Τρίτη 15 Αυγούστου 2017

Η Κοίμηση της Θεοτόκου – Μετάβαση προς την Ζωή

Του Καθηγουμένου Της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Αρχιμ. Εφραίμ
Κάθε φορά που εορτάζουμε την Κοίμηση της Θεοτόκου είναι σαν να έχουμε Πάσχα· το Πάσχα του καλοκαιριού. Πάσχα μάς ετοιμάζει η Κυρία Θεοτόκος. Διάβαση ένδοξη «εκ του θανάτου εις την ζωήν». Δεύτερο Πάσχα, άγιο, άμωμο, ζωοποιό για το ανθρώπινο γένος, γιατί πράγματι σήμερα «νενίκηνται της φύσεως οι όροι».
«Πώς η πηγή της ζωής πηγαίνει προς την ζωή περνώντας από τον θάνατο!», αναφωνεί ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Ο θάνατος της «ζωαρχικής Μητρός» του Κυρίου υπερβαίνει την έννοια του θανάτου, ώστε δεν ονομάζεται κάν θάνατος, αλλά «κοίμησις» και «θεία μετάστασις» και εκδημία ή ενδημία προς τον Κύριο. Και αν ακόμη λεχθεί θάνατος, όμως είναι θάνατος ζωηφόρος, αφού μεταβιβάζει σε ουράνια και αθάνατη ζωή.
Η μετάσταση της Θεοτόκου ως ένα γεγονός αναμφισβήτητο, που διασώθηκε από την ιερά Παράδοση, έχει ενσωματωθεί στην διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας και δεν έχει σχέση με τις ευσεβιστικές δοξασίες των Δυτικών περί ασπόρου συλλήψεως και άνευ θανάτου ζωής της Θεοτόκου.
Η Παρθένος ήταν εκείνο το ιδιαίτερο δημιούργημα του Θεού που υπερέβη όλους τους ανθρώπους και αγγέλους. Αυτή μόνη από τους ανθρώπους έζησε βίο πανάμωμο, και το ακατάληπτο για όλα τα λογικά όντα, κατέστη Μητέρα του Θεού. Επειδή δεν είχε ποτέ αμαρτήσει, δεν υποχώρησε σε κάποιο φιλήδονο λογισμό δικαίως και δεν έζησε επί της γής με οδύνες της σαρκός, με ασθένειες. Αν και είχε σώμα ζωαρχικό εν τούτοις ως άνθρωπος υπέρχεται στην ασθένεια του θανάτου και πεθαίνει. Χωρίς όμως να χωρισθεί η ψυχή και το σώμα Της από τον Θεό· λύνεται προσωρινά ο σύνδεσμος που τα ενώνει μεταξύ τους, όπως είχε γίνει και με τον Χριστό. Μετά τον θάνατο η ψυχή Της ενώνεται αμέσως με τον Χριστό. Διότι ο Κύριος κατά την ώρα της Κοιμήσεως της Μητέρας Του συνοδευόμενος από τα υπερκόσμια τάγματα των αγγέλων και αγίων παίρνει την ιερά ψυχή Της όχι απλώς στον ουρανό, αλλά «έως αυτού του βασιλικού θρόνου Του, εις τα επουράνια Άγια των Αγίων», όπως αναφέρει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Ενώ το ζωαρχικό και θεοδόχο σώμα της Παναγίας μετά από τρεις ημέρες μετατίθεται στους υπερουρανίους χώρους, άφθαρτο, προς τον Μονογενή και αγαπημένο Υιό Της. Δηλαδή μπορούμε να μιλήσουμε και για εν σώματι ανάσταση της Θεοτόκου. Ανάσταση όμως που δεν ενεργήθηκε από την ίδια, αλλά από τον Υιό και Θεό Της.
Μάρτυρας αυτής της αναστάσεως-μεταστάσεως της Θεοτόκου είναι ο απόστολος Θωμάς, ο οποίος δεν παρευρισκόταν στην οσία ταφή Της, αλλά ερχόμενος καθυστερημένος ως συνήθως, μετά από τρεις ημέρες, και μετά από παράκλησή του ανοίγουν οι υπόλοιποι απόστολοι τον τάφο και δεν βρίσκουν το θεοδόξαστο εκείνο σώμα. Βλέπουν όμως την Θεοτόκο να ανεβαίνει στους ουρανούς και να παραδίδει στον απόστολο Θωμά την Τιμία και Αγία Της Ζώνη ως τεκμήριο της μεταστάσεώς Της, κάτι αντίστοιχο που είχε γίνει και με την ψηλάφηση του Κυρίου από τον ίδιο απόστολο.
Το σώμα της Παναγίας –όπως και το σώμα του Υιού Της– δεν υπέστη διαφθορά στον τάφο, δηλαδή δεν αλλοιώθηκε, δεν διαλύθηκε από τα υλικά στοιχεία που το συνέθεταν. Εξάλλου μετά την ανάσταση του Χριστού τα σώματα πολλών αγίων Του δεν διαφθείρονται και γίνονται μερικώς άφθαρτα λείψανα· πόσο μάλλον ήταν λογικό να μην φθαρεί και το «θεοδόχον σκήνωμα» της Μητέρας του Θεού.
Ο άγιος Ανδρέας Κρήτης λέγει ότι το αδιάφθορο της παρθενίας της Θεοτόκου κατά την γέννηση του Χριστού έχει ως φυσικό επακόλουθο και την μή διαφθορά του σώματός Της κατά την ώρα του θανάτου. «Ο τόκος διέφυγε την φθορά και ο τάφος δεν δέχτηκε την διαφθορά».
Η Παναγία Θεοτόκος μετά την κοίμησή Της καθίσταται η Μητέρα της νέας κτίσεως, της Εκκλησίας του Χριστού. Επειδή Αυτή είχε την κεντρική θέση στην οικονομία της σωτηρίας, αφού από Αυτήν σαρκώθηκε ο Κύριος που είναι η κεφαλή της Εκκλησίας, έχει τώρα στην επουράνιο Εκκλησία όλο το πλήρωμα της Χάριτος και δόξας και παρρησίας. Έγινε η ευεργέτιδα πάσης της φύσεως και κτίσεως, γι’ αυτό προσκυνείται από όλη την κτίση ως Κυρία και Δέσποινα και Βασίλισσα και Θεομήτορα.
Διά της Θεοτόκου και εξαιτίας Αυτής η ιστορία όλου του κόσμου εισήλθε σε νέα τροχιά, ασύγκριτα μεγαλειωδέστερη και ανώτερη απ’ ό,τι υπήρχε πριν από Αυτήν. Δεν μπορούσε και ούτε μπορεί κάποιο δημιούργημα να γίνει τελειότερο από Αυτήν, ούτε η ίδια μπορούσε να γίνει τελειότερη απ’ ό,τι είναι. Αλλά και σύμφωνα με τους Πατέρες τρία πράγματα δεν μπορούσε να κάνει τελειότερα ο παντοδύναμος Θεός. Την σάρκωση του Θεού Λόγου, την Παρθένο Θεοτόκο και την μακαριότητα που θα απολαμβάνουν οι σεσωσμένοι.
Η Παναγία μετά την ανάσταση του Χριστού ήταν το στήριγμα των αποστόλων και της νεοϊδρυθείσης Εκκλησίας του Χριστού. Αυτή δίδασκε τους νέους χριστιανούς, τους καθοδηγούσε, τους παρηγορούσε στις θλίψεις τους. Στον κατά πλάτος βίο Της διαβάζουμε ότι ο αρχάγγελος Γαβριήλ τρεις ημέρες πριν από την κοίμησή Της, την επισκέπτεται όπως και στον Ευαγγελισμό, και της αναγγέλει την ένδοξη μετάστασή Της από τον θάνατο στην ζωή. Κατόπιν το Άγιο Πνεύμα με τρόπο θαυματουργικό συγκέντρωσε όλους τους αποστόλους στην Γεθσημανή, στον οίκο της Θεοτόκου, για να παραστούν στην οσία ταφή Της και να πάρουν την ευλογία Της. Αφού εγκωμίασαν την υπερύμνητο Μητέρα του Θεού την παρακαλούσαν να τους πεί κάποια τελευταία διδαχή Της ως παρακαταθήκη. Τότε η Θεοτόκος τους λέγει μία παραβολή, στην οποία ο κόσμος τούτος παρομοιάζεται με μία εμποροπανήγυρη και όποιος κάνει την καλή εμπορία, όποιος δηλαδή κάνει την καλύτερη αγορά αυτός είναι και ο πιο κερδισμένος. Και στην συνέχεια τους εξηγεί ότι έτσι είναι και στα πνευματικά. Όποιος τηρήσει με μεγαλύτερο ζήλο και ακρίβεια τις εντολές του Χριστού, αυτός θα πετύχει το μεγαλύτερο κέρδος, θα δοξασθεί περισσότερο στην βασιλεία των ουρανών. Και τους προτρέπει να επιμένουν στον «καλόν αγώνα».
Πράγματι πόσο ευαρεστείται η Παναγία μας όταν βλέπει ότι αγωνιζόμαστε για την σωτηρία μας! Πόσο αναπαύεται! Και η ίδια όμως πόσο αγωνίστηκε επί της γής με αφανή τρόπο –ενώ ως αναμάρτητη δεν όφειλε να το κάνει– το έκανε όμως για να μας αφήσει παράδειγμα τελείας ασκήσεως. Στην Γεθσημανή εκεί που έμενε, μετά την κοίμησή Της, βρήκαν στις πλάκες όπου έκανε μετάνοιες να έχουν σχηματισθεί βαθουλώματα, λακκούβες από την πολλή χρήση και τριβή.
Ας μιμηθούμε και εμείς την άμεση υπακοή Της, την προσφιλή Της ταπείνωση, την μυστική εσωτερική Της πνευματική εργασία, την πυριφλεγή προσευχή Της, την συνεχή νήψη που ασκούσε, τον θείο έρωτά Της, τον πνευματικό πόνο που ως ρομφαία ένιωσε κάτω από τον Σταυρό του Υιού Της.
Σε όσους αγωνίζονται Αυτή γίνεται «υπέρμαχος σύμμαχος», ασχέτως αν πριν ζούσαν ασώτως. Ας θυμηθούμε ότι και για την οσία Μαρία την Αιγυπτία η Θεοτόκος έγινε η «Εγγυήτρια» για την μετάνοιά της. Και αφού η οσία Μαρία αναχώρησε στην έρημο, όπου εκεί αγωνιζόταν με απαράκλητο τρόπο, η ίδια η Παναγία την παρηγορούσε με τις θείες εμφανίσεις Της.
Η Θεοτόκος ως κουροτρόφος των μοναχών είναι και η χορηγός των θείων χαρίτων για τους μοναχούς και ιδιαίτερα για τους Αγιορείτες. Αυτή έδωσε το χάρισμα της νοεράς προσευχής στον άγιο Μάξιμο τον Καυσοκαλύβη, τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, τον άγιο Σιλουανό τον Αθωνίτη, αλλά και στον μακάριο Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή, ο οποίος συνδέεται άμεσα με την συνοδία μας. Και κατά ένα λόγο περισσότερο η σημερινή ημέρα έχει ιδιαίτερη σημασία για εμάς τα πνευματικά εγγόνια του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού, αφού σαν σήμερα, μετά την θεία Λειτουργία, κοιμήθηκε με οσιακό θάνατο το 1959. Αυτός που τόσο αγάπησε την Παναγία μας –τήν γλυκιά του Μανούλα καθώς την αποκαλούσε– ενώ πάμπολλες αντιλήψεις, θείες εμφανίσεις και χαρίσματα έλαβε από Αυτήν. Και πράγματι ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό για τους οσίους Αθωνίτες Πατέρες ήταν η Θεοτοκοφιλία τους. Και στο άκουσμα του ονόματός Της δεν μπορούσαν να συγκρατήσουν τα δάκρυά τους, τα προερχόμενα από τον πάναγνο μητροπαρθενικό έρωτα. Μόνο που ακούγεται το όνομά Της η φιλόθεος ψυχή κινείται σε θαυμασμό, σε ευχαριστία και ευγνωμοσύνη. Έτσι και η μνήμη και μόνο της Θεοτόκου, δηλαδή η διανοητική ενασχόληση με το πρόσωπο της Παναγίας, αγιάζει αυτόν που την χρησιμοποιεί. Έλεγε ο μακαριστός π. Αθανάσιος ο Ιβηρίτης ότι η αγάπη προς την Θεοτόκο σώζει τον άνθρωπο και ας μην έχει έργα.
Ο σύγχρονος άνθρωπος θα πρέπει να αξιοποιήσει την μεσιτεία της Θεοτόκου, η οποία είναι σωστική. Σε κάθε θλίψη και πρόβλημά του να μην ξεχνά ότι υπάρχει «η των θλιβομένων βοηθός, η προστάτις, η αντιλήπτωρ, η παραμυθία των ολιγοψυχούντων» στην οποία μπορεί να προστρέχει και να βρίσκει παρηγορία, άμεση λύση και απάντηση. Ευχόμεθα η Κυρία Θεοτόκος, η οποία «μετέστη προς την Ζωήν», να δίδει πάντοτε την ευλογία Της σε όλους μας ώστε να περάσουμε την παρούσα ζωή όσο το δυνατόν αβλαβή και ακίνδυνο από τις πλάνες και μεθοδείες του πονηρού και να μάς αξιώσει της επουρανίου βασιλείας του Υιού Της. Αμήν.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α'.

Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε· μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.



Τρίτη 8 Αυγούστου 2017

Η Μικρή Παράκληση στην Παναγία

υπεραγια θεοτοκος παρακληση



Η αγάπη, ο σεβασμός και η τιμή των πιστών για το πρόσωπο της Θεοτόκου Μαρίας εκδηλώθηκαν από πολύ νωρίς, από την αρχή της σωτηρίου οικονομίας, όπως λέγουν οι άγιοι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας μας, και είναι τόσο μεγάλη, ώστε αδυνατεί ο ανθρώπινος λόγος να περιγράψει τα αισθήματα αυτά επαρκώς.
Από αυτήν την αγάπη, την τιμή και την ελπίδα στην μεσιτεία της προς τον μέγα και Μόνο Μεσίτη Χριστό και Υιό της, κατά το ανθρώπινον η Εκκλησία καθιέρωσε να τελείτε κατά την περίοδο της νηστείας του Δεκαπενταυγούστου, η ιερή Ακολουθία του Μικρού και του Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνος εναλλάξ, εκτός των εορτών της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Έτσι επ' ευκαιρίας του γεγονότος αυτού καλόν είναι να δούμε και να γνωρίσουμε μερικά πράγματα για το τι είναι κανόνας, και ποιος συνέθεσε τον Μικρό και τον Μεγάλο Παρακλητικό κανόνα στην Υπεραγία Θεοτόκο.
Κανόνας στην εκκλησιαστική υμνογραφία είναι ύμνοι μακροσκελής, αποτελούμενοι από μικρότερες ενότητες, που ονομάζονται Ωδές. Η κάθε ωδή αποτελείτε από τον ειρμό, που είναι η πρώτη στροφή κάθε Ωδής και χρησιμεύει σαν υπόδειγμα στα τροπάρια, που τρέπονται σύμφωνα με τον ήχο του ειρμού και τέλος το εφύμνιο όπου επαναλαμβάνεται σε κάθε τροπάριο «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς».

