε ένα τροπάριο της η' ωδής: «’γγελος φαιδρός, στολήν φωτοειδή σε, δια Χριστόν γεγυμνωμένην σεμνή, Βαρβάρα ημφίασε, και ως νύμφη περιήγαγε. Τα πάθη τη εσθήτι γαρ, μάρτυς συνεξεδύσω, θείαν εκστάσα αλλοίωσιν». Δηλαδή, λαμπρός άγγελος σε έντυσε Βαρβάρα με φωτεινή στολή, εσένα που σε είχαν γυμνώσει για το όνομα του Χριστού οι δήμιοι, και σε παρουσίασε σα νύμφη. Τα πάθη βέβαια μαζί με τα ενδύματα τα πέταξες μάρτυς και υπέστης θεία αλλαγή.
Ποιό ήταν το αποτέλεσμα όλου αυτού του δράματος; Ανίκανος, τυφλωμένος απ' το σκοτάδι της ειδωλολατρίας ο Μαρκιανός, δεν μπόρεσε να ερμηνεύσει όλα εκείνα τα θαυμάσια και υπερφυσικά, που είδαν τα μάτια του, και να δει το φως το αληθινό, αλλά πωρώθηκε και σκληρύνθηκε πιο πολύ, και φρυάττοντας με τρομακτική λύσσα, πιο μεγάλη κι από την τίγρη, έδωκε πρόσταγμα, να θανατωθούν και οι δύο γυναίκες, με αποκεφαλισμό δια ξίφους, και η Βαρβάρα και η ομόφρων αυτής Ιουλιανή. Σε όλες αυτές τις τιμωρίες και τους βασανισμούς που υπέστη η ’για, ένδοξη και μεγαλομάρτυς Βαρβάρα, ήταν μπροστά και ο τυφλός από το πάθος και άσπλαχνος πατέρας της Διόσκορος. Όχι μόνο δεν πόνεσε αλλ' ούτε καν λυπήθηκε την κόρη του ο υπερθηριώδης. Δεν χόρτασε η αιμοβόρα καρδιά του από όλα εκείνα τα κολαστήρια και τους ξεσχισμούς της σάρκας, που δοκίμασε αλύγιστα η Αγία, αλλά νόμισε, ότι θα τον κατηγορούσαν, σαν άνανδρο, και με αδύνατη ψυχή, αν άφηνε να θανατώσει άλλος την κόρη του.
Και έτσι, μόλις ο δικαστής έβγαλε την καταδικαστική απόφαση, άρπαξε σα λυσσασμένο λιοντάρι την κόρη του για να την οδηγήση στον τόπο του αποκεφαλισμού και να τη φονεύσει ο ίδιος με τα καταραμένα χέρια του. Η Αγία, χωρίς να του καταλογίσει καθόλου την τόση σκληρότητά του είπε με πολλή συμπάθεια και τρυφερότητα: «πατέρα μου»! — Ω λόγια, χειρότερα από ξίφος και λόγχη! Ω και τι δεν κρύβουν μέσα τους αυτά τα λόγια! Κρύβουν τη λύπη της για το κατάντημά του, που ύστερα από τόσα υπερφυσικά που είδαν τα μάτια του, δεν συνήλθε, να πιστέψει και αυτός στο Χριστό και να σωθεί. Αλλά ακόμα πιο πολύ και κυρίως κρύβουν τη συγγνώμη και την αγάπη, τη συγχώρηση στο φονιά πατέρα. Εδώ είναι η άφθαστη τελειότητα της ’γιας.
Είναι η εφαρμογή της τρομερής εκείνης διακήρυξης του Χριστού και το πρωτάκουστο μήνυμά του πάνω στη γη: «αγαπάτε τους εχθρούς υμών». Όσο κι αν είναι πολύ στενό το μονοπάτι της συγγνώμης όμως είναι και το πιο μεγάλο κατόρθωμα στη ζωή και η πιο μεγάλη νίκη και τελειότητα. Δεν υπάρχει πιο βασικό καθήκον χριστιανού ανθρώπου, ούτε και γνώρισμα άλλο, αληθινού χριστιανού από το να συγχωρεί και τους εχθρούς του ακόμα. Ψάξτε σ' όλη τη γη, δεν θα βρήτε άλλο τέτοιο πραγματικό συμφέρον, που να είναι μοναδικό και στον ουρανό. Η συγχώρηση, είναι ο πιο βαρύς, άλλα και ο πιο ωραίος Σταυρός, που συμβολίζει την αποτελεσματικότερη θυσία. Ο άνθρωπος που δεν συγχωρεί, αλλά έχει κακία και ζητά εκδίκηση, είναι απαίσιος και σκοτεινός σαν το διάβολο. Τα εγνώριζε πολύ καλά όλα αυτά η Αγία. Έβλεπε τον πατέρα της εχθρό της αγάπης και της ειρήνης, γη έρημη από καλωσύνη, και άγονη από φιλανθρωπία. Τον έβλεπε, ότι είχε καρδιά από γρανίτη και ψυχή από μάρμαρο. Γι' αυτό, αντί να του μιλήσει με πολλά λόγια, που θα πήγαιναν χαμένα, του είπε μονολεκτικά αυτό το συγκλονιστικό «πατέρα μου»! Στο άκουσμα αυτό ο Διόσκορος, ταράχτηκε, σα να τον πλήγωσε κάτι. Εγώ πατέρας σου; της είπε απειλητικά. Δεν έχεις τίποτα το κοινό μαζί μου, και η ψυχή μου, δεν τρέφει τίποτα άλλο για σένα, άθλια, παρά μόνο μίσος. Και για να ξεπλύνω το κακό που έκαμα με το να σε γεννήσω θα σε θανατώσω εγώ με τα ίδια μου τα χέρια. Αυτή θα είναι και η μόνη μου ευτυχία να σου αφαιρέσω εγώ ο ίδιος τη ζωή, που σου είχα δώσει. Ω πώρωση ψυχής, αναλγησία και αμετανοησία καρδιάς! Κάθε μέρα θα πρέπει να λέει ο άνθρωπος, Θεέ μου φώτιζε το μυαλό μου να μην πωρωθώ.