H Μεγάλη και Μικρή Παράκληση στην Ύπεραγία Θεοτόκο, είναι από τις πιο λαοφιλείς ακολουθίες της Ελληνικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, είναι υμνολογικά ποιήματα του δεκάτου τρίτου αιώνα, κληρονομιές της Αυτοκρατορίας της Νικαίας και της επανασυγκροτηθείσης Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως αντίστοιχα.
Ελάχιστη έρευνα έχει γίνει πάνω στις ιστορικές συγκυρίες που οδήγησαν στην ποίηση όσο και στην τελική μορφολογία των δύο κανόνων.
Το σίγουρο γεγονός της Ιστορίας των δύο Παρακλήσεων είναι ότι ο Κανών της Μεγάλης Παρακλήσεως είναι ποίημα του Αυτοκράτορα της Νικαίας Θεοδώρου Β' Δούκα του Λασκάρεως.
Ο τίτλος του δούκα μάς δείχνει ότι συνέθεσε τον Κανόνα πριν την άνοδό του στον θρόνο της Νικαίας τον Νοέμβριο 1254.
Ο Θεόδωρος Β' Λάσκαρις ήταν προικισμένος υμνογράφος και υπήρξε συνθέτης πολλών Κανόνων και άλλων ύμνων, όμως δοκιμαζόταν από κάποια ασθένεια, η οποία τον ανάγκασε να παραιτηθεί από τον θρόνο της Νικαίας και να αποσυρθεί στην Μονή των Σωσάνδρων, δυτικά της Νικαίας, όπου και εκάρη μοναχός λίγο πριν τον θάνατο του.
Ο Θεόδωρος συνέθεσε τον Κανόνα της Μεγάλης Παρακλήσεως, ενώ ακόμα ήταν δούκας, μάλλον σε κάποια ύφεση της ασθενείας του που διήρκεσε περισσότερο του συνήθους, γεγονός που αποδόθηκε σε θαύμα της Θεοτόκου προς αυτόν.
Ο Κανών γρήγορα διαδόθηκε στις Μονές της Νικαίας και κατά πάσα πιθανότητα διαμορφώθηκε σε ακολουθία από τους μοναχούς των Σωσάνδρων ή των πέριξ Μονών.
Κατά την διάρκεια της βασιλείας του Θεοδώρου ο Κανών χρησιμοποιείται ήδη με την σημερινή του μορφή ως Παράκλησις σαν Βασιλική Ακολουθία και διαδίδεται σε όλη την Αυτοκρατορία της Νικαίας.
Ακόμα και κατά τις τελευταίες ώρες του Θεοδώρου η Μεγάλη Παράκλησις ετελείτο καθημερινώς προς ίασή του. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή ημέρα της Κοιμήσεως τού Θεοδώρου, αλλά αφού συνέπεσε κοντά στην Κοίμηση της Θεοτόκου είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι οι μοναχοί των Σωσάνδρων αφιέρωσαν αυτή την ακολουθία στην μνήμη του Θεοδώρου και κατέστη συνήθεια έκτοτε να ψάλλεται η ακολουθία κάθε Αύγουστο εις μνήμην τού ποιητού της.
Βεβαίως το όνομα της ακολουθίας δεν ήτο ίδιο με το σημερινό της Μεγάλης Παρακλήσεως, αφού δεν υπήρχε ακόμα Μικρή Παράκλησις.
Θα μπορούσε κάλλιστα να είχε ονομαστή ευθύς εξ αρχής «Παρακλητικός Κανών», αφού αποτελούσε επίκληση προς βοήθεια και παρηγοριά άνωθεν.
Στις 25 Ιουλίου 1261 o Αλέξιος Στρατηγόπουλος καταλαμβάνει την Κωνσταντινούπολη για λογαριασμό του Αυτοκράτορα της Νικαίας Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου τερματίζοντας έτσι την λατινική κατάληψη των Σταυροφόρων τού 1204.
Η αναίμακτη ανάκτηση της Πόλης χαρακτηρίστηκε αμέσως ως θαυματουργή παρέμβαση της Θεοτόκου. Ο Αυτοκράτωρ για να τιμήσει το θαύμα και την Θεοτόκο αποφάσισε να ηγηθεί θρησκευτικής πομπής και να εισέλθει στην Πόλη κατά τις εορταστικές εκδηλώσεις τού δεκαπενταύγουστου.
Μεταξύ της 25ης Ιουλίου και 15 Αυγούστου πολλές ευχαριστήριες ακολουθίες γινόντουσαν στην Κωνσταντινούπολη και μεταξύ αυτών ήταν και ο προσφάτως εισαχθείς Παρακλητικός Κανών τού Θεοδώρου Λασκάρεως.
Η νέα Βασιλική Αυλή του Μιχαήλ,, ευρέθη προ διλήμματος. Οι δύο βασιλικές δυναστείες τού Θεοδώρου Λασκάρεως και Μιχαήλ Παλαιολόγου ευρίσκοντο σε μεγάλο μίσος μεταξύ τους. Ο Μιχαήλ είχε ήδη σφετερισθεί την εξουσία από τον νόμιμο διάδοχο και γιο τού Θεοδώρου, Ιωάννη. Ήταν δύσκολο κατά συνέπεια να δεχθεί η Βασιλική Αυλή ακολουθίες που θύμιζαν την δυναστεία τού Θεοδώρου.
Ο άγνωστος μέχρι τότε μοναχός Θεοστήρικτος έδωσε την λύση. Χρησιμοποιώντας τον ήδη γνωστό Κανόνα προς την Υπεραγία Θεοτόκο τού Θεοφάνους Γραπτού και άλλα λειτουργικά στοιχεία, όπως βιβλικά αναγνώσματα, ευαγγέλιο, έφτιαξε την Ακολουθία τού Μικρού Παρακλητικού Κανόνος.
Ο Κανών τού Θεοφάνους Γραπτού είχε ήδη εισαχθεί ως πρώτος κανών τού όρθρου στις εορτές μεγάλων αγίων.
Ο Θεοφάνης με την σειρά του είχε χρησιμοποιήσει, προϋπάρχοντα στοιχεία από τον Κανόνα τού Ιωάννου Δαμάσκηνου στην έγερση τού Λαζάρου. Συγκεκριμένα είχε δανειστή τους ειρμούς της α', γ', ζ και η' ωδής, ενώ τους υπολοίπους ή τους συνέθεσε μόνος του ή τους δανείσθηκε από προγενέστερο λειτουργικό υλικό.
Έτσι ο Μικρός Παρακλητικός Κανών πήρε ανάλογη μορφή και σχήμα με τον ήδη υπάρχοντα Μεγάλο Παρακλητικό Κανόνα.
Ο τελευταίος παρέμεινε εις χρήση μόνο κατά την νηστεία του δεκαπενταύγουστου αφού ήταν τόσο στενά συνδεδεμένος με την μνήμη τού Θεοδώρου, ενώ βαθμιαία άρχισε να εναλλάσσεται με τον Μικρό, ο όποιος διεδόθη εξ ίσου ευρέως και χρησιμοποιείτο πλέον καθ' όλη την διάρκεια τού χρόνου (εις πάσαν περίστασιν). Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς καθιερώθη η εναλλακτική χρήση των δύο Παρακλήσεων κατά το δεκαπενταύγουστο.
Είναι φυσικό να υποθέσουμε πως αρκετά χρόνια μετά τον θάνατο τον Μιχαήλ και την λησμόνηση των διαφορών των δύο δυναστειών καθιερώθηκε η εναλλαγή των δύο Παρακλήσεων κατά το δεκαπενταύγουστο ως εναρμόνιση των δύο παραδόσεων Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως.
Έτσι σήμερα αποδίδουμε τιμή στην πρώτη πρέσβειρα και μεσίτρια, μετά τον Θεάνθρωπο Χριστόν, η Παναγία μας είναι εκείνη, που μπορεί και θέλει να μεταφέρει τις ικεσίες και τις δεήσεις μας στα πόδια του Παμβασιλέως Θεού.
Ας καταφύγουμε λοιπόν, αγαπητοί μου αδελφοί, με πίστη, με αληθινή ταπείνωση και με αγάπη στην φυσική μας μητέρα και ας την παρακαλούμε καθημερινά, ειλικρινά για τα προβλήματά μας, και εκείνη Πολυεύσπλαχνη, θα μας συμπαραστέκεται στις δύσκολες ώρες και θα μας ελεεί με τη μεγάλη χάρη της. Αμήν..

Τετάρτη 2 Αυγούστου 2017

Ανακομιδή Τιμίων Λειψάνων Αγίου Πρωτομάρτυρα Στεφάνου


Η Ανακομιδή των Τιμίων Λειψάνων του Αγίου Πρωτομάρτυρα Στεφάνου τιμάται από την Εκκλησία μας στις 2 Αυγούστου κάθε έτους.

Οι διωγμοί κατά της Εκκλησίας του Χριστού κράτησαν αιώνες. Στη διάρκειά τους εκατομμύρια Πιστών του Χριστού στρατιωτών μαρτύρησαν, ακολουθώντας το παράδειγμα 
του Πρωτομάρτυρα.
Όλη εκείνη τη μακρά χρονική περίοδο τα Αγία Λείψανα του Πρωτομάρτυρα παρέμεναν στον τάφο του. Όταν όμως επικράτησε ειρήνη και η Εκκλησία του Χριστού απολάμβανε 
ελευθερία, δηλαδή μετά τους διωγμούς, ο Θεός επέτρεψε να φανερωθούν αυτά ως πολύτιμος θησαυρός.
Πότε συνέβη αυτό; Άλλοι αναφέρουν ότι η φανέρωσή τους έγινε στον καιρό της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Κωνσταντίνου και άλλοι υποστηρίζουν ότι η εύρεσή τους έγινε 
αργότερα το Δεκέμβριο του 415 μ.Χ.

Ο τόπος που βρισκόταν κρυμμένο το Άγιο Λείψανο του Στεφάνου υποδείχτηκε με όραμα. Τρεις φορές εμφανίστηκε ο Πρωτομάρτυρας σ’ έναν ευσεβή Πρεσβύτερο ονόματι 
Λουκιανό και του έδειξε τον τόπο που ήταν κρυμμένο το Λείψανο του. ο ευλαβής ιερέας ανακοίνωσε αμέσως τις οπτασίες του στον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ιωάννη, ο οποίος 
με χαρά κάλεσε τον κλήρο της πόλεως και όλοι μαζί πήγαν στο σημείο που είχε υποδείξει στον ιερέα, με όραμα, ο Άγιος. Σκάψανε και βρήκανε τα ιερά λείψανά του. το γεγονός 
της εύρεσης τους συνοδεύτηκε με θαυμαστά σημάδια, μ’ εξαίσια ευωδιά, με σεισμό αλλά και με ουράνιες ψαλμωδίες.
Λέγεται ότι απὸ τον ουρανὸ ακούστηκαν αγγελικὲς φωνές, ποὺ έλεγαν «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία». Δηλαδή, δόξα ας είναι στο Θεό, στα 
ύψιστα μέρη του ουρανού και στην ταραγμένη απὸ την αμαρτία γη ας βασιλεύσει η θεία ειρήνη, διότι ο Θεὸς φανέρωσε την ευαρέσκειά Του στους ανθρώπους, με την ενανθρώπιση 
του Υιού Του.

Φανέρωναν, ἔτσι, οἱ ἄγγελοι περίτρανα ὅτι ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος μαρτύρησε γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
Αμέσως μετά έγινε η ανακομιδή του Λειψάνου του Αγίου. ο Πατριάρχης, δύο Επίσκοποι, το σύνολο του κλήρου των Ιεροσολύμων και μέγα πλήθος πιστών, με ύμνους και 
θυμιάματα, με σεβασμό και τιμές, εναπόθεσαν το ιερό Λείψανο του Πρωτομάρτυρα σε Ναό των Ιεροσολύμων.
Επί Πουλχερίας, στις 27 Σεπτεμβρίου του 428 μ.Χ. μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη το δεξί χέρι του Πρωτομάρτυρα και τοποθετήθηκε, σύμφωνα με μαρτυρία ιστορικών, 
στον ιερό Ναό του αρχιδιακόνου Λαυρεντίου.
Αργότερα, επί Αναστασίου Α (491-518) έγινε η ανακομιδή, Λειψάνου του Αγίου Στεφάνου στην Κωνσταντινούπολη.

Σε ιερές Μονές του Αγίου Όρους υπάρχουν τα παρακάτω τμήματα από το ιερό Λείψανο του Πρωτομάρτυρα:
• Τμήμα της αγίας κάρας του, στην Ιερά Μονή Ξενοφώντος.
• Το δεξιό χέρι του στην Ιερά Μονή Κωνσταμονίτου. Το Καθολικό της ίδιας Μονής τιμάται στ’ όνομα του Αγίου Στεφάνου.
• Τμήμα χεριού του Πρωτομάρτυρα στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα.
• Στα ιερά κειμήλια της Μονής Κωνσταμονίτου συγκαταλέγεται και αρχαία Εικόνα του Πρωτομάρτυρα Στεφάνου. Σύμφωνα με την παράδοση την εικόνα αυτή τη φέρανε στο 
Μοναστήρι από τα Ιεροσόλυμα στα χρόνια του Αλεξίου Κομνηνού (1081- 1118). Πρόκειται για εικόνα με θαυμαστή ιστορία. Τον καιρό των Εικονομάχων τη ρίξανε στη φωτιά αλλά 
δεν κάηκε!...

Από την εικόνα αυτή, ζήτησε πριν 150 περίπου χρόνια τη βοήθεια φύλαξης και πολλαπλασιασμού του ποιμνίου του ένας προσκυνητής του Αγίου Όρους που καταγόταν από την 
Ανδριανούπολη. Ο προσκυνητής αυτός που ονομαζόταν Ιωάννης Μαλλίνας υποσχέθηκε μπροστά στην εικόνα ότι, αν τον βοηθήσει στα αιτούμενα η χάρη του Αγίου, θα προσφέρει 
στο Μοναστήρι μέρος του κοπαδιού του.
Το 1844 εκπληρώνοντας το τάμα του έστειλε επιστολή στο Μοναστήρι, Ιερά Μονή Κωνσταμονίτου, που αναφερόταν στην υπόσχεση του και ζητούσε από τους Μοναχούς να 
φροντίσουν να παραλάβουν 100 γίδες, δώρο του προς τον Άγιο Στέφανο!

Μετά από την υπό των Ενετών κατάκτηση της Κωνσταντινουπόλεως (1204) τα εν λόγω λείψανα του Πρωτομάρτυρα, σύμφωνα με το χρονικό του Δανδόλου μεταφέρθηκαν στη 
Βενετία και τοποθετήθηκαν στην εκεί ιερά Μονή του Αγίου Γεωργίου.
Να σημειώσουμε τέλος ότι η μνήμη του Αγίου Στεφάνου τιμάτε από την Εκκλησία πολύ χρόνο πριν ευρεθούν τα λείψανά του.


Τετάρτη 26 Ιουλίου 2017

Η Αγία Μαρίνα η Μεγαλομάρτυς

Η καλλιπάρθενος αγία Μαρίνα θεωρείται προστάτης των παιδιών και μάλιστα ειδική για τη θεραπεία όσων απ’ αυτά είναι άρρωστα και καχεκτικά ή έχουν ειδικές ανάγκες.