Αφού έφθασαν στον τόπο του αποκεφαλισμού, η ανδρόφρων, Αγία Μεγαλομάρτυς Βαρβάρα, έκλινε την ιερή της κεφαλή, μπροστά στο ξίφος του πατέρα της και δέχθηκε το μαρτύριο και το στεφάνι της άθλησης, την δε Ιουλιανή, την ίδια ώρα, την αποκεφάλισε ο δήμιος. Και οι δύο, στεφθήκανε με το μαρτυρικό, αμαράντινο της δόξας στεφάνι, από τον δίκαιο επαινέτη και δωρεοδότη Κύριο.
Στην ιστορία των ανθρώπων σπάνια συναντά κανείς τέτοια θηριωδία πατέρα, σαν αυτή που έδειξε ο παιδοκτόνος πατέρας της Αγίας και πανσεβάσμιας Βαρβάρας. Γι' αυτό, και δίκαια ικανοποιείται η συνείδηση κάθε αληθινού χριστιανού, στην ιστορική πληροφορία, ότι μετά το φόνο της κόρης του ο Διόσκορος και μόλις άρχισε να κατεβαίνει από το όρος της σφαγής, ο θεία Δίκη, η πάντοτε άγρυπνη, τιμώρησε παραδειγματικά τον άσεβή και, αιμοβόρο εκείνο παιδοκτόνο, κατακαίοντας αυτόν με κεραυνό, που κατέπεσε απ' την οργή του ουρανού, σε τέτοιο σημείο, που δεν βρέθηκε ούτε ίχνος απ' το βρωμερό εκείνο σώμα του. Λέγεται μάλιστα, ότι η λάμψη του κεραυνού εκείνου, έφθασε μέχρι το μέγαρο του Μαρκιανού, σαν προειδοποίηση, συμβολική μεν, αλλά σίγουρη, της άυλης εκείνης φωτιάς, που επρόκειτο να τον κατακαίει αιώνια. Κατά την παράδοση κάποιος ευσεβής χριστιανός, Ουαλεντίνος ονομαζόμενος, πήρε τα ιερά σώματα των δύο Μαρτύρων γυναικών, τα μετέφερε στο χωριό Γελασσό, οπού τα ενταφίασε με κάθε ιεροπρέπεια. Λείψανο της Κάρας της Αγίας φυλάσσεται σε Ιερά Μονή των Μετεώρων.
Η Αγία Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμην των δύο Μαρτύρων γυναικών στις 4 Δεκεμβρίου, που είναι και η ήμερα του μαρτυρίου τους.
«Ξίφει πατήρ θύσας σε, μάρτυς Βαρβάρα, υπήρξεν άλλος Αβραάμ διαβόλου». Οι στίχοι αυτοί είναι από το Συναξάρι της Αγίας και αποτελούν μια έκφραση καυτηριασμού του παιδοκτόνου πατέρα, από την εκκλησιαστική μας ποίηση.
Οι ιστορικές πηγές διέσωσαν τρεις ευχές, που η Αγία Βαρβάρα είπε στο θεό, πηγαίνοντας να μαρτυρήσει. Οι ευχές αυτές υπάρχουν, οι δύο πρώτες στο θαυμάσιο εγκώμιο του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού στην Αγία Βαρβάρα, που το έπλεξε τον 8ο αιώνα, και η τρίτη υπάρχει στο βίο της Αγίας κατά Συμεών τον Μεταφραστήν τον 10ο αιώνα.

πηγή

  Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'.
Βαρβάραν τὴν Ἁγίαν τιμήσωμεν· ἐχθροῦ γὰρ τὰς παγίδας συνέτριψε, καὶ ὡς στρουθίον ἐῤῥύσθη ἐξ αὐτῶν, βοηθείᾳ καὶ ὅπλῳ τοῦ Σταυροῦ ἡ πάνσεμνος.