Γέννηση και ανατροφή
Η παρθενομάρτυς Μαρίνα γεννήθηκε στη πόλη Αντιόχεια της Πισιδίας, γύρω στο έτος 270, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Διοκλητιανός ή ο Κλαύδιος Καίσαρας. Οι γονείς της άνηκαν στην ανώτερη τάξη της περιοχής της Πισιδίας, ο πατέρας ήταν διακεκριμένος και σεβαστός από τους εθνικούς ιερέας των ειδώλων, λεγόταν δε Αιδέσιος.
Αμέσως μετά τη γέννηση της Μαρίνας, έφυγε από την παρούσα ζωή η μητέρα της. Έτσι ο πατέρας αναγκάστηκε να αναθέσει την ανατροφή της θυγατέρας του σε μία άλλη γυναίκα, η οποία την ανέλαβε για να την θηλάσει (ας μην ξεχνάμε ότι τότε δεν υπήρχαν βρεφικά γάλατα και εάν μια νέα μητέρα έφευγε από τη ζωή, το θηλασμό του βρέφους αναλάμβανε μια άλλη μητέρα).
Ασπάζεται την χριστιανική πίστη
Η γυναίκα στην οποία ο Αιδέσιος είχε εμπιστευτεί την ανατροφή της κόρης του ήταν χριστιανή. Έτσι και η μικρή Μαρίνα γαλουχήθηκε νωρίς στη νέα πίστη του Χριστού. Και σε ηλικία 12 ετών έλαβε το Βάπτισμα. Με αμείωτο ενδιαφέρον ποθούσε να μάθει καθετί πού είχε σχέση με τον Ιησού Χριστό.
O πατέρας της Αιδέσιος όταν πληροφορήθηκε ότι ήταν χριστιανή, τυφλωμένος από το φανατισμό της ειδωλολατρικής θρησκείας του, μίσησε το ίδιο το σπλάχνο του και αποκλήρωσε τη μοναχοκόρη του.
Το άνομο σχέδιο του επάρχου
Η Μαρίνα είχε γίνει πλέον 15 ετών. Ο Θεός δεν την είχε προικίσει μόνο με πλούσια ψυχικά χαρίσματα, αλλά και με σωματικό κάλλος εντυπωσιακό. Ο έπαρχος όμως Ολύβριος θέλησε και προσπάθησε να την πάρει για γυναίκα του επειδή ένιωσε μέσα του έρωτα γι’ αυτήν. Χωρίς καθυστέρηση λοιπόν της ανακοίνωσε ότι αποφάσισε να αναλάβει την προστασία της και σύντομα να την κάνει γυναίκα του.
Η νεαρή χριστιανή παρέμεινε σιωπηλή, ενώ μέσα της προσευχόταν θερμά, ζητώντας από τον Θεό να τη στηρίξει και να τη φωτίσει ώστε να φερθεί καθώς αρμόζει στις αφιερωμένες σ’ Εκείνον ψυχές.
Στην επιμονή του Ολυβρίου να λάβει απάντηση στην πρότασή του, εκείνη απάντησε πώς είναι αδύνατο να την αποδεχτεί. Η έκπληξη του επάρχου ήταν μεγάλη. Στην ερώτησή του γιατί ήταν αδύνατο, έλαβε τη σεμνή αλλά γεμάτη αποφασιστικότητα και παρρησία απάντηση: Διότι είμαι χριστιανή! Και μόνο το άκουσμα της λέξης «χριστιανή» ήταν αρκετό να κάνει τον έπαρχο εκτός εαυτού.
Αρχίζουν τα μαρτύρια της Αγίας
Για ένα μικρό διάστημα ο έπαρχος προσπάθησε, να πείσει τη νέα τούτη χριστιανή να αλλάξει γνώμη και να δεχθεί τον γάμο, τάζοντάς της τιμές, καλοπέραση και δόξα πλάι του. Εκείνη όμως, ενισχυόμενη από τον Κύριο, στον όποιο δεν έπαυσε να προσεύχεται μυστικά, επέμενε στην ομολογία της πίστεως στον Ιησού Χριστό.
Τότε την έστησε μπροστά σε δικαστήριο,  το οποίο ζήτησε επίσημα κατά το ρωμαϊκό δίκαιο να μάθει αν όντως ήταν χριστιανή. Η Μαρίνα ομολόγησε και εδώ με γενναιότητα και παρρησία τη χριστιανική της ιδιότητα, γεγονός πού κατέπληξε τους παρισταμένους, οι οποίοι έβλεπαν τόσο ηρωισμό και θάρρος σε μια νεαρή γυναίκα!
Εξαιτίας της ομολογίας της καταδικάστηκε στην ποινή της μαστίγωσης. Η καρτερικότητά της όμως και η αντοχή ήταν τέτοιες πού άφησε κατάπληκτους έπαρχο, αξιωματούχους και λαό. Έχοντας υψωμένο το βλέμμα της στον ουρανό, δεν έπαυσε να προσεύχεται, να επικαλείται τη βοήθεια του Κυρίου και τη στήριξή του για να υπομείνει με ανδρεία τις μαστιγώσεις.
Ο έπαρχος έδωσε εντολή να σταματήσουν οι στρατιώτες τη μαστίγωση και να την οδηγήσουν στη φυλακή, ελπίζοντας ενδόμυχα ότι ίσως μετά απ’ αυτό να συνετισθεί η Μαρίνα και ν’ αλλάξει στάση.
Ύστερα από λίγες ημέρες με εντολή του επάρχου οδηγήθηκε εκ νέου στο δικαστήριο, όπου και πάλι ομολόγησε πίστη στο Χριστό και αρνήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα. Αφού την κρέμασαν, καταξέσχισαντα πλευρά της με σιδερένια νύχια. Τα βασανιστήρια ήταν τόσο σκληρά, πού όλο το κάλλος του νεανικού της σώματος εξαφανίστηκε. Στη συνέχεια ρίχνεται και πάλι στη φυλακή και αφήνεται χωρίς τροφή και φροντίδα.
AgiaMarina02
Πειράζεται από το μισόκαλο διάβολο
Ο φθονερός διάβολος θέλησε να δοκιμάσει να κάμψει ο ίδιος την Αγία. Έτσι λοιπόν πήρε ο ίδιος τη μορφή μεγάλου και φοβερού δράκοντος (φιδιού) και πρόβαλε ξαφνικά μπροστά στη Μαρίνα.
Από το στόμα του πετούσε φλόγες, ενώ τα αγριωπά μάτια του λαμπύριζαν απειλητικά και η γλώσσα του ήταν κατακόκκινη. Καθώς σερνόταν, σύρριξε εκνευριστικά και προκαλούσε τρόμο και σύγχυση, επιδιώκοντας να φοβίσει τη μάρτυρα και να την αποσπάσει από την προσευχή της.
Διαπιστώνοντας όμως ότι εκείνη η μακάρια καλλιπάρθενος δεν διέκοπτε την προσευχή της, κατευθύνθηκε εναντίον της και άνοιξε το στόμα του απειλητικά, δείχνοντας ότι θέλει να την καταπιεί. Και ναι μεν η μεγαλομάρτυς  αρχικά έγινε έντρομη από το φόβο της, χωρίς καθυστέρηση όμως επικαλέστηκε το σωτήριο όνομα του Σωτήρος Χριστού. Και, ώ του θαύματος, ο δράκοντας διερράγη και έγινε άφαντος, η δε Μαρίνα χαίροντας έψαλε ύμνους και νικητήρια στον Θεό.
Ο διάβολος μετασχηματίσθηκε σε άνθρωπο κατάμαυρο, με τρομερή και κακάσχημη εμφάνιση, σαν μαύρου σκυλιού. Η Μαρίνα όμως, στερεωμένη όσο ποτέ στην πίστη, τον άρπαξε από τα μαλλιά και μ’ ένα σφυρί πού ήταν κάπου εκεί ξεχασμένο, τον χτύπησε δυνατά στο κεφάλι και στη ράχη και τον ταπείνωσε εντελώς. Και ενώ η μεγαλομάρτυς άρχισε και πάλι να προσεύχεται και να υμνεί τον Κύριο, ο διάβολος, σκοτεινός και άσχημος όρμησε εναντίον της και κραυγάζοντας την απειλούσε ότι θα τη σκοτώσει αν δεν σταματούσε να προσεύχεται.
Και η αγία Μαρίνα, παίρνοντας από την προσευχή της νέο θάρρος κατά του μετασχηματισμένου σε άνθρωπο διαβόλου, τον άρπαξε από τα μαλλιά της κεφαλής του και τον μαστίγωσε.
AgiaMarina04
Βλέπει ουράνιες οπτασίες
Μετά από αυτό δυνατό φως καταύγασε το σκοτεινό χώρο της φυλακής της, πού έβγαινε από ένα Σταυρό, του οποίου η κορυφή υψωνόταν στον ουρανό. Πάνω από το Σταυρό πετούσε κυκλικά ένα περιστέρι . Ο συναξαριστής της αγίας Μαρίνας δίνει και την εξήγηση των συμβολισμών του οράματος: Όλα αυτά σήμαιναν το μυστήριο της Αγίας Τριάδος, το φώς, τη δόξα του Πατέρα. Ο Σταυρός, τον εσταυρωμένο Χριστό. Και το περιστέρι, το Άγιο Πνεύμα.
Το περιστέρι κατέβηκε κάποια στιγμή, πλησίασε την καλλιπάρθενο Μαρίνα και της είπε: «Χαίρε, Μαρίνα, η λογική περιστερά του Θεού, διότι νίκησες τον πονηρό δαίμονα και ντρόπιασες τον εχθρό.
Χαίρε πιστή και αγαθή δούλη του Κυρίου σου, τον οποίο πόθησες με όλη την καρδιά σου και μίσησες κάθε πρόσκαιρη απόλαυση. Χαίρε και αγάλλου, γιατί έφτασε η μέρα να λάβεις το στεφάνι της νίκης και να μπεις, όπως το αξίζεις, στολισμένη, μαζί με τις φρόνιμες παρθένες στο νυμφώνα του Χριστού και βασιλιά σου».
Ενώ η αγία Μαρίνα άκουγε τα λόγια αυτά συντελέστηκε στο σώμα της άλλο θαύμα: Όλες οι πληγές του επουλώθηκαν και η νεαρή μάρτυς απέκτησε και πάλι το κάλλος το όποιο θαύμαζαν όλοι.
Σκληρότερα μαρτύρια και το μακάριο τέλος
Ο έπαρχος Ολύβριος βλέποντας την υγιής προσπάθησε με κολακείες να την μεταπείσει όμως μάταια. Το μένος του επάρχου έφτασε στο αποκορύφωμά του. Γεμάτος λοιπόν θυμό δίνει εντολή να γυμνώσουν τη μάρτυρα, να την κρεμάσουν στο ξύλο και να καίνε με λαμπάδες το σώμα της.
Στη συνέχεια, γέμισαν ένα μεγάλο λέβητα με νερό, κατέβασαν την καλλιπάρθενο μεγαλομάρτυρα από το ξύλο, την έδεσαν γερά και τη βούτηξαν με το κεφάλι προς τα κάτω μέσα στο νερό για να πεθάνει από πνιγμό. Η μάρτυς και πάλι προσευχήθηκε θερμά στον Κύριο και Θεό της, οπότε «παρευθύς σεισμός μέγας ἐγένετο καί ἐφάνη πάλιν ἡ πρώτη περιστερά ἐπάνω του ὕδατος, βαστάζουσα εἰς τό στόμα στέφανον. Αὐτήν τήν ὥρα ἐφάνη καί ὁ πύρινος στύλος, ἐπάνω δέ τούτου Σταυρός». Η μάρτυς βγήκε από το νερό σώα, τα δεσμά της είχαν λυθεί και στεκόταν και πάλι σε στάση προσευχής, δοξάζουσα τον Θεό. Το δε περιστέρι κάθισε πάνω στο κεφάλι της, κρατώντας στο στόμα του το στεφάνι και είπε προς τη Μαρίνα: «Εἰρήνη σέ σένα, δούλη τοῦ Θεοῦ. Ἔχε θάρρος καί λάβε ἀπό τή δεξιά τοῦ Ὑψίστου αὐτό τό οὐράνιο στεφάνι».
Λέγοντας αυτά η θεϊκή περιστερά, πέταξε και κάθισε πάνω σ’ εκείνο το Σταυρό και απευθυνόμενη προς τη μεγαλομάρτυρα είπε δυνατά, έτσι πού ν’ ακούνε όλοι: «Έλα, Μαρίνα, στις άνω μονές του Παραδείσου, για ν’ απολαύσεις το στεφάνι της αφθαρσίας στα αγαπητά σκηνώματα του Κυρίου, να χαίρεσαι μαζί με τους αγίους και να αναπαύεσαι αιώνια».
Η φωνή αυτή πού ακούστηκε από πολλούς, συγκλόνισε άντρες και γυναίκες, αρκετοί δε απ’ αυτούς ομολόγησαν πώς ήταν έτοιμοι να πιστέψουν και να δώσουν ακόμα και τη ζωή τους για το Χριστό.
Ο έπαρχος πρόσταξε να θανατώσουν όσους είχαν πριν λίγο ομολογήσει πίστη στο Χριστό.
 Ο Ολύβριος, για να προλάβει μεγαλύτερο κακό για τους ειδωλολάτρες, διέλυσε το δικαστήριο και προσποιήθηκε ότι δίνει εντολή να μεταφέρουν την αγία Μαρίνα και πάλι στη φυλακή. Στην ουσία όμως, έδωσε μυστικά προσταγή στον επικεφαλής της φρουράς να πάρουν την καλλιπάρθενο μεγαλομάρτυρα και να την αποκεφαλίσουν στον τόπο της καταδίκης. Εκεί η αγία, αφού προσευχήθηκε για τελευταία φορά πάνω στη γη, έσκυψε και το ξίφος του δημίου «ἐκκόψαν τήν κεφαλήν της, περιέβαλεν αὐτήν μέ τόν ἀδαμάντινον στέφανον τοῦ μαρτυρίου».

Τα ιερά λείψανά της
Μετά τον διά του ξίφους θάνατο της οι χριστιανοί παρέλαβαν κρυφά το τίμιο λείψανο και το ενταφίασαν με τιμές πού αρμόζουν στους μάρτυρες της πίστεως.
Άγνωστο πότε ακριβώς μετακομίστηκαν στην Κωνσταντινούπολη, εφόσον είναι αληθινή η πληροφορία ότι το έτος 1230 σταυροφόροι της Δύσεως μετέφεραν τα λείψανα αυτά από την πρωτεύουσα του Βυζαντίου στη Βενετία, γεγονός πού οι Ρωμαιοκαθολικοί γιορτάζουν στις 17 Ιουλίου (ημέρα μνήμης της μεγαλομάρτυρος και για μας τους Ορθοδόξους).
Η καλλιπάρθενος αγία Μαρίνα θεωρείται προστάτης των παιδιών και μάλιστα ειδική για τη θεραπεία όσων απ’ αυτά είναι άρρωστα και καχεκτικά ή έχουν ειδικές ανάγκες.

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α'. Τόν συνάναρχον Λόγον.
Μνηστευθεῖσα τῷ Λόγῳ Μαρίνα ἔνδοξε, τῶν ἐπιγείων τὴν σχέσιν πᾶσαν κατέλιπες, καὶ ἐνήθλησας λαμπρῶς ὡς καλλιπάρθενος, τὸν γὰρ ἀόρατον ἐχθρὸν κατεπάτησας στερρῶς ὀφθέντα σοὶ Ἀθληφόρε. Καὶ νῦν πηγάζεις τῷ κόσμῳ τῶν ἰαμάτων τὰ δωρήματα.


Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 18 Ιουνίου 2017

Ο Κύριος καλεῖ τοὺς πρώτους μαθητάς του

Περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδεν δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰ ἁλιεῖς.  αὐτοῖς· Δεῦτε ὀπίσω μου, καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων.  οἱ δὲ εὐθέωςἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ.  Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν· καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς.  οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ.  Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.

Απόδοση στην Νέα Ελληνική

Κάποια ήμερα, ενώ έκανε περίπατο κοντά στην θάλασσα της Γαλιλαίας, είδε δύο αδελφούς: τον Ιάκωβο του Ζεβεδαίου και τον Ιωάννη, τον αδελφό του. 'Ήσαν στο πλοίο μαζί με τον πατέρα τους τον Ζεβεδαίο και διόρθωναν τα δίχτυα τους, και τους εκάλεσε! Και αυτοί άφησαν την ίδια στιγμή πλοίο και πατέρα και Τον ακολούθησαν.
Από τότε ο Ιησούς άρχισε να γυρίζει ολόκληρη την Γαλιλαία. Έδίδασκε στις συναγωγές τους. Εκήρυσσε το Ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού, και εθεράπευε κάθε αρρώστια, μικρή και μεγάλη, που συναντούσε στον λαό.


«Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων»
Μὲ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα σήμερα μεταφερθήκαμε σὲ μιὰ ἀκρογιαλιὰ τῆς λίμνης Γεννησαρέτ. Κάποιοι ψαράδες ἔριχναν δίχτυα στὴ θάλασσα, δυὸ ἀδέλφια, ὁ Σίμων καὶ ὁ Ἀνδρέας, καὶ ἄλλα δύο, οἱ γιοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης. Ἦταν μιὰ συνηθισμένη ἡμέρα, ποὺ ὅμως τὴν ἔκανε πολὺ διαφορετικὴ ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου. Οἱ ἁπλοϊκοὶ αὐτοὶ ἄνθρωποι γνώριζαν τὸν Κύριο καὶ εἶχαν συζητήσει μαζί Του. Ἀλλὰ τώρα ὁ Κύριος τοὺς ἀπευθύνει κλήση ὁλοκληρωτικῆς ἀφιερώσεως: «Ἀκολουθῆστε με ὡς μαθητές μου, κι Ἐγὼ θὰ σᾶς δώσω τὴ Χάρι νὰ ἁλιεύετε ἀνθρώπους ἀντὶ γιὰ ψάρια». Κι ἐκεῖνοι τὰ ἄφησαν ὅλα καὶ Τὸν ἀκολούθησαν. Μὲ αὐτὴ τὴν ἀφορμὴ ἂς δοῦμε γιατί ὁ Κύριος κάλεσε τέτοιους ἁπλοὺς ἀνθρώπους στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα καὶ τί σημασία ἔχει αὐτὸ γιὰ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
.
1. Ἐκλεκτὰ σκεύη τῆς Χάριτος οἱ ταπεινοὶ
Ὁ Κύριος ζητοῦσε μαθητές, ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου οἱ ὁποῖοι, ἀπερίσπαστοι ἀπὸ κάθε ἄλλη μέριμνα, θὰ ἐκπαιδεύον­ταν κοντά Του γιὰ νὰ γίνουν Ἀπόστολοι· δηλαδὴ αὐθεντικοὶ κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου, ἀξιόπιστοι μάρτυρες τῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου Του, στύλοι τῆς Ἐκκλησίας Του. Θὰ ἀποστέλλονταν νὰ ἀλλάξουν τὸν κόσμο, ἕτοιμοι νὰ ὑπομείνουν ἀκόμη καὶ τὸν θάνατο γιὰ τὸν Κύριο καὶ τὸ Εὐαγγέλιο.
Ἀλλὰ αὐτὴ τὴ μοναδικὴ ἀποστολὴ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ τὴν φέρουν σὲ πέρας ἄνθρωποι. Καμία ἀνθρώπινη δύναμη δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ κερδίσει τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, νὰ τοὺς πείσει νὰ ἐγκαταλείψουν τὶς συνήθειές τους, νὰ ἀφήσουν τὴ ζωὴ τῶν παθῶν καὶ νὰ ζήσουν ζωὴ ὑψηλή, τὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἁγιότητος. Αὐτὸ τὸ ἔργο θὰ τὸ ἐπιτελοῦσε οὐσιαστικὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἁπλῶς ἔπρεπε νὰ βρεθοῦν ἄνθρωποι κατάλληλοι νὰ γίνουν φορεῖς τῆς θείας Χάριτος.
Γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος δὲν πῆγε στὰ παλάτια τῆς ἐποχῆς νὰ καλέσει πρίγκιπες ἐκπαιδευμένους νὰ ἐξουσιάζουν λαούς, οὔτε κατέφυγε στὶς σχολὲς τῶν ραββίνων, τὶς θεολογικὲς σχολὲς τῆς ἐποχῆς, γιὰ νὰ ζητήσει τοὺς καλύτερους γνῶστες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Δὲν ζήτησε ἀνθρώπους μὲ ἱκανότητες, γνωριμίες, χρήματα· ζήτησε ἀνθρώπους μὲ ἁπλὴ καὶ ταπεινὴ καρδιά, μὲ καθαρότητα καὶ εὐθεία προαίρεση, ὅπως ἦταν αὐτοὶ οἱ Γαλιλαῖοι ψαράδες. Γιατὶ σὲ τέτοιες καρδιὲς ἀναπαύεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, καὶ τέτοιοι ἄνθρωποι γίνονται ἐκλεκτὰ σκεύη τῆς Χάριτος, ἄξιοι νὰ φανερώνουν μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὸν λόγο τους τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ.
.
2. Οἱ Ἅγιοι δοξάζουν τὴν Ἐκκλησία
Ἡ Ἐκκλησία λοιπὸν δὲν καταξιώνεται ὅταν διαφημίζεται ἀπὸ τὰ Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης, οὔτε ὅταν τιμᾶται μὲ προνόμια καὶ ἰδιαίτερες ἐξουσίες. Οὔτε εὐημερεῖ ὅταν ἔχει πιστοὺς μὲ ἐξαιρετικὲς ἱκανότητες καὶ σπουδές, μὲ θέσεις στὰ Ὑπουργεῖα ἢ μὲ μεγάλες περιουσίες ποὺ θὰ μποροῦν νὰ κάνουν δωρεές. Ἡ Ἐκκλησία προοδεύει ὅταν ἔχει μέλη ταπεινά, δεκτικά. Τότε ἡ θεία Χάρις κατασκηνώνει σ᾿ αὐτούς, τοὺς καθιστᾶ θεοφόρους καὶ μέσῳ αὐτῶν ἐπιτελεῖ μεγάλα καὶ θαυμαστά.
Ἕνας ἀγράμματος μοναχός, ὁ Μέγας Ἀντώνιος, μὲ τὴ φλόγα του γιὰ τὸν Χριστὸ «ἐπόλισε τὰς ἐρήμους», ἔκανε τὶς ἐρήμους πόλεις, ἐνέπνευσε χιλιάδες πιστοὺς νὰ γίνουν μοναχοί· ἐνῶ ἀντίθετα ἕνας μορφωμένος καὶ ἱκανότατος ἱερέας, ὁ Ἄρειος, τάραξε τὴν Ἐκκλησία καὶ ἔγινε πρόξενος ἀπωλείας πολλῶν ψυχῶν. Δύο ὀλιγογράμματοι ἀσκητὲς τῆς ἐποχῆς μας, ὁ ὅσιος Παΐσιος καὶ ὁ ὅσιος Πορφύριος, δόξασαν τόσο πολὺ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, ὠφέλησαν τόσες ψυχές, ὅσες δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ ὠφελήσουν πολλοὶ ταλαντοῦχοι συγγραφεῖς, σπουδασμένοι θεολόγοι καὶ ἱκανοὶ ἱεροκήρυκες.
Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει ὅτι ἡ εὐφυΐα, ἡ μόρφωση καὶ ὁποιοδήποτε ἄλλο ἀν­θρώπινο προσὸν εἶναι κακό. Ὅλα δῶρα τοῦ Θεοῦ εἶναι, καὶ ἐκεῖνος ποὺ τὰ ἔχει, τὰ ἀξιοποιεῖ μὲ τὸν καλύτερο τρόπο ὅταν τὰ χρησιμοποιεῖ ταπεινά, ὑποτασσόμενος στὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ὑπάρχουν ἐξάλλου καὶ μορφωμένοι Ἅγιοι, ὅπως οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, ἢ πρόσφατα ὁ ἅγιος Νεκτάριος καὶ ὁ ὅσιος Ἰουστίνος Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος ἦ­ταν καθηγητὴς Πανεπιστημίου. Ἁπλῶς ἡ πρό­οδος τῆς πίστεως δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ κατὰ κόσμον προσόντα ἀλλὰ πρωτίστως ἀπὸ τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ.
***
Μιὰ συνηθισμένη μέρα στὴ λίμνη τῆς Γεννησαρὲτ ὁ Θεάνθρωπος πλησίασε κάποιους ἁπλοὺς ψαράδες τὴν ὥρα τῆς δουλειᾶς τους καὶ τοὺς εἶπε: «Δεῦτε ὀπίσω μου». Ἐκεῖνοι ἀμέσως Τὸν ἀκολούθησαν. Τόσο ἁπλά. Δὲν φαίνεται νὰ ἔδωσε κανεὶς ἄλλος ἰδιαίτερη σημασία στὸ περιστατικό. Καὶ ὅμως, ἡ ἡμέρα αὐτὴ τῆς κλήσεώς τους ἐπρόκειτο ν᾿ ἀλλάξει τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου. Ἡ πίστη μας εἶναι μυστήριο ποὺ κατακτᾶ ἀθόρυβα τὸν κόσμο, εἶναι μυστήριο ποὺ ἐπιτελεῖται στὶς καλοπροαίρετες καρδιές· στοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀρνοῦνται ὅλα τὰ ἀνθρώπινα στηρίγματα καὶ μὲ ἁπλότητα ἐμπιστεύον­ται τὸν Θεό. Αὐτὴ τὴν ἁπλότητα, αὐτὴ τὴν ταπείνωση νὰ ποθήσουμε καὶ ἐμεῖς, γιὰ νὰ ζήσουμε τὸν Θεό, γιὰ ν᾿ ἀλλάξει ἡ ζωή μας, γιὰ ν᾿ ἀλλάξει ὁ κόσμος.

Πέμπτη 15 Ιουνίου 2017

Στην αποτυχία και στην επιτυχία πρέπει να ευχαριστούμε τον Θεό

Και πώς θα είναι γεμάτη από ευχαρίστηση η καρδιά μας; Αν ασκήσουμε και συνηθίσουμε τον εαυτό μας να ευχαριστεί τον Θεό, όχι μόνον όταν παίρνει, αλλά και όταν δεν ικανοποιηθεί το αίτημά μας.

Διότι ο Θεός άλλοτε δίνει αυτό που ζητάμε και άλλοτε όχι, αλλά και τα δύο τα κάνει για το συμφέρον μας. Ώστε είτε λάβεις, είτε δεν λάβεις, έλαβες με το ότι δεν έλαβες˙ είτε πετύχεις στο αίτημά σου, είτε δεν πετύχεις, πέτυχες με το ότι δεν πέτυχες σ’ αυτό που ζητούσες.

Συμβαίνει δηλαδή μερικές φορές, όταν δεν παίρνουμε αυτό που ζητάμε, να έχουμε μεγαλύτερο κέρδος, παρά αν το παίρναμε. Διότι αν δεν ήταν για το συμφέρον μας πολλές φορές η άρνησις της εκπληρώσεως του αιτήματός μας, οπωσδήποτε θα μας το έδινε πάντοτε˙ το να μην εκπληρωθεί όμως το αίτημά μας, αλλά για το συμφέρον μας, αυτό αποτελεί επιτυχία.

Γι’ αυτό και πολλές φορές αναβάλλει να εκπληρώσει το αίτημά μας, όχι επειδή θέλει να μας απομακρύνει από κοντά Του, αλλά επειδή φροντίζει με την καθυστέρηση της εκπληρώσεως του αιτήματός μας να κάνει συνεχή την επιμονή μας στο αίτημά μας.

Επειδή λοιπόν πολλές φορές σταματάμε το ζήλο μας για την προσευχή, παίρνοντας εκείνο που ζητάμε, θέλοντας να αυξήσει την επαγρύπνησή μας στις προσευχές, αργεί να μας δώσει αυτό που ζητάμε.

Το ίδιο κάνουν και οι φιλόστοργοι πατέρες˙ τα παιδιά τους που είναι αδιάφορα και τρέχουν στα παιδικά παιγνίδια, πολλές φορές τα κρατούν κοντά τους με την υπόσχεση πολύ μεγάλου δώρου˙ γι’ αυτό άλλοτε αναβάλλουν την δόση και άλλοτε δεν το δίνουν ποτέ.

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
«Η προσευχή Τα νεύρα της ψυχής», Χρυσοστομικός Άμβων Ε΄


πηγή

Σάββατο 3 Ιουνίου 2017

Το Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής

Μία ακόμη ευκαιρία μάς προσφέρει η αγία μας Εκκλησία, να θυμηθούμε και να τιμήσουμε τους νεκρούς μας, τόσο τα πρόσωπα που υπήρξαν προσφιλή για μας κατά τη διάρκεια του βίου τους, όσο και το σύνολο των μελών της που κοινωνούμε μαζί τους μέσα από την αγάπη του Θεού και τη χάρη των μυστηρίων, υπερβαίνοντας το φθαρτό χρόνο του αιώνος τούτου.


Με τη μέριμνα αυτή επιβεβαιώνεται, με άλλα λόγια, η ενότητα της θριαμβεύουσας και της στρατευόμενης Εκκλησίας, η κοινή πορεία προς τη Βασιλεία του Θεού, η αλληλεγγύη του Σώματος του Χριστού που υπερβαίνει τόπους, καιρούς, ακόμη και τη βιολογική διάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης.
Μνημόσυνα
Βέβαια, είναι αλήθεια ότι μέσα στη ζωή της Εκκλησίας έχουμε τη δυνατότητα να τιμάμε τους κεκοιμημένους αδελφούς και πατέρες μας μέσα από πολλές ευκαιρίες. Από την καθημερινή προσευχή μας, τις ειδικές Ακολουθίες (τρισάγια, μνημόσυνα κ.λπ.), ή και κάθε Σάββατο, που είναι ημέρα αφιερωμένη στη μνήμη τους. Πέραν αυτών, ωστόσο, δύο Σάββατα του έτους, αυτό της Απόκρεω και το σημερινό της Πεντηκοστής, αφιερώνονται ειδικά στη μακάρια ανάπαυση των αποδημησάντων αδελφών μας.
Ειδικότερα στις τελευταίες αυτές περιπτώσεις “μνείαν ποιούμεθα” των αδελφών που εγκατέλειψαν τον παρόντα βίο σε συνθήκες εμπερίστατες, οπότε δεν έτυχαν των συνήθων καθορισμένων εκκλησιαστικών τελετών: όσων δηλαδή ξεψύχησαν κατά τη διάρκεια πολέμων, ταξιδιών, σε μακρινούς και απόμερους τόπους, σε βρεφική ηλικία, σε δυστυχήματα ή ακόμα και όσοι λόγω φτώχειας και ένδειας δεν αξιώθηκαν της εξοδίου Ακολουθίας και των υπόλοιπων της Εκκλησίας ευχών.
Την παραμονή, λοιπόν, της μεγάλης γιορτής της φανέρωσης της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο, της Πεντηκοστής, δεν λησμονούμε τους προαπελθόντας αδελφούς μας και διατρανώνουμε την Οικουμενικότητα και την Καθολικότητα της Μίας και Αδιαίρετης Κοινωνίας του εκκλησιαστικού σώματος. Οι προσευχές των ζωντανών ενώνονται εν Χριστώ με αυτές των κεκοιμημένων στην ευχαριστιακή κοινωνία και δίνουν την ευκαιρία στον Φιλεύσπλαχνο Πατέρα να προσφέρει τη συγχώρεση, όπως διδάσκει η εκκλησιαστική μας Παράδοση.
Δεόμενοι για τους αδελφούς που δεν ζουν πλέον μαζί μας, εκφράζουμε την αγάπη μας γι’ αυτούς και έχουμε έτσι τη δυνατότητα να απαλύνουμε τη θλίψη μας και να έλθουμε σε κοινωνία μαζί τους διατηρούμενοι όλοι στην αιώνια μνήμη και αγάπη του Θεού. Παράλληλα, προτρεπόμαστε να επιδοθούμε σε έργα ευποιΐας και αγάπης, προς όφελος αυτών που εξεδήμησαν αλλά και ημών των ιδίων.

Ας δούμε τι έλεγε για τα μνημόσυνα ο μακαριστός π. Παίσιος (από τον Δ’ τόμο, Οικογενειακή Ζωή, Λόγοι του π.Παισίου, Εκδόσεις Ησυχαστήριο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή, Θεσσαλονίκη).
– Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί (πλην των Αγίων) μπορούν να προσεύχονται;
– Έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια, αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Όσοι βρίσκονται στον Άδη μόνο ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό:να ζήσουν πέντε λεπτά για να μετανοήσουν. Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν πιά μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους, αλλά περιμένουν από εμάς βοήθεια. Γι’ αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.
Γιατί, τι να τους κάνει ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει και τον πατέρα του. Ε, τι να το κάνει αυτό ο πατέρας του; Οι άλλοι όμως οι υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τούς δίνει δηλαδή ο Θεός μία ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Καί όπως σε αυτή τη ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσοαλαβήσει και να βοηθήσει έναν υπόδικο, έτσι κι αν είναι κανείς φίλος με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήσει στο Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρει τους υπόδικους από την μία φυλακή σε άλλη καλύτερη, από το ένα κρατητήριο σε ένα άλλο καλύτερο. Η ακόμα μπορεί να τους μεταφέρει και σε ένα δωμάτιο η σε διαμέρισμα.
Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κλπ που τους πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για τη ψυχή τους.Οι προσευχές των ζώντων για τους κεκοιμημένους και τα μνημόσυνα είναι η τελευταία ευκαιρία που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν,μέχρι να γίνει η τελική Κρίση.Μετά την δίκη δεν θα υπάρχει δυνατότητα να βοηθηθούν….
Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν τη δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν τη ψυχή. Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβα για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι: Σπείρετε εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία (Α’ Κορινθ, κεφ 15, εδ 42) (δηλαδή συμβολίζει το θάνατο και την ανάσταση του ανθρώπου), λέει η Γραφή.